Skip to main content.
Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς
30/10/2007

Ομιλία του Γ.Δραγασάκη στη συζήτηση της Ολομέλειας της Βουλής για το σ/ν «Αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις»

ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΒΟΥΛΗΣ

Συζήτηση επί του σ/ν: «Αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις»

Ημερομηνίες συζήτησης: 25 και 30/10/2007

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Κυρία Πρόεδρε, έχουμε το νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, αλλά όλοι έχουμε κατά νου το γενικότερο πολιτικό πλαίσιο που έχει διαμορφωθεί μετά από τις εκλογές, την κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού και ένα κλίμα το οποίο δείχνει ότι η Κυβέρνηση είναι σε μια κατεύθυνση φορολογικής επιδρομής, όπως γράφουν οι εφημερίδες, το βέβαιο είναι στην κατεύθυνση αναζήτησης νέων φόρων, νέων επιβαρύνσεων όχι προς αυτούς που δεν πληρώνουν αλλά προς αυτούς που ήδη έχουν υψηλή φορολογική επιβάρυνση.

Θα ήθελα, λοιπόν, να αρχίσω με ένα σημείο της τοποθέτησης του Εισηγητής της Πλειοψηφίας κυρίου Μητσοτάκη, ο οποίος είπε κάτι κατά τη γνώμη σημαντικό, υπό την έννοια ότι ακούγεται και από τη συγκεκριμένη παράταξη. Αναγνώρισε ο κ. Μητσοτάκης ότι στη χώρα μας έχουμε μια πολύ μεγάλη υστέρηση εσόδων. Είπε, αν θυμάμαι καλά τους αριθμούς, ότι, ενώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα φορολογικά έσοδα αποτελούν το 34% του Εθνικού Εισοδήματος, στη χώρα μας αντιστοιχούν στο 25% του Εθνικού Εισοδήματος. Τι σημαίνουν αυτοί οι αριθμοί; Σημαίνουν ότι στην Ελλάδα τα φορολογικά έσοδα του κράτους είναι περίπου 20.000.000.000 ευρώ λιγότερα από τα αντίστοιχα των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Αυτό είναι πολύ σημαντικό από μόνο του, διότι μας αποκαλύπτει εδώ τη βάση της δημοσιονομικής κρίσης στη χώρα μας.

Η δημοσιονομική κρίση δεν έχει ξεπεραστεί, όπως λέει η Κυβέρνηση, ακριβώς διότι τα έσοδα αυτά δεν επιτρέπουν την ικανοποίηση των αναγκών, που στη χώρα μας μάλιστα είναι και υψηλότερες για τρεις συγκεκριμένους λόγους.

Πρώτον, είμαστε η χώρα με τις υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεύτερον, είμαστε η χώρα με τους υψηλότερους τόκους για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους σε σχέση με όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τρίτον, έχουμε και ένα ιστορικά μεγάλο έλλειμμα υποδομών. Άλλες υποδομές έχει ανάγκη η Γαλλία ή η Γερμανία, άλλες η Ελλάδα. Εμείς ακόμα δεν έχουμε δρόμους που να ενοποιούν τη χώρα. Γιʼ αυτούς τους τρεις λόγους, λοιπόν, η Ελλάδα πρέπει να έχει μεγαλύτερο ποσοστό δημοσίων δαπανών ως ποσοστό του εθνικού εισοδήματος, άρα και υψηλότερο ποσοστό εσόδων.

Αυτό, επομένως, που αναφέρθηκε εδώ μπορεί να αποτελεί για κάποιους οικονομολόγους κοινοτυπία, αλλά από πολιτική άποψη αποτελεί ένα σημείο αφετηρίας για να αξιολογήσουμε τις πολιτικές που εφαρμόζονται και να διαπιστώσουμε τα προβλήματα που προκύπτουν. Εμείς, λοιπόν, με αυτήν την αφετηρία, την οποία έχουμε εκθέσει επανειλημμένα με τις εισηγήσεις μας στον Προϋπολογισμό, λέμε ότι αυτή η Κυβέρνηση έχει συμβάλει στην όξυνση αυτού του προβλήματος, πρώτον, με αλόγιστη μείωση των φορολογικών συντελεστών στα κέρδη και στα μερίσματα. Είναι αλόγιστη και το αποδεικνύει το αποτέλεσμα. Δεν μπορεί σε τρία χρόνια να κατεβάζεις τους συντελεστές στα κέρδη και τα μερίσματα από 35% σε 25%, όταν δεν έχεις ένα φορολογικό σύστημα να μπορέσει να εισπράξει έστω το 25%.

Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, κύριε Υπουργέ, και σε όλες τις αναπτυγμένες χώρες του κόσμου, σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ παρατηρείται σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων από επιχειρήσεις, παρά τη μείωση των φορολογικών συντελεστών. Η μόνη χώρα του ΟΟΣΑ στην οποία έχουμε μείωση των φορολογικών εσόδων από κέρδη και μερίσματα είμαστε εμείς και πρέπει να πάρετε θέση σ' αυτό. Εσείς λέγατε στον ελληνικό λαό: «Θα μειώσουμε τους συντελεστές και έτσι θα αυξηθούν τα έσοδα». Εδώ έχουμε μείωση και πρέπει να ξέρει ο ελληνικός λαός, πρέπει να ξέρουν αυτοί που ακούνε ότι η Κυβέρνηση μπορεί και να αυξήσει τον Φ.Π.Α. ή ψάχνει τρόπο να επιβαρύνει τους έμμεσους φόρους ότι αυτό γίνεται για να καλυφθεί το έλλειμμα που δημιούργησε η πολιτική αυτής της Κυβέρνησης.

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο ευθύνεται η Κυβέρνηση είναι ότι, πέρα από τη μείωση των συντελεστών, είχαμε μία πλουσιοπάροχη παροχή φορολογικών ελαφρύνσεων και απαλλαγών προς ισχυρές κοινωνικές ομάδες. Όσοι από εσάς ήσασταν σε αυτήν την Αίθουσα εδώ τα τελευταία τριάμισι χρόνια θα θυμάστε την ευκολία με την οποία η Κυβέρνηση έφερνε και ψήφιζε νόμους απαλλαγών, να απαλλαγεί η Εκκλησία από κάθε είδους εισφορά και φόρο, να απαλλαγούν οι τηλεοράσεις και οι διαφημιστικές επιχειρήσεις, να απαλλαγεί η τάδε κοινωνική ομάδα, λες και υπήρχε ένα πλεόνασμα προϋπολογισμού που επέτρεπε μια τέτοια πολιτική.

Ο τρίτος, βεβαίως, λόγος είναι ότι η Κυβέρνηση αυτή ανέχθηκε τη φοροδιαφυγή αλλά και τη φοροαποφυγή -την οποία διεύρυνε- του πλούτου και θα αναφερθώ στο τέλος γιʼ αυτό. Εν όψει, λοιπόν, αυτής της κατάστασης έχει μπει η Κυβέρνηση στην υποχρέωση να δει τι φόρο θα επιβάλει, αν θα είναι ο Φ.Π.Α., αν θα είναι στη βενζίνη, αν θα είναι τάχατες για το περιβάλλον. Η ουσία είναι ότι ψάχνει να επιβάλει νέους φόρους και αυτά ακριβώς θα τα συζητήσουμε πιο αναλυτικά, όταν έρθει το σχετικό φορολογικό νομοσχέδιο.

Εμείς εκτιμούμε ότι στο πλαίσιο αυτό έρχεται και το νομοσχέδιο για τη φοροδιαφυγή περισσότερο για λόγους επικοινωνιακούς, για να δείξει η Κυβέρνηση ότι: «Ξέρετε, εμείς κάνουμε ό,τι μπορούμε για την πάταξη της φοροδιαφυγής, αλλά τι να κάνουμε που οι Έλληνες από τη φύση τους ή από το γονίδιό τους δεν έχουν σωστή φορολογική συνείδηση; Δεν υπάρχει άλλη λύση επί του παρόντος, παρά να επιβάλλουμε νέους φόρους». Αυτό το σκοπό κατά βάση υπηρετεί αυτό το νομοσχέδιο. Δεν εξηγείται αλλιώς που αυτό το πρόβλημα ανασύρεται ακριβώς τη συγκεκριμένη στιγμή, ενώ βεβαίως υπήρχε από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε η Κυβέρνηση την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας, εννοώ από το 2004.

Τι προβλέπει όμως το συγκεκριμένο νομοσχέδιο και κατά πόσο μπορεί κανείς να πει: «Έστω, ας γίνει ένα μικρό βήμα και βλέπουμε»; Η δική μας απάντηση είναι ότι το βήμα αυτό δεν γίνεται. Από τη μια, έχουμε προσπάθεια να αντιμετωπιστεί –ας πούμε- ένας καρκίνος με ασπιρίνη. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό.

Υπάρχουν και ορισμένες ρυθμίσεις οι οποίες ρίχνουν λάδι στην φωτιά της φοροδιαφυγής. Δηλαδή, δεν είναι απλώς ότι δεν περιορίζουν την φοροδιαφυγή αλλά υπάρχουν και κίνδυνοι να πυροδοτηθεί περαιτέρω αυτό το φαινόμενο. Θα γίνω πιο συγκεκριμένος. Η πρώτη ομάδα μέτρων που θεσπίζει το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι ότι δημιουργεί ορισμένα όργανα, ένα εθνικό συμβούλιο για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και μια μονάδα φορολογικής πολιτικής, μια μονάδα μελέτης αν κατάλαβα καλά.

Για να αρχίσω από το δεύτερο αν και δεν είναι μέτρο άμεσης απόδοσης εμείς επισημαίνουμε την ανάγκη ότι στοιχεία έγκυρα και έγκαιρα δεν έχουμε. Μελέτες που να μελετούν και να προσδιορίζουν τις συνέπειες της μιας ή της άλλης φορολογικής ρύθμισης δεν έχουμε. Πολλές φορές παίρνονται μέτρα τα οποία έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Επομένως το να υπάρξει μια υποδομή η οποία να μελετά, να παρέχει στοιχεία κ.λπ., είναι κάτι θετικό.

ʽΕχω ένα ερώτημα γιατί γίνεται στα πλαίσια του συμβουλίου εμπειρογνωμόνων. Αυτό είναι ένα όργανο που είναι το μακρύ χέρι του Υπουργού, απʼ ό,τι έχω καταλάβει. Εφόσον η Κυβέρνηση έχει διαπιστώσει την ανάγκη ας αποφασίσει είτε να γίνει μια διεύθυνση μελετών, είτε να γίνει ένα ινστιτούτο μελετών. Εδώ η ΓΣΕΕ έχει κάνει ένα μικρό ινστιτούτο και παράγει ένα σωρό σημαντικές μελέτες. Και το ΙΟΒΕ από την πλευρά των βιομηχάνων παράγει έργο. Βέβαια δεν κρίνω την κατεύθυνσή του. Ας γίνει λοιπόν κάτι σοβαρό αφού εντοπίζεται αυτό το πρόβλημα.

Στο δεύτερο στο εθνικό συμβούλιο για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής πρέπει να πούμε ότι αυτά τα συμβούλια δεν αποδίδουν. Είναι πολυπληθή και συμμετέχουν οι πάντες. Συνέρχεται μια φορά στους έξι μήνες και βγάζει ένα λόγο ο Υπουργός. Δεν παίρνουν αποφάσεις. Τι αποτέλεσμα θα έχει; Αν ο κύριος Υπουργός θέλει να ακούσει τις απόψεις των φορέων και των κομμάτων μπορεί να το κάνει εδώ σε μια συνεδρίαση της επιτροπής. Δυστυχώς οι κυβερνήσεις δεν ακούν. Επομένως ούτε αυτό το μέτρο θα έχει ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Η δεύτερη ομάδα μέτρων είναι οι περιβόητες αποδείξεις. Το μέτρο εφαρμόστηκε, το αποτέλεσμα αξιολογήθηκε και μετά αποσύρθηκε. Ούτε τώρα μπορεί να έχει κάποιο αποτέλεσμα. Ας είμαστε ειλικρινείς. Αν το μέτρο απευθύνεται σε εκείνον το φορολογούμενο που λέει δεν παίρνω απόδειξη από τον ηλεκτρολόγο γιατί έτσι γλιτώνω το Φ.Π.Α. τότε δεν θα έχει αποτέλεσμα το μέτρο, διότι εξακολουθεί να είναι πιο συμφέρουσα η μη απόδειξη. Πέρα από αυτό, υπάρχει και το γνωστό πρόβλημα του διαχειριστικού κόστους, του κόστους του ελέγχου κ.λπ. Επομένως δεν μπορεί κανείς να ελπίζει ότι αυτό το μέτρο θα έχει αποτέλεσμα.

Τρίτον, δεν αφορά αυτούς που είναι κάτω από το αφορολόγητο όριο, κάτω από δεκατέσσερις ή κάτω από δώδεκα χιλιάδες ευρώ. Αυτοί έτσι και αλλιώς δεν πληρώνουν φόρο. ʽΑρα δεν έχουν κίνητρο να ψάχνουν για αποδείξεις. Είναι λοιπόν περιορισμένη η δυνατότητα του μέτρου.

Τρίτη ομάδα μέτρων, που είναι τα πιο σημαντικά, περιλαμβάνει αυτό που λέγεται εθελούσιος διακανονισμός. Στην ουσία εδώ έχουμε το μεγάλο πρόβλημα για το πώς κλείνονται οι φορολογικές υποθέσεις στην Ελλάδα. Ο τρόπος με τον οποίο κλείνονται οι φορολογικές υποθέσεις στην Ελλάδα αποτελεί θερμοκήπιο φοροδιαφυγής. Αυτή είναι και η γνώμη έγκριτων νομικών, επιστημόνων, ειδικών που μελετούν αυτό το φαινόμενο.

Μου έκαναν εντύπωση οι σωστές απόψεις που διετύπωσε σήμερα ο εκπρόσωπος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ʽΌμως δεν βρήκε μια κουβέντα να πει γιατί όλα αυτά δεν έγιναν επί τόσα χρόνια, όχι για να θυμηθούμε το παρελθόν αλλά για να εμβαθύνουμε στο πρόβλημα. Αν είναι τόσο απλά τα πράγματα, γιατί δεν τα ρυθμίσατε τόσα χρόνια στην εξουσία;

Και εδώ θέλω να αναφερθώ σε κάτι που γινόταν και επί ΠΑ.ΣΟ.Κ. και επί Νέας Δημοκρατίας. ʽΌταν κάθε τόσο έρχεται εδώ ένα νομοσχέδιο που κλείνει τις υποθέσεις με ειδικούς τρόπους, χαριστικούς στην πραγματικότητα, πώς να δημιουργηθεί όχι μόνον η συνείδηση αλλά και η υποχρέωση στον επιχειρηματία, στον επαγγελματία, να λειτουργήσει με βάση τη νομοθεσία;

Δεν είναι μόνο αυτό. Με το πλαίσιο που διαμορφώνεται τώρα είναι πολύ δύσκολο σε κάποιον επαγγελματία- επιχειρηματία να λειτουργήσει, ας το πω έτσι, ως έντιμος άνθρωπος. Ας υποθέσουμε ότι το κάνει, ας υποθέσουμε ότι δηλώνει τα πάντα στη δήλωσή του, δεν θέλει να έχει μπελάδες με την εφορία, θέλει να είναι καθαρός και θεωρεί ότι έτσι κλείνει η υπόθεση. Ας υποθέσουμε ότι ένας άλλος δεν γράφει στα βιβλία του τα πραγματικά στοιχεία, κλέβει την εφορία.

Τι τύχη θα έχει ο πρώτος και τι τύχη θα έχει ο δεύτερος; Αυτό έχει σημασία. Ο πρώτος κινδυνεύει να υποστεί τα πάνδεινα παρʼ όλο που ήταν έντιμος. Μπορεί να πάει ο έφορος και να του πει «εδώ έχουμε λογιστικές διαφορές», γιατί του έχουν πει ότι δεν νοείται να μην υπάρχουν λογιστικές διαφορές.

Ο άλλος τώρα που δεν είπε την αλήθεια, εφόσον επιλεγεί για να γίνει έλεγχος στα βιβλία του ή εφόσον ζητήσει ο ίδιος να του γίνει έλεγχος, τότε μπορεί, δηλώνοντας «εγώ έκανα λάθος και θέλω να υποβάλλω συμπληρωματική δήλωση», να υποβάλει εκ των υστέρων αυτήν τη συμπληρωματική δήλωση και να του χαριστούν τα πρόστιμα σε ένα ποσοστό.

Το πρόβλημα δηλαδή είναι ότι το σύστημα, όπως δουλεύει, εξακολουθεί να τιμωρεί αυτόν που προσπαθεί να είναι εντάξει και δημιουργεί ευκαιρίες για κέρδος σε εκείνον που δεν είναι εντάξει. Οι επιχειρηματίες άλλωστε έχουν μία αίσθηση του ρίσκου. Υπάρχουν άνθρωποι που παίζουν στο χρηματιστήριο. Ξέρουν ότι μπορεί να χάσουν τα λεφτά τους, αλλά μπορεί και να κερδίσουν. Άρα εδώ, με τη λογική ακριβώς του ρίσκου, δημιουργείται ένα κίνητρο να ρισκάρει ο άλλος να τον πιάσει η εφορία, όμως, λέει «αν δεν με πιάσει θα κερδίσω πολλά. Αν πάλι με πιάσει το κόστος δεν είναι πολύ μεγάλο».

Η τέταρτη ομάδα μέτρων είναι τα περί καταγγελίας της δωροδοκίας. Το μέτρο αυτό είναι δίκοπο μαχαίρι και θέλει προσοχή. Το είπαμε και στην Επιτροπή. Θα μπορούσε κανείς να το δεχθεί και ως ακραίο μέτρο, αλλά πρέπει να θωρακιστεί από τον κίνδυνο κατάχρησης.

Μπορεί να υπάρξουν επιχειρηματίες που να έχουν τόσο μεγάλες εκκρεμότητες με την εφορία, να υπάρχουν τόσο μεγάλα πρόστιμα σε βάρος τους, που να τους ωθήσει να στήσουν τέτοιες δουλειές, δήθεν καταγγελίας για δωροδοκία. Πρέπει, λοιπόν, να θωρακιστεί είτε με την παρουσία εισαγγελέα, είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο.

Τέλος, το νομοσχέδιο έχει και τις συνήθεις αποσπασματικές φωτογραφικές διατάξεις. Το δικό μας συμπέρασμα είναι ότι δεν αποτελεί την αναγκαία τομή στο υπαρκτό πρόβλημα της φοροδιαφυγής. Δεν βλέπουμε ουσιώδη αποτελέσματα, μάλιστα βλέπουμε και κινδύνους από την εφαρμογή ορισμένων διατάξεων. Τι πρέπει να γίνει;

Νομίζω ότι υπαινίχθηκαν όλοι οι ομιλητές –και είναι ενδιαφέρον αυτό- από όλα τα κόμματα πως το πρόβλημα αυτό είναι βαθύτερο. Το ερώτημα είναι πώς διαμορφώνεις μία φορολογική συνείδηση, που σημαίνει πώς αίρονται οι αδικίες του συστήματος και πώς αυξάνει η κοινωνική ανταποδοτικότητα των φόρων, πράγμα το οποίο είναι πολύ ευρύτερο από τους στόχους ενός νομοσχεδίου;

Εγώ, λοιπόν, θα ήθελα να ολοκληρώσω με ορισμένα ερωτήματα προς τους Υπουργούς, ευελπιστώντας την απάντησή τους, διότι αυτά θα μας χρειαστούν και στα επόμενα νομοσχέδια και στον προϋπολογισμό.

Πρώτον, πόση είναι η φοροδιαφυγή. Εμείς θέλουμε αριθμούς, έστω κατʼ εκτίμηση. Πόση είναι η φοροδιαφυγή στο ΦΠΑ και στο φόρο εισοδήματος; Είναι διαφορετικής τάξης τα δύο προβλήματα. Πόση είναι η φοροδιαφυγή στο ΦΠΑ που καταβλήθηκε, δηλαδή αυτό που πλήρωσε ο καταναλωτής, οπότε αυτό το χρήμα έχει κλαπεί. Δεν είναι καν φοροδιαφυγή, είναι φοροκλοπή. Επίσης, πόσο υπολογίζεται ο ΦΠΑ που οφείλεται στη μη καταγραφή της συναλλαγής.

Δεύτερον, ποιοι κάνουν τη φοροδιαφυγή. Βεβαίως, όλοι κάνουν φοροδιαφυγή. Πολύ ωραία! Από άποψη, όμως, πολιτικής αντιμετώπισης έχει σημασία πού επικεντρώνεται, ποιες είναι οι βασικές εστίες φοροδιαφυγής, είτε κατά κατηγορίες, κατά επαγγέλματα, κατά επιχειρήσεις, κατά μέγεθος επιχειρήσεων κ.λπ. Δημοσιεύστε, εν πάση περιπτώσει, τους εκατό μεγαλύτερους φοροφυγάδες στην Ελλάδα. Γιατί να είναι απόρρητα τα ονόματα; Αναφερόμαστε σε φοροφυγάδες που επιβεβαιώθηκαν.

Επίσης, γράφτηκε στον Τύπο ότι θα φέρνατε στο νομοσχέδιο αυτό τη φορολόγηση των λεγόμενων stock options, δηλαδή το εισόδημα που παίρνουν ανώτατα στελέχη επιχειρήσεων σε είδος.

Όπως ένας εργάτης παίρνει μια γαλοπούλα μια φορά τα Χριστούγεννα ως δώρο, ορισμένα διευθυντικά στελέχη παίρνουν μετοχές. Γιατί δεν υπάρχει αυτή η διάταξη; Γιατί έχετε ασυλία; Δώστε κάποια εξήγηση γιατί πρέπει να είναι αφορολόγητο αυτό το εισόδημα από stock options.

Πέμπτον, μερίσματα: Ενημερώστε τη Βουλή, κύριε Υπουργέ, πόση είναι η μέση φορολόγηση των μερισμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση για να δούμε που βρισκόμαστε εμείς.

Γιατί πρέπει δηλαδή αυτός που ζει από μερίσματα να πληρώνει λιγότερο φόρο από κάποιον που ζει από τη δουλειά του; Εξηγήστε το και αυτό.

Έκτον: Θέλουμε να έρθει στη Βουλή μια μελέτη ένα σημείωμα πόσο στοιχίζουν οι φοροαπαλλαγές της Εκκλησίας για εμπορικές δραστηριότητές της εννοείται. Ενημερώστε. Γιατί να είναι απόρρητο αυτό το στοιχείο και γιατί τα περισσότερα Κόμματα δεν μιλούν γιʼ αυτό το θέμα; Δεν έχω καταλάβει ακριβώς τι συμβαίνει εδώ.

Έβδομον: Θέλω να μας πληροφορήσετε, κύριε Υπουργέ, πόσα είναι τα κέρδη από χρηματιστηριακές πράξεις και από άλλες επενδύσεις σε χρηματοοικονομικά, χρηματοπιστωτικά προϊόντα. Πόσα είναι αυτά τα κέρδη; Επίσης, πόσα είναι τα έσοδα των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης από φορολογίες επί των κερδών αυτών το λεγόμενο capital game tax που ισχύει διεθνώς. Φέρτε μας στοιχεία. Τι είμαστε εμείς ως χώρα; Γιατί τέτοια εξαίρεση;

Φέρτε μας επίσης, κύριε Υπουργέ, στοιχεία πόσοι είναι οι φόροι που εισπράττει το κράτος από τους εφοπλιστές. Πόσα είναι τα έσοδα από τους εφοπλιστές και πόσα είναι τα φορολογικά έσοδα του κράτους από τις καταθέσεις μονίμων κατοίκων της χώρας μας στο εξωτερικό. Πόσα είναι τα έσοδα που καταγράφει ο προϋπολογισμός από αυτές τις πηγές για να μπορούμε να συζητήσουμε πιο υπεύθυνα ποιοι πληρώνουν φόρους στην Ελλάδα, ποιοι δεν πληρώνουν, ποιοι ενδεχομένως θα μπορούσαν να πληρώσουν περισσότερο κ.λπ.

Ευχαριστώ.

2η Συνεδρίαση: 30/10/2007

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συνεχίζουμε σήμερα τη συζήτηση για το πώς θα παταχθεί η φοροδιαφυγή. Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να σας διαβάσω κάτι που διάβασα χθες στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» και αφορά το Υπουργείο Οικονομικών. Αναφέρεται σε μια σύμβαση που υπέγραψε ο ΟΠΑΠ με την INTRALOT .

Στο άρθρο 3 της σύμβασης, ο ΟΠΑΠ αποδέχεται να τιμολογεί το μεγαλύτερο μέρος της μηνιαίας δόσης όχι στην INTRALOT A.E, αλλά στην INTRALOT INTERNATIONAL, θυγατρική εταιρεία η οποία εδρεύει στην Κύπρο, με αντικείμενο δραστηριότητας την απόκτηση συμμετοχών σε διάφορες εταιρείες του εξωτερικού.

Εάν το δημοσίευμα είναι ακριβές, κύριε Υπουργέ, αυτό αποτελεί μια μορφή φοροδιαφυγής. Δηλαδή εντός της ελληνικής επικράτειας, ένας οργανισμός εποπτευόμενος από το Υπουργείο Οικονομικών συνάπτει μια σύμβαση με μια άλλη εταιρεία, την INTRALOT, την οποία δεν αξιολογούμε εμείς αυτή τη στιγμή και συμφωνεί να πληρώνεται όχι η ελληνική εταιρεία στην Ελλάδα, αλλά να πηγαίνει το τίμημα σε μια εταιρεία που εδρεύει στην Κύπρο.

Γιατί το κάνει αυτό η εταιρεία INTRALOT; Προφανώς για να αποφύγει τη φορολογία.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΚΑΡΑΜΑΡΙΟΣ: Μπορεί να πληρώσει στην Ελλάδα.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Δεν το καταλάβατε. Το τίμημα δεν θα εμφανιστεί στον ισολογισμό της INTRALOT Ελλάδος για να φορολογηθεί στην Ελλάδα.

Το τίμημα θα εμφανιστεί στον ισολογισμό της διεθνούς «Ιntralot Κύπρου». Κοιτάξτε, αν αυτό δεν είναι κατανοητό –εφόσον είναι έτσι τα γεγονότα- δεν έχει νόημα να συζητάμε το νομοσχέδιο. Με την ευθύνη του Υπουργείου που θέλει να πατάξει τη φοροδιαφυγή, έχουμε μια μορφή νομότυπης φοροδιαφυγής, με λεφτά του δημοσίου.

Το αναφέρω, λοιπόν, αυτό το παράδειγμα –δεν ξέρω αν ο Υπουργός είναι έτοιμος να δώσει κάποια εξήγηση στη Βουλή- για να αρχίσω και εγώ με το ερώτημα τι είναι τελικά αυτή η περιβόητη φοροδιαφυγή. Είναι ένα αφηρημένο κοινωνικό φαινόμενο, στο οποίο εμπλέκεται όλη η κοινωνία συλλήβδην; Είναι ένα μυστηριώδες αποτέλεσμα μιας μυστηριώδους έλλειψης φορολογικής συνείδησης ειδικά από τους Έλληνες; Είναι θέμα γονιδίου της ελληνικής φυλής;

Προφανώς, δεν πρόκειται για τίποτα απʼ όλα αυτά. Ιστορικά, η φοροδιαφυγή αποτελούσε και αποτελεί μορφή πλουτισμού, τρόπο απόκτησης κέρδους ή τρόπο αύξησης του κέρδους. Το φαινόμενο είναι παγκόσμιο. Αν δούμε πώς λειτουργεί το παγκόσμιο σύστημα, θα δούμε τη χαρτογράφηση του πυρήνα αυτού του φαινομένου. Έχουμε σε όλο τον κόσμο χιλιάδες off-shore εταιρειών –υπεράκτιων εταιρειών όπως τις λέμε- έχουμε δεκάδες κρατιδίων τα οποία λειτουργούν επισήμως ως φορολογικοί παράδεισοι. Τρισεκατομμύρια ευρώ αποθηκεύονται σε αυτούς τους φορολογικούς παραδείσους από όλες τις πολυεθνικές και όχι μόνο.

Το ελληνικό κεφάλαιο ιστορικά είναι πρωταγωνιστής σε αυτές τις δραστηριότητες. Σας είπα και την άλλη φορά στοιχεία –αν και θα έπρεπε το Υπουργείο Οικονομικών να φέρει εδώ κάποιες εκτιμήσεις- σύμφωνα με τα οποία σε πεντακόσια πενήντα δισεκατομμύρια δολάρια εκτιμώνται οι καταθέσεις Ελλήνων στο εξωτερικό, σύμφωνα με ένα δημοσίευμα από το «ΒΗΜΑ» που στηρίζεται σε πηγές τραπεζών.

Και ερχόμαστε τώρα εμείς να πατάξουμε τι ακριβώς;

Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι παγκόσμιο αλλά οπωσδήποτε στην Ελλάδα έχει μια ιδιαίτερη έξαρση. Σε όλα τα επίσημα διεθνή στοιχεία, η Ελλάδα φιγουράρει ανάμεσα στις πρώτες χώρες σε ό,τι αφορά τη φοροδιαφυγή με τη μια ή την άλλη μορφή της.

Η φοροδιαφυγή, επίσης, χρησιμοποιείται ιστορικά, όπως είπα, ως μορφή πλουτισμού. Βεβαίως, ο κάθε ένας που μπορεί, προσπαθεί μέσω της φοροδιαφυγής να λύσει και άλλα προβλήματα. Αν δεν μπορεί να πλουτίσει μέσω της φοροδιαφυγής, κάποιος άλλος προσπαθεί να επιβιώσει μέσω της φοροδιαφυγής.

Αυτό εμείς δεν το νομιμοποιούμε. Λέμε ότι πρόκειται για αυταπάτη –στην καλύτερη περίπτωση- ή για συνειδητό αποπροσανατολισμό το να επιδιώκει κανείς να πατάξει τη φοροδιαφυγή χωρίς να αντιμετωπίσει το γενικότερο φαινόμενο του παράνομου πλουτισμού, χωρίς να αντιμετωπίσει δηλαδή το φαινόμενο της φοροδιαφυγής που γίνεται με νόμιμο τρόπο, όπως είπα με ένα πολύ μικρό παράδειγμα στην αρχή. Και ειδικά στη χώρα μας, κυρίαρχες μορφές πλούτου ξεφεύγουν από κάθε μορφή φορολογικής επιβάρυνσης.

Σήμερα, στο σύγχρονο καπιταλισμό, μεγάλο μέρος των κερδών που δημιουργούνται στη φάση της παραγωγής, διακινείται μέσω των χρηματοπιστωτικών θεσμών, του Χρηματιστηρίου, των μετοχών, διαφόρων προϊόντων κ.λπ. Όταν λοιπόν όλα αυτά μένουν ουσιαστικά αφορολόγητα, τι ακριβώς επιδιώκουμε; Υπάρχει κίνδυνος αν αφήνει η Κυβέρνηση αφορολόγητες όλες αυτές τις μορφές πλούτου, εν τέλει τα όποια μέτρα προσπαθεί να επιβάλλει να είναι μέτρα τα οποία συνθλίβουν την παραγωγική διαδικασία.

Επομένως, υπάρχει φοροδιαφυγή και είναι τεράστιο το πρόβλημα, αλλά η αντιμετώπισή της δεν μπορεί να γίνει με τρόπο αποσπασματικό και κυρίως δεν μπορεί να γίνει με τρόπο που να συντηρεί όλα εκείνα τα στοιχεία του συστήματος, που είτε λόγω των αδικιών που εμπεριέχουν –εννοώ τις φορολογικές αδικίες- είτε λόγω της πολυπλοκότητας του συστήματος είτε λόγω του τρόπου με τον οποίο εφαρμόζεται στην πράξη η φορολογική νομοθεσία –ο τρόπος με τον οποίο κλείνουν οι περιβόητες φορολογικές υποθέσεις- αναπαράγεται διαρκώς η φοροδιαφυγή, αναπαράγεται δηλαδή το πρόβλημα το οποίο θέλουμε να αντιμετωπίσουμε.

Επίσης, το δεύτερο που θα θέλαμε εμείς να πούμε -διότι στην εισήγησή μου αναφέρθηκα και στα άρθρα- είναι το εξής: Θα έπρεπε η Κυβέρνηση πρώτα να φέρει το φορολογικό νομοσχέδιο, δηλαδή πρώτα να μας πει τι είδους φόρους σκέφτεται να επιβάλει, τι είδους αλλαγές προτίθεται να κάνει στο φορολογικό σύστημα και μετά να έρθει το νομοσχέδιο για την πάταξη της φοροδιαφυγής. Να δούμε, δηλαδή, τα νομοσχέδια που επίκεινται, οι νέες ρυθμίσεις που επίκεινται καθιστούν το σύστημα δικαιότερο; Ανακατανέμουν τα φορολογικά βάρη σε βάρος αυτών που δεν πληρώνουν όσα μπορούν να πληρώσουν; Διότι αν δεν το κάνει αυτό και απλά θα κάνει το σύστημα ακόμα πιο άδικο, τότε μπορούμε να πούμε ότι και οι όποιες ρυθμίσεις περιέχονται εδώ και οι οποίες ενδεχομένως να μπορούσαν να λύσουν έστω κάποια επιμέρους προβλήματα, ούτε αυτές οι ρυθμίσεις θα μπορέσουν να αποδώσουν.

Επομένως, το δικό μας συμπέρασμα είναι ότι το πρόβλημα για μας παραμένει ανοιχτό. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν αντιμετωπίζει αυτό το πρόβλημα. Ενδεχομένως μάλιστα, να επιδεινώσει και κάποιες πτυχές του και γιʼ αυτό περιμένουμε ένα νέο νομοσχέδιο, το οποίο στη βάση συγκεκριμένων στοιχείων και στη βάση ενός συνολικού σχεδιασμού που θα αντιμετωπίζει ταυτόχρονα και τη φορολογική ασυλία και τη φορολογική απαλλαγή που δεν έχει βάση και δεν εδράζεται σε πραγματικούς λόγους και αιτίες και τη φοροαποφυγή, θα μπορούμε μέσα σʼ ένα τέτοιο πλαίσιο πράγματι να προσδοκούμε ότι θα έχουμε κάποια αποτελέσματα στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής.