ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ (Γενικός Εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ): Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο Εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας άρχισε την εισήγηση του, κάνοντας μία αναφορά στις αβεβαιότητες και στους κινδύνους, που χαρακτηρίζουν τη συγκυρία που ζούμε, θα ήθελα να συμφωνήσω με την άποψη αυτή και να την ενισχύσω. Όντως, όχι μόνο ο Προϋπολογισμός, αλλά συνολικά η περίοδος, που διανύουμε, χαρακτηρίζεται από μεγάλες αβεβαιότητες, οι οποίες αφορούν όχι μόνο στην τιμή του πετρελαίου, που κανείς πια δεν μπορεί να προβλέψει πώς θα διαμορφωθεί, αλλά και στη χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία έχει ξεσπάσει, αρχικά στην Αμερική, αλλά επεκτείνεται σε όλο τον κόσμο. Από τους κινδύνους, η κρίση αυτή μπορεί να μετεξελιχθεί σε κρίση της παραγωγής και της πραγματικής οικονομίας ή σε ύφεση, ακόμη και από κινδύνους που προέρχονται από τη γενικότερη πολιτική των Η.Π.Α, και τη φημολογούμενη επίθεση στο Ιράν. Μία εξέλιξη, η οποία, αν συμβεί, θα έχει δραματικές συνέπειες για όλο τον κόσμο.
Το ερώτημα, που τίθεται, είναι τι κάνουμε απέναντι σε αυτές τις αβεβαιότητες και τους κινδύνους, κατά πόσο ο Προϋπολογισμός και η πολιτική της Κυβέρνησης θωρακίζει τη χώρα έναντι αυτών των κινδύνων, κατά πόσο οι εργαζόμενοι μπορούν να νιώθουν ασφαλείς, κατά πόσο είμαστε προετοιμασμένοι και πώς θα αντιδράσουμε στο ενδεχόμενο μία οικονομική άνοδος, που έχουμε σήμερα, έστω σε κάποιους τομείς, να αντικατασταθεί από μία πτωτική φάση του οικονομικού κύκλου.
Επομένως, η αναφορά στις αβεβαιότητες και τους κινδύνους είναι μια ευκαιρία, για να βγάλει κανείς συμπεράσματα για τα αποτελέσματα της πολιτικής, που ασκείται όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και διεθνώς, αλλά και να θέσει ερωτήματα, ως προς το μέλλον. Περιορίζομαι μόνο να σημειώσω τις διαβεβαιώσεις που είχαμε μέχρι πρόσφατα, ότι δεν έπρεπε, τάχα, να ανησυχούμε για την τεράστια συγκέντρωση δύναμης στις τράπεζες, για την αδιαφάνεια των συναλλαγών, διότι, υποτίθεται, κάποιες κεντρικές τράπεζες είχαν πλήρη έλεγχο των εξελίξεων. Σήμερα, διαπιστώνουμε μία σειρά από γεγονότα και εξελίξεις, τα οποία ανατρέπουν όλες αυτές τις καθησυχαστικές αναφορές, που γίνονταν.
Όσον αφορά στο συζητούμενο Προϋπολογισμό, θα ξεκινήσω με ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά του, πριν υπεισέλθω στην ανάλυση ορισμένων πτυχών. Ο Προϋπολογισμός προβλέπει μία αύξηση του εθνικού εισοδήματος, κατά 7%, σε τρέχουσες τιμές, αλλά, ταυτόχρονα, προβλέπει αύξηση μισθών, κατά 3%. Και μόνο αυτό το στοιχείο νομίζω δείχνει ότι ο Προϋπολογισμός είναι προϋπολογισμός λιτότητας και διεύρυνσης των εισοδηματικών ανισοτήτων, διότι δεν είναι δυνατόν η αύξηση των μισθών να είναι σε τέτοια επίπεδα, που όχι μόνο δεν ενσωματώνει κάποιο μέρισμα, όπως λένε ορισμένοι, ανάπτυξης, αλλά δεν καλύπτει ούτε και την αύξηση του κόστους ζωής.
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό του παρόντος Προϋπολογισμού είναι ότι πρόκειται για έναν προϋπολογισμό φόρων και διεύρυνσης των φορολογικών ανισοτήτων. Ενδεικτικά, θα αναφέρω ότι, ενώ τα εισοδήματα της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζομένων και των συνταξιούχων προβλέπεται να αυξηθούν στα όρια του πληθωρισμού - και, πάντως, κάτω από την αύξηση του εθνικού εισοδήματος, δηλαδή, κάτω από το 7%- την ίδια στιγμή τα φορολογικά έσοδα του Προϋπολογισμού προβλέπεται να αυξηθούν κατά 13%.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι το διαθέσιμο εισόδημα, που θα μείνει, τελικά, στα χέρια των εργαζομένων, θα είναι πολύ χαμηλότερο από την αύξηση που θα πάρουν, διότι η προβλεπόμενη αύξηση των φορολογικών εσόδων πλήττει τα, ήδη, υπερφορολογούμενα στρώματα της κοινωνίας, κατά κύριο λόγο τους μισθωτούς και τους καταναλωτές, που έχουν χαμηλά ή μεσαία εισοδήματα. Η μεγάλη φοροδιαφυγή, η νομότυπη φοροαποφυγή, ο συσσωρευμένος πλούτος, οι μεγάλες περιουσίες, εισοδήματα ισχυρών κοινωνικών ομάδων παραμένουν στο φορολογικό απυρόβλητο, απολαμβάνοντας ένα καθεστώς προκλητικής φορολογικής ασυλίας και προστασίας, που η Νέα Δημοκρατία ισχυροποιεί ακόμη περισσότερο. Κατά τη γνώμη μας, δεν θα ήταν υπερβολή, αν λέγαμε ότι η φορολογική πολιτική, που ασκείται, αναδείχνεται σε ένα μείζον κοινωνικό σκάνδαλο.
Τρίτο χαρακτηριστικό του Προϋπολογισμού είναι ότι πρόκειται για προϋπολογισμό ακρίβειας, υπό την έννοια ότι όχι μόνο δεν προβλέπει αποτελεσματικά μέτρα παρέμβασης και αντιμετώπισης, άμβλυνσης, έστω, του προβλήματος της ακρίβειας, αλλά, με διάφορους τρόπους, η πολιτική της Κυβέρνησης πυροδοτεί την ακρίβεια. Εντελώς ενδεικτικά θα αναφέρω ορισμένα στοιχεία. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι οι προτεινόμενες ανατιμήσεις στην τιμή του ρεύματος, κατά 30%. Τον Αύγουστο του 2006, όπως θυμούνται οι πολίτες καταναλωτές, είχαμε αύξηση στο ρεύμα κατά 4,6%, τον Αύγουστο του 2007 είχαμε αύξηση κατά 5%. Επίσης, είχαμε αύξηση στο νυχτερινό τιμολόγιο κατά 5%, συνολικά είχαμε αύξηση κατά 13% στην τιμή του ρεύματος την περίοδο που είχαμε αύξηση του πληθωρισμού κατά 4%. Δηλαδή, πάνω σε αυτό έρχεται να προστεθεί το 30%. Στον ΟΤΕ, τα τελευταία επτά χρόνια, είχαμε αύξηση, κατά 30%, των συνδιαλέξεων με αύξηση του πληθωρισμού 27% και είχαμε αύξηση στα πάγια τέλη κατά 80%.
Στα ΕΛΤΑ το βασικό τέλος αυξήθηκε 48%. Στην ΕΡΤ η εισφορά αυξήθηκε 45%. Στην ΕΥΔΑΠ το πάγιο τέλος αυξήθηκε 80%. Διαπιστώνουμε, δηλαδή, ότι τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ που επηρεάζονται από την κυβερνητική πολιτική και ευθέως από την Κυβέρνηση, άμεσα ή έμμεσα, τροφοδοτούν τον πληθωρισμό και την ακρίβεια με την έννοια ότι έχουμε αυξήσεις σημαντικά πάνω από τον πληθωρισμό.
Ένα τέταρτο χαρακτηριστικό που έχει ο Προϋπολογισμός που συζητούμε σήμερα είναι ότι υπονομεύει τη βιωσιμότητα της κοινωνικής ασφάλισης, αφού δεν εκπληρώνει ούτε τις θεσμοθετημένες υποχρεώσεις του κράτους προς το ΙΚΑ και τους άλλους ασφαλισμένους. Σημειώνουμε ότι για πρώτη φορά ο Προϋπολογισμός του 2008, αποδίδει στο ΙΚΑ ολόκληρο το 1% του ΑΕΠ όπως έχει θεσπιστεί από το ν. 3029/2002. Όμως, τα τελευταία χρόνια έχει συσσωρευτεί χρέος του κράτους προς το Ι.Κ.Α., επειδή δεν αποδιδόταν αυτό το ποσοστό ολόκληρο, αλλά και επειδή υπάρχουν και άλλες θεσμοθετημένες υποχρεώσεις του κράτους που δεν έχουν ικανοποιηθεί, το οποίο η ΓΣΕΕ το υπολογίζει στα 9,3 δις ευρώ.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ (Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Τι είναι η ΓΣΕΕ;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ (Γενικός Εισηγητής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.): Τι είναι η ΓΣΕΕ; Είναι αυτή που το υπολογίζει, κύριε Υπουργέ. Περιμένουμε τον υπολογισμό και της Κυβέρνησης.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ (Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Εμείς τον βάλαμε στον Προϋπολογισμό.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ (Γενικός Εισηγητής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.): Δηλαδή δεν αναγνωρίζεται η υποχρέωση του κράτους προς το ταμείο, προς τον κλάδο υγείας; Δεν αναγνωρίζεται; Είναι ενδιαφέρουσα η παρέμβαση του κύριου Υπουργού. Δεν αναγνωρίζεται η υποχρέωση του κράτους για άσκηση κοινωνικής πολιτικής από μέρους του ΙΚΑ; Όταν η Κυβέρνηση ζητάει να δοθούν μέτρα στους πυρόπληκτους του ΙΚΑ, αυτή τη δαπάνη το κράτος δεν θα την αναλάβει; θα την χρεωθεί το ΙΚΑ; Δεν αναγνωρίζονται οφειλές από εισφοροδιαφυγή, διότι φορείς του κράτους δεν πληρώνουν τα ένσημα και τις εισφορές στο ΙΚΑ; Εμείς δεν υιοθετούμε το νούμερο, εμείς θέλουμε η Κυβέρνηση να καταθέτει μαζί με τον Προϋπολογισμό κα τις υποχρεώσεις του κράτους. Εφόσον αυτό δεν έγινε να γίνει έστω τώρα, αν θέλει ο Υπουργός, είτε τώρα, είτε στην τοποθέτηση του, να πει τι υποχρεώσεις αναγνωρίζει ότι έχει το κράτος απέναντι στο ΙΚΑ αλλά και απέναντι στο ΝΑΤ, στον ΟΓΑ, στον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών, διότι μας ακούει κόσμος και πιστεύω ότι περιμένει σαφείς απαντήσεις.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ (Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών): Τις υποχρεώσεις που προβλέπει ο νόμος για το ΙΚΑ, όπως ακριβώς τις προβλέπει, τις έχουμε ενσωματώσει στον Προϋπολογισμό. Αυτό δεν έγινε με καθυστέρηση, όπως αναφέρουν κάποιοι, έγινε ακριβώς μέσα στα χρονοδιαγράμματα που προέβλεπε ο ν. 3029, ο οποίος έλεγε ότι κατά μέσο όρο για την περίοδο 2003 - 2008 θα πρέπει να δείτε το 1% του ΑΕΠ. Που σημαίνει ότι το 2008 θα έπρεπε να τακτοποιηθούν οι μέσοι όροι και αυτό κάνουμε. Μάλιστα για το 2008 το υπολογίζουμε και με το αναθεωρημένο ΑΕΠ όπως πρέπει να γίνει. Υπάρχει μία διαφορά ερμηνείας, όταν θεσμοθετήθηκε το 1% για το ΙΚΑ δεν έγινε επιπλέον των υπολοίπων υποχρεώσεων του ΙΚΑ και όλες οι άλλες θεσμοθετημένες υποχρεώσεις προς τα ταμεία είναι εντός του Προϋπολογισμού.
Όπως είχα την ευκαιρία να παρουσιάσω και τα στοιχεία όταν συζητήσαμε το ασφαλιστικό, το κράτος δίνει πολύ περισσότερα, για τη στήριξη των ταμείων, από όσα είναι υποχρεωμένο νομικά. Γιατί το θέμα της στήριξης των ταμείων δεν είναι νομικό θέμα, είναι πολιτικό θέμα, να πληρώνονται οι συντάξεις. Επίσης όπως είπα δεν είναι δυνατόν να λέμε όλοι ότι τα ταμεία θα κακοδιοικούνται, δεν θα κάνουν τη δουλειά τους, δεν θα εισπράττουν τις εισφορές τους και θα είναι υποχρεωμένο το κράτος να καλύπτει τις ζημιές. Γιατί το κράτος δεν είναι τίποτε άλλο από τους ίδιους τους φορολογουμένους. Οι φορολογούμενοι είναι αυτοί που στηρίζουν τον προϋπολογισμό, δεν τον πληρώνει ο Υπουργός Οικονομικών. Οι φορολογούμενοι είναι αυτοί, που με το υστέρημα τους, στηρίζουν τον Προϋπολογισμό και είναι οι ίδιοι άνθρωποι εν πολλοίς που είναι και οι ασφαλισμένοι. Δεν λύνει κανένα πρόβλημα το να λέμε να πληρώνει το κράτος για να στηρίζει τα ταμεία. Κράτος και ταμεία είναι ένα ενιαίο σύνολο. Είναι το ευρύτερο κράτος πρόνοιας και ο Προϋπολογισμός δεν έχει κάποιους πόρους που προέρχονται από τον ουρανό και μπορούμε να τους δίνουμε έτσι «ελαφρά τη καρδία».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ (Γενικός Εισηγητής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.): Κύριε Πρόεδρε και κύριε Υπουργέ η άποψη που είπατε είναι η δική μας άποψη. Η δική μας θέση είναι ότι εάν δεν αντιμετωπιστεί η εισφοροδιαφυγή, αν συνεχίσουν οι εργασιακές σχέσεις να καλλιεργούν ένα κλίμα ανασφάλειας της εργασίας και αν δεν λυθούν προβλήματα ευρύτερα που να ευνοούν την αύξηση της απασχόλησης, βεβαίως η κρατική χρηματοδότηση θα αυξάνει αλλά οι «τρύπες» και οι πηγές των ελλειμμάτων και οι αιτίες τους θα παραμένουν. Αυτό ακριβώς είναι το μεγάλο πρόβλημα που θα έπρεπε να συζητείται, όχι γενικώς, αλλά η αντιμετώπιση του. Ακριβώς γι' αυτό εμείς ξέρετε ότι έχουμε προτείνει εκτός των άλλων να σταματήσετε τις ιδιωτικοποιήσεις, να μην πουλήσετε άλλο, που κακώς πουλήσατε τον ΟΠΑΠ, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, τις μετοχές της Εθνικής. Όλα αυτά θα έπρεπε να κρατηθούν ως δημόσια περιουσία και να είναι μάλιστα δεσμευμένη προς όφελος των μελλοντικών αλλαγών της κοινωνικής ασφάλισης.
Αυτή τη στιγμή όμως μιλάμε στη βάση κάποιων δεδομένων, έχουν ψηφιστεί νόμοι. Και μάλιστα εμείς τότε διαφωνήσαμε με το νόμο Ρέππα. Διαφωνήσαμε ότι το 1% επαρκεί. Από τη στιγμή λοιπόν που υπάρχουν αυτοί οι νόμοι έχει μεγάλη σημασία και μεγάλο ενδιαφέρον ο κάθε εργαζόμενος και ο κάθε συνταξιούχος να δει πώς συμπεριφέρεται η Κυβέρνηση απέναντι στους νόμους. Τους τηρεί ή δεν τους τηρεί; Εμείς, λοιπόν, με βάση τους ισχύοντες νόμους, υπολογίζοντας αυτά που προβλέπει ο Προϋπολογισμός, έχουμε βγάλει και θα καταθέσω τον πίνακα στα πρακτικά, αφού υπάρχουν αμφισβητήσεις για να ελεγχθεί, ότι παραμένει ένα χρέος 894 εκατομμύρια ευρώ για να καλυφθεί το 1% που προέβλεπε ο νόμος Ρέππα. Υπάρχουν, επίσης και άλλες θεσμοθετημένες υποχρεώσεις που έχουν να κάνουν με οφειλές με βάση το άρθρο 35 του ν. 2084/1992 για τον κλάδο ασθένειας κλπ. για τα οποία η Κυβέρνηση μπορεί να βγει με παρρησία και με συγκεκριμένο, όμως τρόπο και να πει εμείς δεν δεχόμαστε αυτές τις υποχρεώσεις ή αλλάζουμε τους νόμους που θεσμοθετούν αυτές τις υποχρεώσεις κ.ο.κ.
Καταθέτω αυτόν τον πίνακα στα Πρακτικά.
Επίσης, ισχύει ή όχι τριμερής χρηματοδότηση; Διότι, αυτό που είπατε τώρα μπορεί να παρεξηγηθεί, δηλαδή σ' ότι αφορά τους ελεύθερους επαγγελματίες, σ' ότι αφορά τον Ο.Γ.Α., σ' ότι αφορά το Ν.Α.Τ., σ' αυτά τα ταμεία δεν υπάρχει υποχρέωση στη βάση τριμερούς χρηματοδότηση;
Ένα πέμπτο χαρακτηριστικό του Προϋπολογισμού είναι ότι - έχει γίνει μοντέλο πια, δεν είναι καινούργιο αυτό - υποχρηματοδοτεί το κοινωνικό Κράτος και, κατά την άποψη μας, υποσκάπτει και τις αναπτυξιακές προοπτικές. Οι δαπάνες για την Υγεία φαίνονται αυξημένες, αλλά φαίνονται αυξημένες, επειδή περιλαμβάνεται το επίδομα για τις πολύτεκνες οικογένειες. Αν αφαιρεθεί αυτό, πέφτουμε πάλι σε αύξηση δαπανών κάτω από την αύξηση του Α.Ε.Π..
Οι δαπάνες για την Παιδεία δε συγκλίνουν προς το στόχο του 5%, παρ' όλο που ορθά και η Νέα Δημοκρατία πριν τις εκλογές του 2004 θεωρούσε αναγκαία την επίτευξη αυτού του στόχου. Παρέλαβε τις δαπάνες για την Παιδεία στο 3,2% του Α.Ε.Π. το 2004 και τώρα πάμε στο 3,12% το 2008. Μικρή η αλλαγή, αλλά είναι προς τα κάτω, δεν είναι προς τα πάνω.
Εμείς λοιπόν, υποστηρίζουμε ότι οι διευρυνόμενες ανισότητες, που συντηρούνται μέσω της πολιτικής που ασκείται, η αυξανόμενη υπερχρέωση των νοικοκυριών, που συνεχίζεται και εντείνεται, ο συγκριτικά υψηλότερος πληθωρισμός στη χώρα μας, που είναι πληθωρισμός κερδών, οι στάσιμες δαπάνες ως ποσοστό του Α.Ε.Π. στην παιδεία, την έρευνα, την τεχνολογία, όλα αυτά υποσκάπτουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες και προοπτικές της χώρα μας, δεν αφήνουν κάποια διέξοδο, για να πει κανείς «ωραία, περισσότεροι φόροι, λιγότεροι μισθοί, είναι μια δύσκολη συγκυρία, αλλά υπάρχει μια φωτεινή προοπτική». Αντίθετα, εδώ έχουμε για μια ακόμα φορά θυσίες χωρίς ελπίδα.
Οι διαπιστώσεις αυτές υποδηλώνουν την ανάγκη αλλαγής πολιτικής και καθιστούν αναγκαία την καταψήφιση του Προϋπολογισμού, τουλάχιστον από εμάς.
Έχει, όμως, ο Προϋπολογισμός που συζητάμε - και από τον οποίο, ήδη, προκύπτουν αυτά τα συμπεράσματα καθώς και άλλα - αποκτήσει ένα επίπεδο αξιοπιστίας, διαφάνειας και φερεγγυότητας; Άκουσα με ενδιαφέρον τον κ. Πρωθυπουργό, πρόσφατα εδώ, στη Βουλή, να λέει ότι κρυφά χρέη, κρυφά βιβλία, κρυφές ατζέντες ήταν πρακτικές άλλων εποχών, άλλων Κυβερνήσεων και πρόσθεσε μάλιστα, με έμφαση ότι η διαφάνεια και ο σεβασμός του Δημόσιου χρήματος είναι βασική αρχή και προτεραιότητα της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
Μακάρι να ήταν έτσι. Δυστυχώς, αυτοί οι ισχυρισμοί δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Δε θα αναφερθώ σε ειδικούς λογαριασμούς των 5 δις ευρώ, εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού, δε θα αναφερθώ στα κενά του Προϋπολογισμού, που δε μας δίνει καμιά πληροφορία σχετικά με το τι γίνεται με τη Δημόσια περιουσία, τι γίνεται με τις Δ.Ε.Κ.Ο., ποια είναι η πολιτική που ασκείται, ποιες είναι οι υποχρεώσεις του Κράτους, αλλά πρέπει να τα αντλούμε ένα προς ένα, με διαδικασία ντετέκτιβ, για να δούμε τι κρύβεται πίσω από τις γραμμές. Αυτά τα έχουμε πει επανειλημμένα.
Στον Πρωθυπουργό, δυστυχώς, απαντάει το Ελεγκτικό Συνέδριο. Η Έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τον Προϋπολογισμό του 2006 είναι η καλύτερη απάντηση. Δεν είδε διαφάνεια το Ελεγκτικό Συνέδριο, προβλήματα και σκιές είδε στον Προϋπολογισμό του 2006 και θα δει πολύ χειρότερα, όταν έρθει η σειρά να εξετάσει τον Προϋπολογισμό του 2007 ή του 2008. Απάντηση στην Κυβέρνηση δίνει το Ι.Ο.Β.Ε. (Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών), το οποίο - με πολύ μεγάλη καθυστέρηση, πρέπει να σχολιάσω - ανακάλυψε ότι υπάρχει πρόβλημα με την κατάρτιση του Προϋπολογισμού και με τη διαφάνεια του στην Ελλάδα. Σε μια ημερίδα μάλιστα, στην οποία παραβρέθηκε και ο παριστάμενος Υπουργός, ο κ. Αλογοσκούφης, τι διαπίστωσε το Ι.Ο.Β.Ε. και οι μελετητές του; Ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση της Ευρωπαϊκής κατάταξης ως προς τη διαφάνεια των Προϋπολογισμών.
Από εκεί και πέρα, αν ο κ. Πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση θέλει να λέει ότι έχει επιτύχει διαφάνεια, να βρει και ποιους θα πείσει ως προς αυτόν τον ισχυρισμό. Εμάς, οι προτάσεις μας είναι γνωστές και κατατεθειμένες στη Βουλή, μάλιστα πρόσφατα, είχα την ευκαιρία, εκ μέρους του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστερός, να τις επαναλάβω.
Για εμάς, το κλειδί δεν είναι τι κάνει η Εκτελεστική εξουσία στο εσωτερικό της, όπου και εκεί πρέπει να γίνουν πολλά, γιατί είναι υποχρέωσή της να βελτιώσει το σύστημα κατάρτισης του Προϋπολογισμού κλπ.. Για εμάς η λύση και το θέμα - κλειδί είναι ο ρόλος της Βουλής. Υπάρχει μια αντίθεση ανάμεσα στην Εκτελεστική και τη Νομοθετική εξουσία, ανεξάρτητα με το ποιος είναι στην Κυβέρνηση. Από αυτή την άποψη λοιπόν, για εμάς το θέμα είναι να εξασφαλιστεί στη Βουλή η δυνατότητα συμμετοχής στην κατάρτιση του Προϋπολογισμού ή της αλλαγής έστω, κονδυλίων στη βάση της γενικής φιλοσοφίας και ισορροπίας του εκάστοτε Προϋπολογισμού και δεύτερον, η δυνατότητα ουσιαστικού ελέγχου.
Από αυτά, τίποτα δεν μπορούμε, να πούμε ότι έχουμε σήμερα ως Κοινοβούλιο. Επίσης, δεν μπορούμε να έχουμε Προϋπολογισμούς προγραμμάτων, που είναι επίσης μια σωστή κατεύθυνση - τη δίδασκε ο αείμνηστος Καράγιωργας και άλλοι καθηγητές στις δεκαετίες του '60 και του '70 - αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι θα έχουμε Προϋπολογισμούς προγραμμάτων αν, ως χώρα, δεν έχουμε ένα πρόγραμμα, το οποίο θα εξειδικεύεται με τον εκάστοτε Προϋπολογισμό.
Έρχομαι τώρα, πολύ σύντομα, να αναφερθώ στον κεντρικό δημοσιονομικό στόχο του Προϋπολογισμού. Όσο μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι ο στόχος αυτός είναι ρεαλιστικός, αξιόπιστος, συγκεκριμένος και εν πάση περιπτώσει ποιος θα υποστεί τις θυσίες για την επίτευξη του, ποιος θα έχει τα οφέλη από την επίτευξή του. Ο κεντρικός δημοσιονομικός στόχος του Προϋπολογισμού για το 2008 είναι η μείωση του Δημοσίου ελλείμματος στο 1,6%. Τα μέσα για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι, κυρίως, η αύξηση των εσόδων, δηλαδή η αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 12,9% και η πρόβλεψη για είσπραξη περίπου 1,6 δις ευρώ από ιδιωτικοποιήσεις.
Οι δαπάνες είναι περίπου στα ίδια επίπεδα με το ρυθμό αύξησης του Εθνικού Εισοδήματος. Κατά τη γνώμη μας, ο στόχος αυτός είναι προβληματικός, είναι αυθαίρετος, διότι αυτό το συμπέρασμα προκύπτει, αν δει κάποιος, πώς έκλεισε ο Προϋπολογισμός του 2007 ή πώς προβλέπεται να κλείσει, διότι το 2007 συνεχίζεται ακόμα. Εδώ, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι το έλλειμμα του 2007, το οποίο προέβλεπε ο Προϋπολογισμός στο 2,2% του Α.Ε.Π., στην πραγματικότητα θα ήτανε 3,5% τουλάχιστον - αναφέρθηκε και η κυρία Κατσέλη πριν, στο θέμα αυτό - αν δε γίνονταν ορισμένες λογιστικές ή και άλλες διευθετήσεις, σε συνεργασία προφανώς με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Μια βασική διευθέτηση, που φαίνεται ότι έγινε, ήταν η αναθεώρηση του Α.Ε.Π. προς τα πάνω κατά 9,6%. Αυτό βέβαια συνεπάγεται και μια εισφορά αυξημένη προς την Ευρωπαϊκή Ένωση κατά 1,1 δις ευρώ, η οποία μπήκε στο 2007 ολόκληρη, προφανώς, για να ελαφρύνει τον Προϋπολογισμό του 2008. Εάν όμως τα πράγματα έμεναν έτσι, συν οι υπερβάσεις που έγιναν λόγω των πυρκαγιών, το Δημόσιο έλλειμμα θα ήταν 7,2 δις ευρώ και όχι περίπου 5 δις, που προβλεπόταν. Πώς έκλεισε το έλλειμμα κάτω από το 3%; Έκλεισε κάτω από το 3%, διότι έγινε μια περικοπή στα εξοπλιστικά προγράμματα - ή έτσι φαίνεται από τα βιβλία - αλλά υπήρξε και μια αυξημένη ανάληψη πόρων από την Ευρωπαϊκή Ένωση κατά 1,1 δις ευρώ - σελίδα 110 της Εισηγητικής Έκθεσης - χωρίς να αυξηθεί το φυσικό αντικείμενο.
Δηλαδή δεν έγιναν περισσότερα έργα για να πάρουμε περισσότερους πόρους, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ήταν το ίδιο, αλλά έγινε μεγαλύτερη απορρόφηση. Με αυτούς τους τρόπους λοιπόν, το έλλειμμα κλείνει τελικά για το 2007, όχι στο 2,2% αλλά στο 2,7% και κατά τις φθινοπωρινές εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο 2,9%, δηλαδή οριακά κάτω από το 3%.
Το ερώτημα, που εμείς έχουμε, και το θέτω προσδοκώντας μια απάντηση, είναι αν αυτό έγινε έτσι ομαλά; Δηλαδή, η Ευρωπαϊκή Ένωση τα αποδέχτηκε εύκολα ή προέβαλε κάποιες απαιτήσεις ως προς την άσκηση της πολιτικής ;
Κύριε Υπουργέ, η Κυβέρνηση ανέλαβε κάποιες δεσμεύσεις, έδωσε κάποιες υποσχέσεις, ως προ τον οικονομικό προϋπολογισμό του 2008; Αρνητική απάντηση σε όλα αυτά, εμάς μας δημιουργεί ερωτήματα.
Σε ό,τι αφορά τον προϋπολογισμό του 2008, ο στόχος για 1,6% έλλειμμα στηρίζεται σε μια σειρά παραδοχές, που και αυτές προκαλούν ερωτήματα. Πρώτον, εμφανίζονται τα οικονομικά αποτελέσματα των οργανισμών αυτοδιοίκησης και κοινωνικής ασφάλισης - η λεγόμενη «λευκή τρύπα» - αυξημένη κατά 2,8 δις ευρώ. Πώς προκύπτει αυτή η αύξηση; Θα θέλαμε κάποια εξήγηση. Είναι τα ομόλογα που προτίθεται να εκδώσει το κράτος για να καλύψει υποχρεώσεις προς το ΙΚΑ και την αυτοδιοίκηση; Πιθανώς, αλλά τότε η αύξηση του χρέους - διότι αυτό σημαίνει ομόλογα - εμφανίζεται ως παράγοντας δημοσιονομικής εξυγίανσης. Δεύτερον, αναφέρεται ένα κονδύλι που λέγεται εθνικολογιστικές προσαρμογές, ύψους 1.528.000.000 ευρώ. Πώς προκύπτει; Τι σημαίνει αυτό το μέγεθος;
Τρίτον, ο προϋπολογισμός του 2008 χαρακτηρίζεται από υποεκτίμηση δαπανών και υπερεκτίμηση εσόδων. Δεν εγγράφονται δαπάνες στον προϋπολογισμό. Δεν εγγράφονται υποχρεώσεις. Δεν εγγράφεται τίποτα για τα χρέη των νοσοκομείων. Δεν εγγράφονται οι υποχρεώσεις - που ανέφερα πριν - για τα ασφαλιστικά ταμεία, πέραν αυτών που έδωσε. Δεν είδαμε κονδύλια που να στηρίξουν προγράμματα ανασυγκρότησης των πυρόπληκτων περιοχών. Δεν είδαμε παρά 100 εκ. ευρώ για το περιβόητο Ταμείο για τη φτώχεια.
Σε ό,τι αφορά τα έσοδα, οι δικοί μας υπολογισμοί είναι ότι υπάρχει μια υπερεκτίμηση εσόδων τουλάχιστον 1,5 δις ευρώ. Με ποια έννοια; Ότι ο υπολογισμός που γίνεται και ότι θα αυξηθούν τα έσοδα αυτόματα, επειδή θα αυξηθεί το εθνικό εισόδημα κατά 4δις ευρώ, προϋποθέτει - να το πω τεχνοκρατικά - μια ελαστικότητα που είναι από τις πιο ιδανικές που υπήρξαν ποτέ στην Ελλάδα. Δηλαδή, προϋποθέτει ότι οι επιδόσεις των υπηρεσιών θα είναι οι άριστες. Μάλιστα, ο τρόπος που έγιναν οι διορισμοί των διευθυντών στις εφορίες είναι ένα θέμα για συζήτηση κάποια άλλη στιγμή.
Συμπέρασμα, η δημοσιονομική επιτήρηση έχει αρθεί τυπικά. Στην πραγματικότητα, συνεχίζει να υπάρχει. Το έλλειμμα του 2007 θα διαμορφωνόταν στο 3.5%, όπως είπα, με βάση το ΑΕΠ, πριν την αναθεώρησή του, αν δεν γινόταν διάφορες λογιστικές και άλλες διευθετήσεις από κοινού και σε συνεργασία με την Ε.Ε.. Δεύτερον, ο δημοσιονομικός στόχος για το 2008 για μείωση του ελλείμματος στο 1,6% του ΑΕΠ, καθώς και οι παραδοχές, στις οποίες αυτό στηρίζεται, χαρακτηρίζονται από έλλειψη διαφάνειας και αξιοπιστίας. Πρόκειται, ως ένα βαθμό, για ευχές, για ευσεβείς πόθους, που δεν αποκλείεται, όμως, να αναθεωρηθούν σημαντικά ανάλογα και με τις διεθνείς εξελίξεις, που και αυτές χαρακτηρίζονται από μεγάλες αβεβαιότητες. Τρίτον, το κλείσιμο του προϋπολογισμού του 2007, σε επίπεδα έστω και οριακά, κάτω από το όριο του 3%, ήταν αποτέλεσμα διευθετήσεων και συμφωνιών με την Ε.Ε.. Το περιεχόμενο αυτών παραμένει κρυφό από τη Βουλή και τον ελληνικό λαό, αλλά δεν αποκλείεται να περιλαμβάνει υποσχέσεις ή δεσμεύσεις της Κυβέρνησης ως προς την πολιτική που θα ασκηθεί.
Δεν αποκλείουμε εμείς, ως εκ τούτου, μέσα στο 2008 να υπάρξουν νέα εισπρακτικού χαρακτήρα μέτρα. Το ενδεχόμενο επιβολής νέας αύξησης του ΦΠΑ, για εμάς δεν έχει κλείσει. Κυρίως, δεν έχει κλείσει για την Κυβέρνηση. Καλούμε για το λόγο αυτό τους εργαζόμενους, τους νέους και τις νέες, τους συνταξιούχους να είναι σε εγρήγορση, σε ετοιμότητα, να δημιουργούν συνθήκες και όρους κοινής ενωτικής δράσης, όχι μόνο για την αποτροπή τέτοιων εισπρακτικών μέτρων, αλλά και για να διεκδικήσουν μέτρα που να βελτιώνουν το εισόδημά τους, τις συντάξεις, ιδιαίτερα τις κατώτερες και να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
Όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τα προβλήματα του προϋπολογισμού, όπως ήδη νομίζω έχει φανεί, δεν είναι μόνο διαχειριστικά προβλήματα. Δεν είναι θέμα μόνο δυνατοτήτων ή ικανοτήτων ή δεξιοτήτων. Σε τελευταία ανάλυση, είναι απόρροια πολιτικών επιλογών, ως προς τα έσοδα, την κατανομή των φορολογικών βαρών, τις δαπάνες και την προτεραιότητα των αναγκών που θα εξυπηρετηθούν, ως προς το μοντέλο ανάπτυξης σε τελευταία ανάλυση και τους όρους διεκδίκησης μιας βιώσιμης, ανταγωνιστικής θέσης της χώρας μας στο σύγχρονο κόσμο.
Σε ό,τι αφορά τα έσοδα, όπως ήδη είπα, ο προϋπολογισμός του 2008 θέλει για να ισορροπήσει πρόσθετα έσοδα 6,2 δις ευρώ, 2,9 δις περισσότερα. Ποιες είναι οι πηγές αύξησης αυτών των εσόδων; Δηλαδή, ποιος θα πληρώσει αυτά τα 6,2 δις ευρώ; Η δομή του φορολογικού μας συστήματος είναι τέτοια, που κάθε αύξηση των φορολογικών εσόδων πλήττει κατά κύριο λόγο, κατά 85% περίπου, χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Δηλαδή χωρίς να αυξηθεί ο φορολογικός συντελεστής, απλώς αυξάνοντας τα εισοδήματα, επειδή δεν υπάρχει τιμαριθμική αναπροσαρμογή, σε ό,τι αφορά τους άμεσους φόρους και επειδή ο κύριος όγκος των φόρων είναι έμμεσοι φόροι, το κύριο βάρος πέφτει πάντα σε αυτά τα στρώματα.
Οι φόροι νομικών προσώπων, που αφορούν τους φόρους στις επιχειρήσεις, ως ποσοστό επί των συνολικών φόρων είναι σε διαρκή μείωση, εξαιτίας της μεγάλης μείωσης των φορολογικών συντελεστών. Εμείς, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχουμε μια πρόταση να κάνουμε. Η πρόταση είναι απλή, να ανοίξει μια συζήτηση επιτέλους σε αυτή τη χώρα για το ποιοι και γιατί δεν πληρώνουν φόρους. Μπορεί κάποιοι να μην πρέπει να πληρώνουν φόρους, αλλά δεν είναι δυνατόν κάθε χρόνο, σαν να φοράμε παρωπίδες, τα ίδια μέτρα, οι ίδιες λογικές, οι ίδιες επιβαρύνσεις, η αύξηση του ΦΠΑ, η αύξηση των φόρων στο πετρέλαιο, η αύξηση στο φόρο στα μικροακίνητα, η αύξηση στις συναλλαγές, όλα αυτά διαρκώς να συσσωρεύουν βάρη.
Γιατί πρέπει στην Ελλάδα τα μερίσματα να μην φορολογούνται ως εισόδημα; Το έθεσα και πέρυσι, αλλά δεν απαντάει κανείς. Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν από μερίσματα, γιατί δεν πρέπει να πληρώνουν φόρο ή πρέπει να πληρώνουν πολύ λιγότερο από αυτούς που ζουν από την εργασία τους; θα φύγουν τα κεφάλαια, είναι ο ισχυρισμός. Δηλαδή, έρχονται τα ξένα κεφάλαια. Αγοράζουν την τιμή της Εθνικής. Την αγοράζουν, επειδή δεν πληρώνει το μέρισμα φόρο; Την αγοράζουν, επειδή προσδοκούν πολλά κέρδη. Αν πάνε στο Λονδίνο και αγοράσουν τη μετοχή, αν πάνε στη Νέα Υόρκη και αγοράσουν, δεν θα πληρώσουν φόρο στο μέρισμα; Γιατί λέγονται αυτά τα αποπροσανατολιστικά στον ελληνικό λαό; Υπάρχουν και αναζητήστε τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, κύριοι συνάδελφοι. Δείτε τη φορολογία συγκριτικά, στην Ιρλανδία, στη Γερμανία παντού. Τι συμβαίνει στην Ελλάδα δηλαδή; Γιατί αυτή η πολιτική;
Έχουμε φτάσει να φορολογούμε τον άνεργο μέσω του ΦΠΑ. Οι εφοπλιστές πληρώνουν φόρο στην Ελλάδα; Ακούω, διαβάζω ότι έχουν τεράστια κέρδη, ότι είναι οι ευνοημένοι της παγκοσμιοποίησης. Όλα αυτά είναι πολύ ωραία. Δεν χρησιμοποιούν υποδομές, εγκαταστάσεις στην Ελλάδα; Δεν παραλαμβάνουν κάποιο εκπαιδευμένο προσωπικό; Δεν τους εκπροσωπεί το ελληνικό κράτος στα διεθνή φόρα; Δεν είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης η ναυσιπλοΐα διεθνώς; Δεν έχουν ανάγκη οι εφοπλιστές μια υποστήριξη, για να το θέσω έτσι; Η Κυβέρνηση πώς το αντιμετωπίζει αυτό; Θα πάρουν τα πλοία και θα φύγουν. Αυτή είναι η απάντηση; Τα νορβηγικά πλοία δεν ξέρουν να φεύγουν; Στη Νορβηγία, αυτή τη στιγμή, επιβάλλεται φόρος στους Νορβηγούς εφοπλιστές και προβλέπει η νορβηγική κυβέρνηση, που δεν έχει και ανάγκη, να εισπράξει 4 δις δολάρια και εκεί τα ίδια λένε.
Κύριε συνάδελφε, εγώ θέτω ερωτήματα. Από τη στιγμή που λέτε ότι ο άνεργος στην Ελλάδα πρέπει να πληρώνει 20% φόρο στο εισόδημα του, γιατί τόσο βγαίνει, θέτω το ερώτημα: ωραία να το κάνουμε αυτό, οι εφοπλιστές να μην πληρώνουν;
Οι μερισματούχοι να μην πληρώνουν; Οι μεγαλοϊδιοκτήτες να μην πληρώνουν;
Κύριοι συνάδελφοι, ανήκετε στην κυβερνητική παράταξη. Συνεδριάστε και φέρτε μας μια απάντηση, για το αν είστε ικανοποιημένοι από το φορολογικό καθεστώς που διέπει τους εφοπλιστές και τα πλοία τους.
Επειδή, ο κ. Δένδιας είναι σκεπτόμενος Βουλευτής, θα του πω ένα ακόμα στοιχείο. Οι μετανάστες όταν πάνε να νομιμοποιηθούν στην Ελλάδα και να πάρουν άδεια παραμονής πληρώνουν 900 ευρώ. Ο κρατικός προϋπολογισμός για το 2008 προβλέπει έσοδα από το παράβολο των μεταναστών 60 εκ. ευρώ.
Ανοίξτε και δείτε πόσα προβλέπει ο προϋπολογισμός για τη φορολογία πλοίων, 13 εκ. ευρώ. Χαίρομαι που ακούω ότι αντιλαμβάνεστε ότι υπάρχει πρόβλημα αλλά δεν είστε έτοιμοι να δώσετε κάποια πρόταση. Ζητάτε από εμάς να δώσουμε μια πιο συγκεκριμένη πρόταση για το θέμα αυτό.
Είναι δίκαιο να καταργείτε τη φορολογία στην κληρονομιά μεγάλων περιουσιών; Για τους μικρούς υπήρχε κάποιο όριο, το οποίο μπορούσε να αυξηθεί. Γιατί ο πλούσιος θα πρέπει να μην πληρώνει φόρο κατά την κληρονομιά του; Αυτό είναι το επείγον μέτρο που βρήκατε να κάνετε για να κάνετε το φορολογικό σύστημα πιο απλό και δίκαιο;
Η φορολογική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας παίρνει τη μορφή κοινωνικού σκανδάλου. Σήμερα, διαβάστε τον Financial Times, όπως και τον χθεσινό, για να δείτε με τι ασχολούνται στο Λονδίνο και τι κάνει η βρετανική κυβέρνηση, που δεν είναι και αριστερή. Συζητάει για ένα φόρο, ο οποίος θα φορολογεί όλους τους αλλοδαπούς που μένουν στο Λονδίνο για τα εισοδήματα που έχουν εκτός Αγγλίας. Δηλαδή ο Έλληνας εφοπλιστής που μένει στο City του Λονδίνου, με βάση το νόμο αυτό, θα πληρώνει φόρο, όταν εσείς ακόμα ψάχνετε, αν θα πρέπει να πληρώνει φόρο ή όχι. Δεν φορολογούν μόνο τους Άγγλους. Ο νόμος στον οποίο αναφέρομαι, δεν αφορά στη φορολογία των Άγγλων, αλλά τη φορολογία αυτών που χρησιμοποιούν το Λονδίνο ως έδρα τους για να δημιουργούν κέρδη εκτός Αγγλίας. Τους βάζει φόρο 30.000 λίρες Αγγλίας, διαφορετικά τους κάνει έλεγχο στα βιβλία.
Σχετικά με τις δαπάνες, θέλω να κάνω την εξής γενική παρατήρηση. Η Ελλάδα είναι η χώρα της Ε.Ε. με τις υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες. Είναι γνωστό σε όλους. Επίσης, είμαστε η χώρα με το υψηλότερο δημόσιο χρέος, άρα με την υψηλότερη δαπάνη για τόκους. Ακόμα, είμαστε η χώρα με τα μεγαλύτερα ελλείμματα σε υποδομές και κοινωνικό κράτος. Αυτές οι τρεις ιδιαιτερότητες οδηγούν στο λογικό συμπέρασμα, ότι, για να μπορέσει να επιβιώσει η Ελλάδα έχει ανάγκη από δημόσιες δαπάνες, μεγαλύτερες από το μέσο όρο των δαπανών των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, για να μπορεί να καλύψει αυτή την υστέρηση και αυτές τις ιδιαιτερότητες.
Όσοι, λοιπόν, υποστηρίζουν - και μερικοί το κάνουν για να ασκήσουν αντιπολίτευση στον κ. Αλογοσκούφη - ότι η λύση του δημοσιονομικού προβλήματος στην Ελλάδα είναι η περικοπή των δαπανών, φοβάμαι ότι είναι σε εντελώς λάθος κατεύθυνση. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι δαπάνες που έχουμε στην Ελλάδα είναι κοινωνικά αναγκαίες ή αξιοποιούνται με τον καλύτερο τρόπο ή έχουν το καλύτερο αποτέλεσμα; Φυσικά, όχι. Αυτό, όμως, δείχνει ότι το δημοσιονομικό πρόβλημα στην Ελλάδα, κατά πρώτο λόγο, είναι πρόβλημα εσόδων και κατά δεύτερο λόγο, ως πρόβλημα δαπανών, είναι κυρίως πρόβλημα ποιοτικό και όχι ποσοτικό. Είναι πρόβλημα που έχει να κάνει με τη διάρθρωση των δαπανών, με την αξιολόγηση της κοινωνικής αποτελεσματικότητας των δαπανών, η οποία δεν γίνεται. Επίσης με το κόστος των φοροαπαλλαγών, γιατί και αυτό είναι μορφή δαπάνης, το οποίο δίνεται πλουσιοπάροχα προς οικονομικά ισχυρές ομάδες.
Ο προϋπολογισμός του 2008 αναπαράγει τα γνωστά προβλήματα της υποχρηματοδότησης της παιδείας, της υγείας, του κοινωνικού κράτους. Όπως είπα, δεν καλύπτει τις υποχρεώσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης. Εδώ, υπάρχει ένα ανάλογο πρόβλημα, δηλαδή πρέπει να υπάρξει σαφής και ρητή αναφορά στον προϋπολογισμό για το ποιες υποχρεώσεις αναγνωρίζει η Κυβέρνηση προς την τοπική αυτοδιοίκηση. Επίσης, δεν υπάρχει η θεσμοθετημένη υποχρέωση προς τους συγκοινωνιακούς φορείς, πράγμα που δημιουργεί τη βάσιμη υποψία, ότι ενδεχομένως η Κυβέρνηση σκέπτεται να αυξήσει τα εισιτήρια.
Για εμάς, τα προβλήματα που θέτει ο προϋπολογισμός αυτός, υπερβαίνουν αυτόν καθ' αυτόν τον προϋπολογισμό. Υπερβαίνουν τη συγκυρία, υπερβαίνουν τη Νέα Δημοκρατία, αλλά και το ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Γιατί τα προβλήματα αυτά αναδεικνύουν μια γενικότερη κρίση και αδυναμία του κυρίαρχου μοντέλου πολιτικής και ανάπτυξης ώστε να μπορέσει να ανταποκριθεί στα προβλήματα της κοινωνίας. Πρέπει να βγουν κάποια συμπεράσματα.
Πριν λίγα χρόνια, μας έλεγαν για την απελευθέρωση των αγορών, για ιδιωτικοποιήσεις με ελαστικές εργασιακές σχέσεις, ότι θα υπάρξει ανάπτυξη, δικαιοσύνη, ευημερία για όλους. Πού βρισκόμαστε σήμερα, διεθνώς και στη χώρα μας;
Χρηματοπιστωτικές κρίσεις, φυσικές καταστροφές, αθωράκιστη κοινωνία και χώρα, τεράστια προβλήματα, αδυναμία δημιουργίας θέσεων σταθερής απασχόλησης, συρρίκνωση των μισθών και προσπάθεια συρρίκνωσης των ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Ποιο είναι το μέλλον;
Ποια είναι η προοπτική; Τι μπορεί να περιμένει κανείς από τη συνέχιση αυτής της πολιτικής;
Οι συγκεκριμένες προτάσεις μας συνδέονται με τα κινήματα και την ανάπτυξη των αγώνων, γιατί μόνο έτσι αυτή η Κυβέρνηση μπορεί να ακούσει. Έτσι θα γίνουν, έστω, κάποια πράγματα που θα μπορούσαν να γίνουν. Αυτό θα γίνει με την πίεση των εργαζομένων και της κοινωνίας.