Κυρία Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, παρόλο που ο εισηγητής, ο συνάδελφος κ. Λαφαζάνης μίλησε αναλυτικά για το νομοσχέδιο, θα ήθελα να κάνω ορισμένες παρατηρήσεις και κυρίως θα ήθελα να επισημάνω τη σημασία που έχουν οι ρυθμίσεις του. Πρόκειται για ρυθμίσεις τολμηρές που διαψεύδουν την κριτική προς την Κυβέρνηση ότι δεν παίρνει τολμηρά μέτρα. Όταν θέλει η Κυβέρνηση αυτή, παίρνει τολμηρά μέτρα. Το δυστύχημα είναι ότι οι τολμηρές αυτές ρυθμίσεις, όπως θα εξηγήσω, είναι προς όφελος των πλουσίων, είναι προς όφελος των εύπορων στρωμάτων και είναι σε βάρος όσων ζουν κάτω από το μέσο όρο.
Οι ρυθμίσεις στις οποίες αναφέρομαι, και που συζητήθηκαν ήδη, είναι πρώτον η ουσιαστική κατάργηση του φόρου κληρονομιάς και δεύτερον η κατάργηση του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας. Αυτές είναι οι δύο παρεμβάσεις που επηρεάζουν συνολικά τη δομή του φορολογικού συστήματος, όπως θα προσπαθήσω να δείξω.
Βεβαίως, υπάρχει ένα τρίτο κεφάλαιο στο οποίο δε θα αναφερθώ διότι αναφέρθηκε αναλυτικά ο συνάδελφος κ. Λαφαζάνης που αφορά την προσπάθεια πάταξης του λαθρεμπορίου. Νομίζω ότι το κεφάλαιο αυτό έχει σημασία κυρίως για το γεγονός ότι είμαστε μία χώρα όπου είναι σα να ζούμε ακόμα στην εποχή της ποτοαπαγόρευσης. Παντού μπορεί να εντοπίσει κανείς φαινόμενα λαθρεμπορίου, αλλά δεν ξέρω αν στην Ευρώπη υπάρχει άλλη χώρα όπου το λαθρεμπόριο είναι σημαντική οικονομική λειτουργία, όπου αποτελεί μορφή πλουτισμού και τρόπο συσσώρευσης κεφαλαίου τελικά.
Επειδή πολλοί μιλούν σήμερα για τον καπιταλισμό και λένε μεταφορικά ότι είναι ένας καπιταλισμός-«καζίνο», ίσως πρέπει να πούμε ότι υπάρχει και μία διάσταση, μία τάση και μία δυναμική και προς έναν «μαφιόζικο» καπιταλισμό. Η περίπτωση της χώρας μας δεν είναι μακριά απʼ αυτήν την κατάσταση διότι όταν λέμε για λαθρεμπόριο καυσίμων, δεν εννοούμε κάποιο φουκαρά που κάνει λαθρεμπόριο μερικά λίτρα καυσίμων, αλλά μιλάμε για συγκροτημένα κυκλώματα, για συγκροτημένα συμφέροντα από δεκαετίες.
Επομένως, εμείς θεωρούμε θετική κάθε προσπάθεια που γίνεται προς την κατεύθυνση αντιμετώπισης του προβλήματος.
Μας προκαλεί τεράστια εντύπωση το ότι δεν θίγεται έστω και το θέμα του λαθρεμπορίου καυσίμων για τη Ναυτιλία. Έχουμε μεγάλες επιφυλάξεις για το αν το σύστημα αυτό θα αποδώσει. Θα ευχόμασταν να αποδώσει.
Όπως είπα δε θα επεκταθώ. Θα ήθελα, όμως, να κάνω μια επισήμανση, διότι αυτές τις ημέρες ζούμε μία ορισμένη ατμόσφαιρα και δεν θα πρέπει να θεωρηθούν παρωνυχίδες ή αποσπασματικά φαινόμενα αυτά που συμβαίνουν από εδώ κι από εκεί. Δυστυχώς, συγκροτούν τάσεις, οι οποίες αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα, θα γιγαντώνονται και θα επηρεάζουν συνολικά την οικονομική και την πολιτική ζωή της χώρας μας.
Έρχομαι τώρα στο φόρο κληρονομιάς. Για να τεκμηριώσω την άποψη, ότι πρόκειται για μία πολύ σοβαρή παρέμβαση αυτή που γίνεται στο φορολογικό σύστημα και για να το εξηγήσω αυτό, θα μου επιτρέψετε να αναφέρω, εν συντομία, τι ισχύει σε άλλες χώρες, με βάση τα στοιχεία που μπόρεσαν να μου εξασφαλίσουν οι συνεργάτες μου.
Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, η Μέκκα του καπιταλισμού και της προστασίας των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας κατά πολλούς: Στην Αμερική, λοιπόν, ο φόρος κληρονομίας είναι βασικός φόρος του κράτους και υψηλότατος. Αν κάποιος έχει να κληρονομήσει ακίνητη περιουσία ύψους 1,5 εκατομμυρίων δολαρίων, θα πληρώσει 555.000 δολάρια φόρο. Αν κάποιος έχει να κληρονομήσει περιουσία ύψους 3 εκατομμυρίων δολαρίων, τότε θα πληρώσει 555.000 δολάρια για τα πρώτα 1,5 εκατομμύρια δολάρια και 45% για τα άλλα 1,5 εκατομμύρια δολάρια, μέχρι δηλαδή τα 3 εκατομμύρια δολάρια. Υπάρχει μία διαφοροποίηση αν ο κληρονόμος είναι σύζυγος, αν είναι τέκνο, αν είναι εγγόνι, αν είναι γονείς, αδέλφια κλπ.
Στη Γερμανία υπάρχει επίσης μία κλιμάκωση. Για όσους κληρονομούν περιουσίες ύψους πάνω από 500.000, ο συντελεστής είναι 15%. Υπάρχει βεβαίως αφορολόγητο όριο 300.000 για τη σύζυγο, 200.000 για τα τέκνα κλπ.
Στη Γαλλία: Κι εδώ υπάρχουν συντελεστές. Ο συντελεστής για περιουσία αξίας από 1.700.000 ευρώ και πάνω είναι 40%.
Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι στις περισσότερες χώρες ο Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, πρώτον: είναι προοδευτικός ως προς τους συντελεστές και δεύτερον: οι συντελεστές είναι αρκετά υψηλοί. Υπάρχουν και κάποιες χώρες που δεν έχουν φόρο κληρονομίας ή που τον κατήργησαν πρόσφατα. Μεταξύ των χωρών αυτών εκείνη που κάνει εντύπωση είναι η Σουηδία. Πρέπει να λάβετε, όμως, υπόψη σας ότι στη Σουηδία τα φορολογικά έσοδα του κράτους είναι περίπου το 50% του ΑΕΠ. Θέλω, δηλαδή, να πω ότι η φορολογία είναι πάρα πολύ υψηλή. Και κανείς δε θα είχε αντίρρηση –ενδεχομένως και στη χώρα μας- εάν τα φορολογικά έσοδα ήταν επαρκή, να συζητούσε τη δυνατότητα μείωσης κάποιων φόρων, μεταξύ των οποίων και του συγκεκριμένου φόρου.
Άρα, αυτό το οποίο κάνει η Κυβέρνηση, προκαλεί εντύπωση, αν συγκριθεί με το τι συμβαίνει αλλού.
Όσον αφορά το τι ισχύει στην πράξη, έχει αναπτυχθεί. Είπα ότι καταργείται στην ουσία, με την έννοια ότι ο φόρος, που τίθεται, είναι ελάχιστος.
Ποια είναι τα επιχειρήματα υπέρ του να υπάρχει ο Φόρος Ακίνητης Περιουσίας, διότι, όπως είδαμε, φόρος –και μάλιστα υψηλός- υπάρχει και σε άλλες χώρες καπιταλιστικές;
Στην Αμερική ένα επιχείρημα, που χρησιμοποιούν, είναι ότι αν υπάρχει φόρος κληρονομίας για την ακίνητη περιουσία –και όχι μόνο- ενθαρρύνονται οι πλούσιοι Αμερικανοί να κάνουν δωρεές και φιλανθρωπίες.
Υπάρχει ένα δεύτερο επιχείρημα, το οποίο χρησιμοποιούν και πολύ πλούσιοι άνθρωποι ατομικά. Διάβαζα κάπου ότι ένας μεγάλος επενδυτής ο οποίος είναι εν ζωή, ο Μπάφετ στην Αμερική, δεν αφήνει την περιουσία του στα παιδιά του. Δήλωσε κάπου «Θα τους αφήσω τόσα, ώστε να μην γυρνούν στους δρόμους άποροι, αλλά δεν θα τους αφήσω τόσα, ώστε να μην χρειάζεται να δουλέψουν στη ζωή τους». Τα πιο πολλά τα άφησε δωρεά σε ένα ίδρυμα που έχει ο Μπιλ Γκέιτς με τη γυναίκα του. Είναι μια λογική ατομική αυτή.
Εγώ θα σταθώ σʼ ένα επιχείρημα το οποίο έχει χρησιμοποιήσει επίσης ένας Έλληνας δωρητής. Εάν πάτε στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο, θα δείτε μια πινακίδα από τον κληροδότη, η οποία, εάν θυμάμαι καλά, γράφει «Από την κοινωνία τα πήρα, στην κοινωνία τα έδωσα». Το επιχείρημα το οποίο θέλω να υποστηρίξω, είναι το εξής: Για να παραχθεί πλούτος, πρέπει να προϋπάρχει η κοινωνία με τις δομές της. Πρέπει να υπάρχει η κοινωνία, πρέπει να υπάρχει το εκπαιδευτικό σύστημα, πρέπει να υπάρχει το σύστημα υγείας, πρέπει να υπάρχουν δρόμοι, πρέπει να υπάρχουν νόμοι, πρέπει να υπάρχει όλο αυτό το σύστημα. Άρα, είναι νόμιμο, ακόμα και σε ένα καθεστώς σαν αυτό που ζούμε, να υπάρχει φόρος κληρονομιάς, ούτως ώστε ένα μέρος του πλούτου που συσσωρεύει κάποιος στη ζωή του να διατίθεται για την αναπαραγωγή της κοινωνίας.
Γιʼ αυτό και η ρύθμιση που προωθεί η Κυβέρνηση εδώ και όλα αυτά που ακούω, θα μου επιτρέψετε να πω ότι έχουν και ένα αντικοινωνικό στοιχείο, έναν αντικοινωνικό χαρακτήρα. Ενθαρρύνεται στην ουσία και προστατεύεται ο αδρανής πλούτος. Έχει ο άλλος εκατομμύρια περιουσία και του λες «Δεν χρειάζεται, δεν θα πληρώσεις τίποτε στην κληρονομιά. Άστα εκεί», ή αυτός που τα παραλαμβάνει δεν νοιώθει ενδεχομένως την ανάγκη να αξιοποιήσει την περιουσία για να μπορεί να πληρώσει το φόρο. Ακριβώς γιʼ αυτό θεωρούμε ότι είναι πολύ σημαντική αυτή η ρύθμιση.
Πρώτον, καθιστά πιο άδικο, λιγότερο προοδευτικό συνολικά το φορολογικό σύστημα και όχι μόνο το συγκεκριμένο φόρο. Δεύτερον, προστατεύει, όπως είπα, τον αδρανή πλούτο και τρίτον, επειδή ζούμε σε μια χώρα με μεγάλο δημόσιο χρέος και ελλείμματα, το έλλειμμα που δημιουργεί η κατάργηση του φόρου κληρονομιάς θα αναπληρωθεί με την επιβολή άλλων φόρων σε κοινωνικά στρώματα που δεν έχουν πλούτο να κληρονομήσουν ή να παραλάβουν από κληρονόμους.
Τι έπρεπε να γίνει; Πρώτον, μπορούσαν να ανέβουν τα όρια. Τα όρια σήμερα των 95.000 ευρώ θα μπορούσαν να ανέβουν, ούτως ώστε πράγματι ένας μικροϊδιοκτήτης, μια οικογένεια για την οποία η κληρονομιά είναι μια μορφή αποταμίευσης, να μην πληρώσει φόρο. Από εκεί και πάνω, όμως, θα έπρεπε να υπάρχει μια κλιμάκωση των συντελεστών.
Σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα κάποιων να μετατρέψουν την περιουσία τους σε εταιρική περιουσία και να τη μεταβιβάσουν με πολύ χαμηλό συντελεστή μέσω μετοχών, αυτό το πρόβλημα, που είναι υπαρκτό και για το οποίο έχει μεγάλη ευθύνη το ΠΑ.ΣΟ.Κ. που το θεσμοθέτησε, θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με διάφορους τρόπους και με διάφορα αντικίνητρα, που θα μπορούσαν να θεσπιστούν.
Το ότι το έλλειμμα που δημιουργεί στον προϋπολογισμό η κατάργηση του φόρου κληρονομίας πρέπει να αναπληρωθεί με άλλους φόρους, το αποδεικνύει το δεύτερο κεφάλαιο του νομοσχεδίου, που αφορά το ενιαίο τέλος ακίνητης περιουσίας. Εδώ, βεβαίως, το έλλειμμα του προϋπολογισμού αυξάνεται περισσότερο, διότι καταργείται ο φόρος μεγάλης ακίνητης περιουσίας.
Άκουσα εδώ το επιχείρημα, το οποίο δεν τιμά αυτούς που το λένε, ότι υπήρχε μεν ο φόρος μεγάλης ακίνητης περιουσίας, αλλά πολλοί τον παραβίαζαν, έκαναν φοροδιαφυγή και γιʼ αυτό καταργείται. Αυτό δείχνει ένα ρακένδυτο κράτος, το οποίο δεν μπορεί καν να εφαρμόσει τους νόμους του. Αντί να έρθει εδώ προς συζήτηση το θέμα πώς πρέπει να εφαρμοστεί ο φόρος μεγάλης ακίνητης περιουσίας, η λογική είναι «επειδή δεν μπορούμε και έχουμε δυσκολίες, διότι υπάρχουν και αετονύχηδες ή δεν ξέρω τι άλλο, τον καταργούμε». Δεν είναι σοβαρή λογική αυτή.
Θα είμαι συγκεκριμένος. Με βάση τις φορολογικές δηλώσεις του 2006, 7.848 Έλληνες υπέβαλαν δηλώσεις μεγάλης ακίνητης περιουσίας και εμφανίζεται να έχουν περιουσία πάνω από 1.000.000 ευρώ. Επτά χιλιάδες οκτακόσιοι σαράντα οκτώ άτομα δήλωσαν το 2006 περιουσία πάνω από 1.000.000 ευρώ και πλήρωσαν φόρο 65.000.000 ευρώ.
Γιατί τους τα χαρίζετε; Σε αυτά τα οκτώ χιλιάδες άτομα γιατί χαρίζετε τα 65.000.000 ευρώ; Τους λείπουν; Αν τους λείπουν, να τους βοηθήσουμε. Την ίδια χρονιά, το 2006 τρεις χιλιάδες περίπου νομικά πρόσωπα -3.286 για την ακρίβεια- δήλωσαν μεγάλη ακίνητη περιουσία, δηλαδή πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ, και πλήρωσαν φόρο 101.000.000 ευρώ. Γιατί τους τα χαρίζετε;
Ποιοι θα πληρώσουν τώρα αυτά που έχετε χαρίσει ή χαρίζετε από δω κι από κει; Είπε ο παριστάμενος Υπουργός στην Επιτροπή ότι θα επιβαρυνθούν τα νομικά πρόσωπα. Αυτό είναι σωστό ώς ένα βαθμό και ώς ένα σημείο. Είναι επίσης θετικό και το ότι μπαίνουν και τα ιδρύματα της Εκκλησίας, τα ακίνητα της Εκκλησίας. Είναι αρνητικό που μπαίνουν αποσπασματικά. Όπως έχουμε πει, πρέπει να επανεξεταστεί όλο το καθεστώς φορολογικής ασυλίας της Εκκλησίας σε ό,τι αφορά τις εμπορικές δραστηριότητές της.
Η βασική όμως πηγή, από την οποία θα καλυφθούν τα ελλείμματα αυτά –και μάλιστα ο Προϋπολογισμός προβλέπει ότι θα εισπράξει και 900 εκατομμύρια ευρώ από το τέλος ακίνητης περιουσίας- είναι εκείνοι οι Έλληνες και Ελληνίδες, που έχουν κύρια κατοικία 100 τετραγωνικά, 60 τετραγωνικά, 120 τετραγωνικά, αλλά έχουν και κάποιο δεύτερο σπίτι, είτε στο χωριό τους ως κληρονομιά, είτε δεύτερη κατοικία. Αυτή η οικογένεια, που είναι πολύ συνηθισμένη στην Ελλάδα –διότι το σπίτι, όπως είπα, η μικροκατοικία, η μικροϊδιοκτησία λειτουργεί και ως μορφή αποταμίευσης- αυτή θα επιβαρυνθεί. Αυτή είναι ο χώρος όπου διευρύνεται η φορολογική βάση.
Και θα πει κανείς, ναι, αλλά το τέλος είναι χαμηλό. Αλλά θα αυξάνει κάθε φορά που θα αυξάνουν οι αντικειμενικές αξίες. Και όποτε ο Προϋπολογισμός ή η Κυβέρνηση, είτε αυτή είτε κάποια άλλη, έχει προβλήματα, θα έχει ένα μηχανισμό φορομπηχτικό, που με ευκολία θα αυξάνει το τέλος. Και πολλές φορές θα θέτει και το δίλημμα: θέλετε να αυξήσω τον Φ.Π.Α. ή θέλετε να αυξήσω το ενιαίο τέλος ακίνητης περιουσίας;
Επομένως, γιʼ αυτούς τους λόγους εμείς θεωρούμε ότι και οι δύο αυτές παρεμβάσεις είναι πολύ σημαντικές. Αλλοιώνουν προς το χειρότερο το φορολογικό σύστημα. Δεν έχουν συνειδητοποιηθεί ακόμα και οι φορείς που ήρθαν στην Επιτροπή δεν είχαν πλήρη εικόνα. Έπαιρνε καθένας μια γωνία του θέματος που νομίζει ότι μπορεί να τον ευνοεί.
Πιστεύω ότι πρέπει να μελετηθούν από τους ενδιαφερόμενους και από όλο τον κόσμο αυτά τα μέτρα. Και κυρίως πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ένα άδικο και αναποτελεσματικό φορολογικό σύστημα που έχουμε στην Ελλάδα τώρα γίνεται ακόμη πιο άδικο. Και επομένως η Κυβέρνηση, πολύ σύντομα, εν όψει και των προβλημάτων που έχει ο Προϋπολογισμός, θα εμφανιστεί με ελλείμματα, θα εμφανιστεί με προτάσεις και θα μας λέει για την ανάγκη λήψης και άλλων εισπρακτικών μέτρων, ενδεχομένως ακόμη και αύξηση του Φ.Π.Α., μέτρα που είναι όλα σε βάρος των πολλών.
Και μία από τις ρίζες του προβλήματος είναι και οι ρυθμίσεις που γίνονται εδώ, τις οποίες ψηφίζει η πλειοψηφία, που αφορούν την κατάργηση του φόρου κληρονομιάς, που ευνοεί κυρίως αυτούς που έχουν μεγάλη περιουσία να κληρονομήσουν, και την κατάργηση του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας.
Γιʼ αυτούς του λόγους εμείς είμαστε αντίθετοι. Δεν υπάρχει χρόνος τώρα, αλλά έχουμε επανειλημμένα τονίσει την ανάγκη μιας μεταρρύθμισης, που με συγκεκριμένα μέτρα έχουμε δείξε ότι είναι και αναγκαία, αλλά και εφικτή.
Ευχαριστώ.