Η αδιαμφισβήτητη ενεργειακή ανάγκη, πολλάκις οδηγεί σε πίεση για αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής. Έτσι καταλήγει η αναπαραγωγή του παλιού και αδιέξοδου μοντέλου καύσης των ορυκτών καυσίμων, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την πρόταση να εγκατασταθεί μονάδα ηλεκτροπαραγωγής με... κάρβουνο στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας.
- Οι ανάγκες της χώρας μας οδηγούν στην εισαγωγή από γειτονικές χώρες (βλέπε Βουλγαρία - Κοζλοντούι), οι οποίες καλοβλέπουν νέες πυρηνικές μονάδες με εγγυημένους πελάτες.
- Οι πλημμύρες στον Έβρο έχουν ως αποκλειστικό αίτιο την προσπάθεια της Βουλγαρίας να μεγιστοποιήσει την ηλεκτροπαραγωγική δυνατότητα των υδροηλεκτικών της εγκαταστάσεων (να παράγει περισσότερη ενέργεια) και αδιαφορεί έτσι για την ορθή διαχείριση των υδάτινων πόρων).
Το ...τρίλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε με ξεκάθαρο τρόπο είναι:
-καθόλου ενέργεια, ('εποχή των σπηλαίων")
-βρώμικη ενέργεια, (λιγνίτης, κάρβουνο), ή
-καθαρή ενέργεια (ΑΠΕ - αιολική).
Έχουμε άλλωστε την υποχρέωση να πετύχουμε το 20% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μέσα στα επόμενα χρόνια από καθαρή, όπως και να μην αυξήσουμε τις εκπομπές μας του CO2 πάνω από 20% μέχρι το 2012.
Πρέπει προφανώς να πούμε όχι στα δύο νέα εργοστάσια που προτείνονται από τη ΡΑΕ με πρώτη ύλη το λιγνίτη. Ζητάμε από την κεντρική διοίκηση εθνικό χωροταξικός σχεδιασμό για όλες τις ΑΠΕ, ο οποίος προφανώς θα λαμβάνει υπόψη του όλες τις παραμέτρους.
Βεβαίως, η ανάγκη να επιτευχθούν γρήγορα και ποσοτικά αποτελέσματα σε σχέση με την παραγωγή αιολικής ενέργειας, σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί εσπευσμένη και πρόχειρη πριμοδότηση από την κυβέρνηση επενδυτικών σχεδίων μεγάλης κλίμακας χωρίς επαρκείς περιβαλλοντικές μελέτες, με εν κρυπτώ συμφωνίες με την τοπική αυτοδιοίκηση ή με ιδιώτες για παραχώρηση εκτάσεων. Επιπλέον, δεν έχει υπάρξει καθόλου μέριμνα για τα έργα μικρής κλίμακας και τις οικιακές εφαρμογές που είναι επίσης απαραίτητα (διασπορά, μικρότερες απώλειες από την παραγωγή στην κατανάλωση, μικρότερη όχληση κλπ).
Η προώθηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και ειδικότερα της αιολικής ενέργειας δημιουργεί συχνά αντιδράσεις, δίκαιες και άδικες. Πολλές από αυτές σχετίζονται με την αισθητική του τοπίου (που αναμφισβήτητα αποτελεί στοιχείο της αειφόρου ανάπτυξης), την ιστορική και πολιτιστική ιδιαιτερότητα και σημασία ορισμένων περιοχών, τις παρενέργειες στα οικοσυστήματα, την ύπαρξη Υπουργικών Αποφάσεων ή διαταγμάτων που προστατεύουν συγκεκριμένες φυσικές και αρχαιολογικές περιοχές κλπ. Κατανοούμε τις ενστάσεις και είναι ειλικρινή τα κίνητρα των αντιδρώντων, οι οποίοι συχνά προβάλλουν περιβαλλοντικά κριτήρια. Εκείνο όμως που δεν συνεκτιμούν είναι ότι ο ενεργειακός σχεδιασμός, εκτός από τα τοπικά δεδομένα, περιλαμβάνει και εθνικά κριτήρια και βεβαίως παγκόσμια, ειδικά μετά τη δραματική επιδείνωση των κλιματικών αλλαγών. Τα περιβαλλοντικά πράγματα σε πλανητικό επίπεδο είναι πολύ οριακά και πρέπει να ξέρουμε να θέτουμε περιβαλλοντικές προτεραιότητες (με έσχατο κριτήριο την επιβίωση του πλανήτη και την πολιτιστική και οικολογική ποιότητα της ανθρώπινης ζωής) και να μην αναζητούμε ουτοπικές οικολογικές λύσεις.
Εκείνο λοιπόν που συνήθως δεν λαμβάνεται υπόψη είναι ότι για κάθε αιολικό πάρκο, που κόβεται και δεν εγκαθίσταται, κάποιοι άλλοι την πληρώνουν δίπλα μας. Είναι όλοι αυτοί που πλήττονται από τις κλιματικές αλλαγές, είναι τα εξαθλιωμένα θύματα του φαινομένου του θερμοκηπίου που δημιουργήσαμε εμείς οι χορτασμένοι, είναι οι στρατιές των περιβαλλοντικών προσφύγων που ξεριζώνονται, γιατί ο «πολιτισμένος» κόσμος ακολούθησε ένα ενεργειακό μοντέλο βασισμένο στα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα.
Είναι επίσης, για να έλθουμε στη χώρα μας, οι κάτοικοι της Πτολεμαϊδας και της Μεγαλόπολης, που δεκαετίες υφίστανται τις οδυνηρές επιπτώσεις ενός απαρχαιωμένου ενεργειακού μοντέλου.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι έχουμε την απαίτηση προκειμένου να προχωρήσουν οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας να παραβιαστεί ο Ν. Περί Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης ή τα Περιφερειακά και Ειδικά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης ή οι Ειδικές Χωροταξικές Μελέτες Τοπικού Χαρακτήρα (όπου τα παραπάνω και οι παραπάνω υπάρχουν), να λεηλατηθούν οι περιοχές Natura ή να αλλοιωθούν οι αρχαιολογικοί χώροι. Δεν μπορεί όμως να διαμαρτύρονται περιοχές της χώρας μας και να αρνούνται εγχώριες και ήπιες ενεργειακά λύσεις, επειδή θα έχουν μερικές επιπτώσεις στον τουρισμό ή επειδή θα υπάρξουν κάποιες παρενέργειες στην ορνιθοπανίδα. Στο κάτω- κάτω για κάθε πτηνό που αλλάζει τον τρόπο ζωής του ή τραυματίζεται από την εγκατάσταση των ανεμογεννητριών, χιλιάδες άλλα πεθαίνουν όταν πετούν πάνω από μια περιοχή που παράγει 26 εκατομμύρια κυβικά μέτρα την ώρα θανατηφόρα καυσαέρια. Βέβαια καλό είναι να εξειδικευόμαστε κάθε φορά στην ωφέλεια που παρέχεται από τις ΑΠΕ σε συγκεκριμένες περιοχές και να παρέχουμε πλήρη ενημέρωση στον πολίτη σχετικά με αυτή (ποσοστά ενέργειας που καλύπτονται τοπικά, περιφερειακά, και εθνικά, οικονομικά κόστη, οικονομικό κέρδος εταιρειών και ΟΤΑ, μελλοντικές δυνατότητες με βάση αυστηρά επιστημονικά κριτήρια, αντιμετώπιση του ζητήματος της μείωσης των εργαζομένων σε παλιά ενεργειακά κέντρα, αν υποθέσουμε ότι στο μέλλον οι ΑΠΕ θα παίξουν πολύ πιο αποφασιστικό ρόλο κλπ). Το ζήτημα είναι να συμβάλουμε σε λύσεις των περιβαλλοντικών-ενεργειακών προβλημάτων χωρίς να πέφτουμε σε ένα είδος εύκολου «οικολογικού λαϊκισμού» εντυπώσεων.
Καλά θα ήταν να μπορούσαμε να τα αποφύγουμε και τα δύο. Όταν όμως είμαστε υποχρεωμένοι να διαλέξουμε, ας επιλέξουμε το λιγότερο κακό. Όχι μόνο για μας, αλλά και το...γείτονα.
Βέβαια έχουμε τη συναίσθηση ότι με το να προωθούμε απλώς Α.Π.Ε δε λύνουμε και το σοβαρότατο ρυπαντικό πρόβλημα, που έχει προκαλέσει ο ενεργειοβόρος βιομηχανικός πολιτισμός. Με αυτή την επιλογή μας δεν σημαίνει ότι μειώνεται ο προβληματισμός μας πάνω στα βαθύτερα αίτια αυτού του προβλήματος, που είναι κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά και αξιολογικά.. Το πρόβλημα δε λύνεται απλώς με τεχνολογικές παρεμβάσεις (δεδομένου μάλιστα ότι σε παγκόσμιο επίπεδο η προωθούμενη, αυτού του τύπου, πιο συμβατή με το περιβάλλον ενέργεια δεν μπορεί νʼ αντικαταστήσει, στον επιθυμητό εκτεταμένο βαθμό, τις παλιές μορφές ενέργειας), αλλά και με το πέρασμα ενός άλλου τρόπου ζωής (πολύ λιγότερο καταναλωτικού σε ενέργεια) και μιας άλλης κουλτούρας σχετικά με το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής μας. Κι εδώ ακριβώς αναδεικνύεται η ανάγκη ανάδειξης των προταγμάτων της κοινωνικής και πολιτικής οικολογίας (τόσο ως επιστημονικού κλάδου, όσο και ως κινηματικής διαδικασίας), σχετικά με το τι πρέπει νʼ αλλάξει σε κοινωνικές και πολιτικές δομές και θεσμούς. Είναι ακραία σημεία της αξιολογίας και της ιδεολογίας της βιομηχανικής και καπιταλιστικής κοινωνίας, που είναι κυρίως υπεύθυνα για την διαρκώς αυξανόμενη ρύπανση της ατμόσφαιρας, που έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Ωστόσο, ενώ δεν πέφτουμε στην παγίδα να νομίζουμε ότι ξεπεράσαμε το πρόβλημα με το να προτιμήσουμε το ένα σκέλος του διλήμματος, δηλ. τις ΑΠΕ, κινούμενοι ρεαλιστικά προσπαθούμε να τις προωθούμε, όσο γίνεται περισσότερο. Παράλληλα όμως, συνεχίζουμε και τον ευρύτερο αγώνα μας- που απευθύνεται κυρίως στις συνειδήσεις και στο λογικό των πολιτών - για την αλλαγή των προτύπων του βιομηχανισμού και την οικολογική θεώρηση της σχέσης Ανθρώπου και Φύσης.
Τμήμα Οικολογίας και Περιβάλλοντος