1. Σε μια ιδιαίτερα ευνοϊκή περίοδο για τον Συνασπισμό και τον ΣΥΡΙΖΑ γίνεται το 5ο Συνέδριο. Το πώς θα ανταποκριθούμε σʼ αυτή τη συγκυρία, είναι μια νέα πρόκληση, μιας και δεν έχουμε την ανάλογη εμπειρία.
Η κατάσταση αυτή δεν ήταν «γραμμένο» να προκύψει, δεν φτάσαμε κατά τύχη ή από σύμπτωση ως εδώ. Τη φθορά του δικομματισμού θα μπορούσε να την εισπράξει οποιοσδήποτε άλλος δεξιά ή αριστερά, αν από το προηγούμενο Συνέδριο δεν είχε χαραχτεί σαφής γραμμή-στροφή και δεν είχε γίνει συνεπής και σταθερή προσπάθεια για την υλοποίησή της, με δημιουργικό και πραγματικά ανανεωτικό τρόπο (εδώ πρέπει κανείς να υπογραμμίσει τη συμβολή του σ. Αλ. Αλαβάνου). Και αν - πηγαίνοντας ακόμα πιο πίσω - δεν είχαν υπάρξει ισχυρές δυνάμεις μέσα στο κόμμα που γύρισαν την πλάτη στις σειρήνες και στις «μόδες» της τελευταίας εικοσαετίας: του εκσυγχρονισμού, του σοσιαλφιλελευθερισμού, του κυβερνητισμού, των κεντροαριστερών σεναρίων, της συμπληρωματικότητας, της αποϊδεολογικοποίησης. Αν δεν υπήρχαν αυτά τα δεδομένα, θα παρακολουθούσαμε σαν «στήλες άλατος» τη δογματική αριστερά και την ακραία δεξιά να καρπώνονται την κρίση των εταίρων του δικομματισμού. Η δογματική αριστερά έχει ήδη φτάσει σε ποσοστά που δεν θα μπορούσε να τα υποψιαστεί, αν δεν έβρισκε πρόσφορο έδαφος στις δικές μας παλιότερες ασάφειες, παλινωδίες, χασμωδίες.
2. Η βασική γραμμή του προηγούμενου Συνεδρίου πρέπει να συνεχιστεί. Το άνοιγμα στην κοινωνία, η σύνδεση με τα στρώματα που πλήττονται ιδιαίτερα, πρέπει να είναι το κύριο μέλημά μας. Μπορεί πράγματι να εμπλουτιστεί από την εναλλακτική πρόταση για μια νέα πλειοψηφία, αν η πρόταση αυτή διατυπωθεί με την καθαρότητα και την επιθετικότητα που απαιτούν οι περιστάσεις, στηριγμένη σε 3 άξονες:
• Η πρόταση στρέφεται ενάντια στους εταίρους του δικομματισμού. Δεν απευθύνεται στο ΠΑΣΟΚ, σε πιθανά τμήματά του ή και σε οποιουσδήποτε άλλους από οπουδήποτε κι αν προέρχονται και οποιοδήποτε «νέο» πολιτικό σχήμα κι αν συμπήξουν, που είναι ενταγμένοι στην αντίληψη της δικομματικής ή διπολικής συγκρότησης του πολιτικού συστήματος.
• Η πρόταση απευθύνεται σʼ αυτούς που είναι απέναντι από το σημερινό σύστημα διακυβέρνησης, που βρίσκονται στην «άλλη όχθη». Έχει αρχικό πυρήνα το ΣΥΡΙΖΑ και είναι ανοιχτή σε όλες τις δυνάμεις της πολύχρωμης και ευρύτερης αριστεράς, στους πολιτικούς τους φορείς ή σε όποιους συγκροτηθούν μέσα από διαδικασίες που αμφισβητούν τις δυνάμεις του δικομματισμού και του νεοφιλελευθερισμού. Και βέβαια στους ανένταχτους αριστερούς και προοδευτικούς πολίτες.
• Η πρόταση απευθύνεται πρώτα στην κοινωνία. Τα σημερινά αδιέξοδα μπορεί να τροφοδοτήσουν νέες δυνατότητες που κάνουν εφικτή την υλοποίησή της. Η Αριστερά ανακτά την αξιοπιστία της και γίνεται πειστική, πρωταγωνίστρια στις εξελίξεις. Αλλά για να αποκτήσει γερές βάσεις και να διαμορφώσει τη νέα πλειοψηφία, πρέπει να εμπνεύσει και να στηριχθεί στο μαζικό κίνημα, στο ενεργό κομμάτι της κοινωνίας των πολιτών. Αλλιώςτότε η πρόταση δεν θα είναι πράγματι ρεαλιστική ή θα ξεστρατίσει.
3. Ο νέος Πρόεδρος του κόμματος πρέπει να επικεντρώσει ακριβώς σʼ αυτό: να συνδέσει το κόμμα - μέσα από τη δράση των οργανώσεών του και τη δική του παρέμβαση - με τις ανάγκες, τις αγωνίες και τους αγώνες των ανέργων, των νέων, των εργαζομένων και όλων των πολιτών που κινδυνεύουν από τα μέτρα ή που αντιδρούν στο μοντέλο ζωής που επιβάλλουν οι δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού, του δικομματισμού και της παντοειδούς χυδαιότητας και βαρβαρότητας του καιρού μας. Σε συνεννόηση, συνεργασία και συντονισμό με τη νέα, ανανεωμένη ηγετική ομάδα του κόμματος και τον σ. Αλ. Αλαβάνο, ως Πρόεδρο της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ. Ο καταλληλότερος για το ρόλο αυτό πιστεύω ότι είναι ο σ. Αλ. Τσίπρας. Δεν διαθέτει μόνο την απαραίτητη προϋπόθεση, ότι δηλ. μπορεί να εκφράσει την προβλεπόμενη πλειοψηφία του Συνεδρίου (σε αντίθετη βέβαια περίπτωση, δεν έχει κανένα νόημα να είναι υποψήφιος Πρόεδρος). Διαθέτει και τα άλλα στοιχεία (πολιτικά, κινηματικά, επικοινωνιακά) που τον κάνουν ικανό να ανταποκριθεί στις ανάγκες της εποχής.
Διάφορες αιτιάσεις που έχουν ακουστεί (διαρχία, έλλειψη κοινοβουλευτικής ιδιότητας, επικοινωνιακή προώθηση από κάποια ΜΜΕ για ιδιοτελείς σκοπούς) δεν αντέχουν σε σοβαρή κριτική και υπονομεύουν την πολιτική επάρκεια όσων τις εκφέρουν. Για παράδειγμα, η σοβαρότερη δυσλειτουργία και διαρχία θα προέκυπτε σʼ ένα κόμμα που έχει Πρόεδρο που δεν εκφράζεται από τις απόψεις της πλειοψηφίας, που δεν εμπνέεται από τη συγκρότηση και την προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ. Διαβάζοντας δε, ότι ο σ. Τσίπρας γίνεται υποχείριο άνομων σκοπιμοτήτων από κάποια ΜΜΕ, δεν μπορώ να συγκρατήσω ένα πικρό χαμόγελο. Διαπιστώνω καταρχήν, ότι για ορισμένους σ. οι άνομες αυτές σκοπιμότητες εκτιμάται ότι στοχεύουν στην υπονόμευση του πολιτικού συστήματος (και εμείς θα έπρεπε άραγε να το υπερασπιστούμε;). Στη συνέχεια θυμάμαι την παρέμβαση κάποιων ΜΜΕ σε παλιότερες εποχές, όταν ο ΣΥΝ πιεζόταν απʼ έξω κι από μέσα να υποκύψει στη γοητεία της εκσυγχρονιστικής κεντροαριστεράς, με όρους και μεθόδους που δεν μπορούν να συγκριθούν με την σημερινή προβολή του σ. Τσίπρα, του σ. Αλαβάνου αλλά και του ΣΥΝ ως ενιαίου κόμματος. Και ψιθυρίζω (για να κρατήσω σε ήπιους τόνους την αντιπαράθεση): «θου Κύριε...».
Τέλος, θα ήθελα να απευθύνω ένα ερώτημα, που θεωρώ καίριο και το διατυπώνω με πολύ ειλικρίνεια στο σ. Φ. Κουβέλη, ως υποψήφιο Πρόεδρο, πιστεύοντας ότι θα το απαντήσει στα πλαίσια των διαδικασιών του Συνεδρίου: Γιατί από υποστηρικτής του ΣΥΡΙΖΑ επί προεδρίας Κωνσταντόπουλου, έγινε πολέμιός του επί προεδρίας Αλαβάνου; Προφανώς είχε αυτό το δικαίωμα αλλά και τα μέλη του κόμματος δικαιούνται να έχουν μια εξήγηση από τον υποψήφιο Πρόεδρό του.
Κώστας Σπαρτινός
Μέλος Ν.Ε. Αχαΐας