Skip to main content.
Συνασπισμός της Αριστεράς των Κινημάτων και της Οικολογίας
21/01/2008

"Εναλλακτική προγραμματική πρόταση ή πρόταση κυβερνητικής εξουσίας" του Γιάννη Τόλιου, μέλους της ΠΓ του ΣΥΝ

5ο Συνέδριο - Δημόσιος διάλογος

Ο προσυνεδριακό διάλογος (δημόσιος και εσωκομματικός), είναι φυσικό να φέρει στο προσκήνιο καίρια ζητήματα θεωρίας και πολιτικής της αριστεράς, καθώς και ζητήματα στρατηγικής και τακτικής του ΣΥΝ στις σύγχρονες συνθήκες. Συχνά από ορισμένους συντρόφους, γίνεται αναφορά στο έλλειμμα «εναλλακτικής προγραμματικής πρότασης», που ταυτίζεται με την «πρόταση κυβερνητικής εξουσίας» (ή πρόγραμμα κυβερνητικής συνεργασίας), η απουσία της οποίας θεωρείται αιτία μειωμένης εμβέλειας του ΣΥΝ και καταγραφής ως «δύναμης διαμαρτυρίας» και «μικρής πολιτικής επιρροής» στην κοινωνία.

Ωστόσο χρειάζεται να ξεχωρίσουμε τη δικαιολογημένη απαίτηση των μελών και φίλων του κόμματος, για συγκεκριμένες και αναλυτικές προτάσεις σε σημαντικά προβλήματα της χώρας, από τις απόψεις που ερμηνεύουν ή ταυτίζουν την «εναλλακτική προγραμματική πρόταση», ως κατʼ εξοχήν «στοιχείο ετοιμότητας» για συμμετοχή σε κυβέρνηση συνεργασίας. Σε συνθήκες μάλιστα κρίσης του δικομματισμού, προβάλλεται έντονα το «δίλημμα» (καλοπροαίρετα ή πονηρά), εάν ο ΣΥΝ θα πάρει μέρος σε κυβέρνηση συνεργασίας ή θα υπάρξει ακυβερνησία.!!! Αποφεύγουν ωστόσο (οι «πονηροί») να θέσουν το ίδιο «δίλημμα» στα δύο μεγάλα κόμματα, γιατί φοβούνται μη χορέψουν χέρι-χέρι… «το χορό του Ζαλόγγου».!!

Κατʼ αρχήν να σημειώσουμε ότι ο ΣΥΝ, διαθέτει πλούσιο απόθεμα επεξεργασιών (προγραμματικό συνέδριο, επεξεργασίες τμημάτων, προτάσεις κοινοβουλευτικής ομάδας, κά), σε πολλά ζητήματα οικονομικής, κοινωνικής, περιβαλλοντικής, κλπ, πολιτικής, οι οποίες δυστυχώς δεν είναι σε γνώση, ούτε των μελών και φίλων του, ούτε πολύ περισσότερα της κοινωνίας, εξʼ αιτίας δικών του αδυναμιών, αλλά και αντικειμενικών δυσκολιών (μέσα ενημέρωσης, οικονομικά, κά) διάχυσης των προτάσεων στην κοινωνία. Το αποτέλεσμα είναι να καταγράφεται ορισμένες φορές με «έλλειμμα» προγραμματικής πρότασης και ως κόμμα διαμαρτυρίας του «κάτω» και «έξω».

Οπωσδήποτε υπάρχει ανάγκη επικαιροποίησης πολλών προτάσεων και βαθύτερης θεώρησης ζητημάτων (πχ. σοσιαλιστική προοπτική, κά). Όμως το πρόβλημα στο θέμα μας βρίσκεται αλλού. Αφορά τη μονοσήμαντη σύνδεση της «εναλλακτικής προγραμματικής πρότασης», με την «πρόταση κυβερνητικής εξουσίας», με κύριο παραλήπτη το ΠΑΣΟΚ, που καταλήγει στον «κυβερνητισμό» (επιδίωξη συμμετοχής σε κυβέρνηση με κάποιους όρους και ανταλλάγματα). Ωστόσο το κρίσιμο ερώτημα είναι κάτω από ποιες συνθήκες μπορούν να υπάρξουν προϋποθέσεις (αντικειμενικές και υποκειμενικές), προώθησης της «εναλλακτικής προγραμματικής πρότασης», μέσα από μια κυβέρνηση συνεργασίας, που θα αφήνει ανοικτό το δρόμο στη σοσιαλιστική προοπτική. Επισημαίνουμε ορισμένες από αυτές, αφήνοντας προς το παρόν έξω το ρόλο του «εξωτερικού παράγοντα».

Κατʼ αρχήν για μια φερέγγυα κυβερνητική συνεργασία, πρέπει να υπάρξει γνήσια πολιτική βούληση εκ μέρους των πιθανών συμμάχων, αποδοχής βασικών προγραμματικών στόχων της αριστεράς, παρά απλή ….«εκδήλωση ενδιαφέροντος» που έχει στόχο τη …λαφυραγώγηση των ψήφων της. Δεύτερον, πρέπει να υπάρχει ευνοϊκός συσχετισμός πολιτικών δυνάμεων. Άλλο συνεργασία ενός μικρού αριστερού κόμματος (5% ή 10%) με ένα μεγαλύτερο κόμμα (35% ή 40%) και άλλο με αντίστροφους όρους, ή τουλάχιστον με μικρή διαφορά δυνάμεων.!!! Είναι φανερό ότι οι δυνατότητες επηρεασμού των εξελίξεων είναι διαφορετικές ακόμα κι αν υπάρχει το ίδιο κυβερνητικό πρόγραμμα. Τρίτον, πολύ σημαντικό ρόλο παίζει ο ευνοϊκός συσχετισμός κοινωνικών δυνάμεων. Άλλο «κυβέρνηση συνεργασίας» σε συνθήκες ισχυρού ταξικού συνδικαλιστικού και μαζικού κινήματος, κι άλλο σε συνθήκες κατακερματισμού και ελέγχου (σε μεγάλο βαθμό) από την εργοδοσία. Τέλος, κρίσιμος παράγοντας είναι ο βαθμός συσπείρωσης της Αριστεράς και η συμμετοχή βασικών εκφραστών της στο «μπλοκ εξουσίας», ενώ αντίθετα η διάσπαση και η αντιπαράθεση αποδυναμώνουν πολύ το εγχείρημα. Γενικότερα, όσο λιγότερο ώριμες είναι οι πιο πάνω προϋποθέσεις, τόσο λιγότερες οι δυνατότητες επηρεασμού των εξελίξεων και η μετατροπή της ενδεχόμενης ασυνέπειας των συμμάχων, σε «πολιτικό κόστος», από τη μη τήρηση των όρων της κυβερνητικής συνεργασίας.

Η εμπειρία της συνεργασίας του Κ.Κ.Γαλλίας με το Σοσιαλιστικό Κόμμα, είναι πολύ διδακτική (το ΚΚΓ από 20% πριν μερικές δεκαετίες κατέβηκε στο 3-4% σήμερα). Ανάλογες εμπειρίες είχαμε ως ενιαίος Συνασπισμός, με τη συμμετοχή σε δύο κυβερνητικά σχήματα (1989-1990), όπου χάσαμε σε λίγους μήνες το 1/3 των δυνάμεων μας.!! Αξίζει να σημειώσουμε, ότι παρʼ ότι τότε η αριστερά είχε ενιαία έκφραση, σχετικά ισχυρές θέσεις στο μαζικό κίνημα, ο γενικότερος πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων δεν ήταν ευνοϊκός. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η πρόταση του ΣΥΝ για ριζοσπαστική μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος, που δέχτηκαν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ στα πλαίσια της «Οικουμενικής», δεν υλοποιήθηκε στην πράξη. Ωστόσο το αποτέλεσμα ήταν να καταγραφεί ο Συνασπισμός ασυνεπής και ολίγον….«μωρά παρθένος».!!

Εν συντομία πρέπει να τονίσουμε, ότι η συμμετοχή ενός αριστερού κόμματος στην κυβέρνηση, δεν σημαίνει απλώς «αλλαγή φρουράς» στη διαχείριση των κυρίαρχων συμφερόντων. Αντίθετα σημαίνει ρήξεις και ανατροπές σε βάρος τους και ουσιαστική αλλαγή του γενικότερου πολιτικού και κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων. Κατά συνέπεια δεν είναι σωστή η άποψη ότι η ύπαρξη «εναλλακτικής προγραμματικής πρότασης», επαρκεί για την επιτυχή συμμετοχή σε κυβέρνηση συνεργασίας. Ασφαλώς το να έχεις τέτοιο πρόγραμμα είναι θετικό. Όπως επίσης πολύ σημαντικό είναι η ανάπτυξη ισχυρής κινηματικής δράσης και οι δεσμοί με τις κοινωνικές δυνάμεις (τάξεις και στρώματα) που τα πολιτικά τους συμφέροντα εκφράζει η αριστερά (εργατική τάξη, μικρομεσαίοι αγρότες, αυτοαπασχολούμενοι, νεολαία, κά). Κατά συνέπεια ως ΣΥΝ, έχουμε μπροστά μας πολύ δουλειά, για τη δημιουργία αυτών των προϋποθέσεων. Κυρίως πρέπει να αλλάξουν οι πολιτικοί συσχετισμοί σε βάρος των δυνάμεων του δικομματισμού και να ενισχυθεί η συσπείρωση και η κοινή δράση των δυνάμεων της αριστεράς. Η χρονική διάρκεια αυτής της διαδικασίας δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί. Στην πολιτική και την κοινωνική ζωή γενικά, οι εξελίξεις «τρέχουν» ορισμένες φορές πολύ γρήγορα και μπορεί να έχουμε θεαματικές ανατροπές σε σύντομο χρονικό διάστημα αντί σε ορίζοντα δεκαετιών.

Η πολιτική συμμαχιών που επεξεργάστηκε ο ΣΥΝ στο προηγούμενο συνέδριο, έδωσε θετικούς καρπούς. Είχαμε επιτυχία στις αυτοδιοικητικές και τις βουλευτικές εκλογές. Ο δικομματισμός υπέστη πλήγμα. Διαφάνηκε ότι με το ΠΑΣΟΚ δεν υπάρχουν δυνατότητες συνεργασίας, γιατί η πολιτική του την τελευταία δεκαετία (ως κυβέρνηση αλλά και ως αντιπολίτευση), κινούνται στο έδαφος της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης που ακολουθεί η ΝΔ, ανεξάρτητα από μικροδιαφορές (πολιτικού λόγου ή πρακτικής). Άλλο πράγμα η επιδίωξη κοινής δράσης, σε κοινά προβλήματα με μέλη και ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ, καθώς και άλλων κομμάτων, η οποία είναι δυνατή, αναγκαία και επιδιωκόμενη, για απεγκλωβισμό μεταξύ άλλων δυνάμεων από την επιρροή του δικομματισμού και άλλο τα διάφορα σενάρια «συνεργασιολογίας» ΠΑΣΟΚ-ΣΥΝ στη λογική της «κεντροαριστεράς», που προβάλλονται από διάφορες πλευρές και προορίζουν στο ΣΥΝ ρόλο «ψευδομάρτυρα» της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, με αντάλλαγμα ίσως…κάποια υπουργεία.!!

Διαφορετικό είναι το ζήτημα με το ΚΚΕ, του οποίου η πολιτική περιέχει μια μεγάλη αντίφαση. Από τη μια αγωνίζεται κατά της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, ενώ από την άλλη κρατάει εχθρική στάση στις άλλες δυνάμεις της αριστεράς και κυρίως στο ΣΥΝ και ΣΥΡΙΖΑ, με αρνητικές προεκτάσεις στο μαζικό κίνημα. Το ότι υπάρχουν πολιτικές και ιδεολογικές διαφορές μεταξύ τους είναι γνωστό (διαφορετικά θα ήταν ένα κόμμα). Ωστόσο υπάρχει κοινό έδαφος για κοινή δράση και αλλαγή συσχετισμών σε βάρος του δικομματισμού, με παράλληλη δημιουργία προϋποθέσεων για τη «Μεγάλη Αριστερά», με στόχο τη συνολική ανατροπή του δικομματισμού. Αυτό είναι άλλωστε το θετικό μήνυμα και η ελπίδα που έφερε στο προσκήνιο ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θα μπορούσε σε μια νέα εκδοχή του (με ίδιο ή διαφορετικό τίτλο) να γίνει η κοινή «ομπρέλα» όλης της αριστεράς και ιδιαίτερα των παλαιών και νέων «ανένταχτων», καθώς και της ριζοσπαστικής οικολογίας. Σε κάθε περίπτωση ο ΣΥΝ θα προχωρήσει σε αυτήν την κατεύθυνση και ο κόσμος της αριστεράς θα κρίνει τη «συνέπεια» των άλλων αριστερών δυνάμεων.

Αυτήν την ιδέα φοβούνται και πολεμούν με λύσσα οι δυνάμεις του κατεστημένου (πολιτικού, οικονομικού, «media», «εξωτερικός παράγων», κά), που προσπαθούν να ξεπεράσουν την κρίση του δικομματισμού, με ενσωμάτωση δυνάμεων της αριστεράς στα σχέδια τους. Όμως η μαχόμενη, ριζοσπαστική αριστερά, έχει τα δικά της σχέδια. Η κρίση του δικομματισμού, η ενδυνάμωση της, η ανάπτυξη ταξικών αγώνων και κοινωνικών κινημάτων, αποτελούν ελπιδοφόρα προοπτική για τον ελληνικό λαό και την ελληνική κοινωνία.