ΑΝΝΑ ΦΙΛΙΝΗ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα φορολογικά βάρη στις πλάτες του εργαζόμενου λαού γίνονται με τη σημερινή Κυβέρνηση διαρκώς πιο δυσβάστακτα, ενώ από την άλλη μεριά οι μεγάλοι φοροφυγάδες συνεχίζουν να φοροδιαφεύγουν συχνά και νομίμως, όπως γίνεται τώρα με την «ΙΝΤRΑLΟΤ». Αναφέρθηκε αυτό το ζήτημα ολοκάθαρα σήμερα από τον κ. Δραγασάκη.
Επιθυμώ αρχικά να μιλήσω για τα άρθρα του συγκεκριμένου νομοσχεδίου που αναφέρονται στη φορολογική συνείδηση καθώς και για τα άρθρα σχετικά με την παραβατική συμπεριφορά και με τα φαινόμενα δωροδοκίας. Υποστηρίζουμε ότι όλες αυτές οι διαδικασίες κατάδοσης, όχι μόνο είναι συνειδησιακά ανεπίτρεπτες μέθοδοι, αλλά δεν φέρνουν και συγκεκριμένα αποτελέσματα. Στο άρθρο 6 του νομοσχεδίου υποστηρίζεται, πρώτον, ότι αν υπάρξει κατάδοση κρατικού υπαλλήλου, ο φορολογούμενος απαλλάσσεται από κάθε παράβαση που είχε ήδη διαπιστωθεί. Όμως, η ουσία είναι τελικά ότι το ποσό που ζητείται παρανόμως ως αντάλλαγμα από τον έφορο που δωροδοκείται, θα είναι τελικά πάντοτε μικρότερο από το ποσό του κυρίου φόρου που καλείται να αποδώσει ο φορολογούμενος, οπότε το κίνητρο είναι τελικά εξαιρετικά αδύναμο.
Δεύτερον, το κίνητρο ότι δεν θα γίνεται έλεγχος στο τρέχον έτος και στα δύο επόμενα έτη, αυτοαναιρείται τελικά από τις επόμενες διατάξεις σχετικά με άλλες τυπικές παραλεiψεις, όπου οποιοδήποτε μικρό λάθος αρκεί για να αναιρεθεί αυτό το ίδιο το κίνητρο, το οποίο αναφέρεται στο σχετικό νομοσχέδιο.
Όλο αυτό το σύστημα κινήτρων αυτοαναιρείται και υποστηρίζουμε ότι τελικά δεν μπορεί να λειτουργήσει. Όμως, συνολικά αυτό το σύστημα είναι τόσο γραφειοκρατικό και πολυδαίδαλο, ώστε η διαπίστωση και των πιο μικρών παραλείψεων καθιστά τον απλό φορολογούμενο έρμαιο των καλών ή κακών προθέσεων των ελεγκτών, ενώ οι μεγάλοι φοροφυγάδες έχουν πάντοτε την ευχέρεια, τελικά, να συναλλάσσονται προς όφελός τους. Χρειάζεται απλούστευση όλων αυτών των τύπων και διαδικασιών και κυρίως να μην υπάρχει αυτή η σημερινή προσωπική επαφή φορολογούμενου και ελεγκτή. Όσο αυτό το σύστημα διαιωνίζεται, δεν μπορεί να δημιουργηθεί φορολογική συνείδηση γενικότερα στους φορολογούμενους.
Όμως, το πρωτεύον ζήτημα για την απόκτηση φορολογικής συνείδησης, είναι άλλο. Στην Ελλάδα κατά κοινή ομολογία, έχουμε μια χαμηλή φορολογική συνείδηση και αυτό οφείλεται πρώτα και κύρια στο γεγονός ότι ο Έλληνας πολίτης δεν θεωρεί ότι το κράτος προορίζει τα έσοδα των φόρων για μια καλυτέρευση της παιδείας για τα παιδιά του, της υγείας, της διάσωσης του περιβάλλοντος και του πολιτισμού. Δηλαδή, κυριαρχεί μία βαθύτατη δυσπιστία. Δεν δικαιολογώ μ΄ αυτόν τον τρόπο τη φοροδιαφυγή. Πάντως κυριαρχεί αυτή η δυσπιστία προς το κράτος και προς τις ιεραρχήσεις των κυβερνήσεων. Αυτό μπορεί να ανατραπεί στη συνείδηση των πολιτών, κατʼ αρχήν, με μια δικαιότερη εισοδηματική πολιτική και με μία έμπρακτη απόδειξη της φροντίδας του κράτους για την καθημερινή ζωή των πολιτών.
Τι παρέχει τελικά το κράτος δωρεάν στον πολίτη; Είναι τυχαίο το ότι είμαστε η ευρωπαϊκή χώρα με τις αναλογικά μεγαλύτερες δαπάνες στον τομέα της ιδιωτικής υγείας; Στις μεταφορές επιβάλλεται όλο και περισσότερο, σχεδόν ολοκληρωτικά, το σύστημα των διοδίων. Στις άγονες γραμμές δεν επιδοτείται η ακτοπλοΐα. Στην παιδεία κυριαρχεί η ιδιωτική παραπαιδεία μέχρι το πανεπιστήμιο και τώρα ετοιμάζονται να ισχυροποιηθούν και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Στον πολιτισμό, διαρκώς παραμένουν αφύλακτα τα αρχαιολογικά μνημεία, καθυστερούν ανασκαφές που περιμένουν εδώ και πολλά χρόνια. Τελικά σε όλα εισβάλλει ο ιδιωτικός παράγοντας όλο και περισσότερο, με αποτέλεσμα ο φορολογούμενος να είναι όλο και περισσότερο αποξενωμένος από τις παροχές του κράτους. Γιʼ αυτό αισθάνεται όλο και λιγότερο υποχρεωμένος να συνεισφέρει σʼ αυτές.
Αντίθετα, κύριοι συνάδελφοι, οι πολίτες βλέπουν ότι οι έμμεσοι φόροι, που πλήττουν κυρίως τα ασθενέστερα στρώματα, διαρκώς αυξάνονται. Στο σχέδιο του νέου κρατικού προϋπολογισμού της Κυβέρνησης, βλέπουμε ότι το 2005 οι έμμεσοι φόροι ήταν 23,7 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ για το 2008 οι έμμεσοι φόροι υπολογίζονται στα 32,7 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή προβλέπεται μια αύξηση των έμμεσων φόρων κατά 9.000.000.000 ευρώ, δηλαδή κατά 38%.
Παράλληλα οι άμεσοι φόροι για το 2005 ήταν 18,3 δισεκατομμύρια, ενώ για το 2008 θα έχουμε μια αύξησή τους μόνο κατά 19%. Βλέπουμε ότι η αύξηση των εσόδων από τους άμεσους φόρους είναι ουσιαστικά ίδια με την αύξηση του Α.Ε.Π., δηλαδή έσοδα από τη μείωση της φοροδιαφυγής δεν προβλέπονται ούτε από την ίδια την Κυβέρνηση, μέσα από τον προϋπολογισμό της, για το 2008.
(Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει ο Γʼ Αντιπρόεδρος της Βουλής κ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ)
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η ίδια η Κυβέρνηση τελικά ακυρώνει τις προθέσεις που η ίδια ισχυρίζεται ότι έχει με ετούτο εδώ το νομοσχέδιο για την πάταξη της φοροδιαφυγής. Γιʼ αυτό, όπως ήδη έχουμε πει, το καταψηφίζουμε.