Εισερχόμαστε τώρα στη συζήτηση της με αριθμό 522/29-1-2008 επίκαιρης ερώτησης του Βουλευτή του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς κ. Φώτη Κουβέλη προς τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, σχετικά με τον αποκλεισμό από την εκπαίδευση των νέων που προέρχονται από τα χαμηλά οικονομικά στρώματα.
Στην επίκαιρη ερώτηση του κ. Κουβέλη θα απαντήσει ο Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Ανδρέας Λυκουρέντζος.
Κύριε Υπουργέ, έχετε το λόγο.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΥΚΟΥΡΕΝΤΖΟΣ (Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε.
Εκλεκτέ κύριε συνάδελφε, μου δώσατε την ευκαιρία να ασχοληθώ με την συγκεκριμένη έρευνα. Η εικόνα την οποία παρουσιάζει η έρευνα δεν είναι αυτή ακριβώς η οποία ισχύει στην χώρα μας σε ό,τι αφορά το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Η πραγματική κατάσταση είναι διαφορετική σε πολλές πλευρές της έρευνας αυτής. Για παράδειγμα, το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι δημόσια παιδεία για όλους και φιλοδοξία της Κυβέρνησής μας είναι να δημιουργήσουμε πολλές και ίσες ευκαιρίες για όλους μετά την αποφοίτησή τους, με μια πολιτική η οποία εκκινεί από το χώρο της εκπαίδευσης και εξελίσσεται στο χώρο της οικονομίας και της ανάπτυξης.
Βεβαίως η έρευνα εντοπίζει αδυναμίες, οι οποίες προφανώς έρχονται από το παρελθόν, αδυναμίες οι οποίες δεν θεραπεύτηκαν με τους μύθους και τις ουτοπίες οι οποίες καλλιεργήθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες, ούτε με τους γενικόλογους προβληματισμούς, όπως «όλοι οι νέοι στα πανεπιστήμια» ή «δημόσια παιδεία για όλο το λαό», πράγματα τα οποία όταν δεν συγκεκριμενοποιούνται και δεν μεταφράζονται σε πολιτική δεν βοηθούν το γενικό στρατηγικό στόχο, που πράγματι είναι δημόσια παιδεία για όλους και μόρφωση για όλα τα παιδιά του ελληνικού λαού.
Εμείς επιμένουμε ότι η καλύτερη επένδυση μιας χώρας γίνεται στον τομέα της παιδείας, και προσπαθούμε γιʼ αυτό κάτω από αντίξοες οικονομικές συνθήκες, κάτω από μια βαριά κληρονομιά, η οποία έρχεται από το παρελθόν, με στρεβλώσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, με υποβαθμισμένη την δευτεροβάθμια εκπαίδευση και πολλές άλλες αδυναμίες.
Απόδειξη προς τούτο είναι το πλούσιο νομοθετικό έργο της περιόδου 2004-2007, με το οποίο η κυρία Γιαννάκου και οι συνάδελφοί μας προκάτοχοι Υπουργοί προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν όλες αυτές τις αδυναμίες, τις ανάγκες και τις στρεβλώσεις. Αναφέρω επιγραμματικά ότι σπεύσαμε να αντιμετωπίσουμε ανάγκες για την αναβάθμιση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, την εφαρμογή της καινοτομίας, της πληροφορικής σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Διευρύναμε το ωράριο λειτουργίας των ολοήμερων σχολείων και ιδρύσαμε ολοήμερα ειδικά σχολεία.
Έχουμε επιχειρήσει στο μέγιστο δυνατό βαθμό την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση, αλλά το σημαντικότερο το οποίο έχω να σας ανακοινώσω –το είπε προ ημερών και ο Υπουργός ο κ. Στυλιανίδης- είναι από το ΕΠΕΑΕΚ το χρηματοδοτούμενο πρόγραμμα από την τρίτη προγραμματική περίοδο. Το Υπουργείο μας βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να σας ανακοινώσει ότι έχουμε απορροφήσει στις 31.12.07 το 78,8% των πόρων και με την εφαρμογή του συστήματος ν+2 πιστεύουμε ότι θα πάμε σε μια πλήρη απορρόφηση των πόρων.
Να θυμίσω επίσης την πολιτική μας για την δια βίου εκπαίδευση και επιτρέψτε μου να αναφέρω την θεαματική άνοδο, αλλαγή σε ό,τι αφορά τον εξοπλισμό των σχολείων της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης η οποία από 0,9% έχει φθάσει στο 55% σε ό,τι αφορά τις νέες τεχνολογίες, της δευτεροβάθμιας από 59% στο 100% και πολλά άλλα στοιχεία τα οποία δεν θέλω να παραθέσω γιατί θα γίνω κουραστικός με τους αριθμούς.
(Στο σημείο αυτό την Προεδρική Έδρα καταλαμβάνει η Εʼ Αντιπρόεδρος της Βουλής κυρία ΒΕΡΑ ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ)
Πάντως η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι Κυβέρνηση όλων των ελλήνων, του συνόλου του ελληνικού λαού, δεν πιστεύει σε διακρίσεις, δεν πιστεύει σε διαχωρισμούς αλλά αντίθετα εργαζόμαστε για την κοινωνική συνοχή, την κοινωνική πρόοδο, την οικονομική ανάπτυξη. Σας ευχαριστώ.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαϊδου): Το λόγο έχει ο ερωτών Βουλευτής κ. Φώτης Κουβέλης.
ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Κύριε Υπουργέ, μην προσπαθείτε να απαξιώσετε μια έρευνα και συγκεκριμένα την έρευνα του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, διότι σας βεβαιώνω ότι είναι εξαιρετικά έγκυρη. Και μπορείτε να απευθυνθείτε σε ειδικούς και είμαι βέβαιος ότι θα βεβαιώσουν και αυτοί την εγκυρότητα της συγκεκριμένης έρευνας.
Η έρευνα αυτή κύριε Υπουργέ, έχει γίνει σε 6.555 ελληνικά νοικοκυριά με 17.386 μέλη. Και ξέρετε τι βεβαιώνει; Ότι από τους φτωχούς στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα οι μη φτωχοί είναι 7,7 φορές κυρία Πρόεδρε, περισσότεροι από τους φτωχούς. Οι με μεταπτυχιακό μη φτωχοί –και αντιλαμβάνεστε κύριε Υπουργέ, πως ορίζεται η έννοια του φτωχού- είναι 24 φορές περισσότεροι από τους αντίστοιχους φτωχούς.
Θέλετε και άλλα στοιχεία; Το 83,7% των φτωχών είναι αναλφάβητοι ή έχουν πάει σε μερικές τάξεις του δημοτικού ή και του γυμνασίου, ενώ οι αναλφάβητοι, ίσως με μερικές τάξεις επίσης στο δημοτικό και στο γυμνάσιο που δεν είναι φτωχοί είναι 47,3%. Αν αυτό δεν προσδιορίζει την ταξικότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης, τότε ειλικρινά δεν μπορώ να αντιληφθώ τι είναι εκείνο που γεννάει αυτές τις ανισότητες με ένα αγαθό το οποίο είναι δημόσιο και το αγαθό αυτό είναι προφανές ότι έχει σχέση με την εκπαίδευση, πολύ δε περισσότερο με την παιδεία. Και η εκπαίδευση από δημόσιο αγαθό γίνεται πλέον προνόμιο των ευπόρων.
Όλα αυτά τα οποία αναφέρατε αποτελούν επιφάσκοντα στοιχεία και δεν αφορούν κύριε Υπουργέ, στην οικονομική δομή της εκπαίδευσης η οποία έχει σχέση όχι μόνο με πόσα χρήματα διατίθενται αλλά πως διατίθενται, πως διαρθρώνεται το σύνολο των εκπαιδευτικών βαθμίδων και ποιος ο ετεροκαθορισμός της οικονομικής πραγματικότητας της ελληνικής κοινωνίας η οποία προσδιορίζεται από τις μεγάλες ανισότητες και έχει το 25% -σύμφωνα και με παραδοχή κυβερνητική- των συμπολιτών μας να ζουν κάτω από τα όρια της βιωσιμότητας, δηλαδή να ζουν στο ασφυκτικό πλαίσιο της φτώχιας.
Όλα τα άλλα που είπατε δεν είναι τίποτε άλλο παρά τα εξωτερικά στοιχεία κάποιων ενεργειών σας οι οποίες αφορούν όχι στον πυρήνα, στον οικονομικό πυρήνα της εκπαίδευσης. Και είμαι βέβαιος ότι δεν πρέπει να σας διαφεύγει ότι η παρεχόμενη εκπαίδευση δεν είναι ένα μονοσήμαντο μέγεθος, αλλά ετεροκαθορίζεται από πλειάδα άλλων μεγεθών και στοιχείων με κυρίαρχο αυτό της οικονομικής πραγματικότητας. Και αυτό απαιτεί αλλαγή πορείας, άλλον ιδεολογικό, με την ευρύτητα του όρου, προσανατολισμό αναφορικά με την αντιμετώπιση αυτών των συγκλονιστικών ανισοτήτων που καταγράφονται στο χώρο της εκπαίδευσης.
ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ (Βέρα Νικολαΐδου): Σας ευχαριστώ.
Το λόγο έχει ο Υφυπουργός Παιδείας κ. Λυκουρέντζος.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΥΚΟΥΡΕΝΤΖΟΣ (Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Ευχαριστώ, κυρία Πρόεδρε.
Δεν έχω καμία διάθεση να υποβαθμίσω τη σημασία της έρευνας, αλλά ως πολιτικός επιστήμων έχω δικαίωμα να έχω και εγώ τις δικές μου εκτιμήσεις. Η επίσημη πολιτική του Υπουργείου το οποίο εκπροσωπώ είναι ότι στηρίζει το συγκεκριμένο Κέντρο της ΓΣΕΕ, το Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής, διότι προγράμματα επιμόρφωσης γίνονται υπό την ευθύνη και την καθοδήγηση του Υπουργείου μας.
Σε ό,τι αφορά τώρα το γεγονός ότι το 25% του ελληνικού λαού, όπως λέτε, ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας, φαίνεται ότι ο Σοσιαλισμός είκοσι πέντε ετών στην Ελλάδα δεν μπόρεσε να δημιουργήσει την ευημερία την οποία είχε υποσχεθεί.
ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Καλά, αυτό πιστεύετε ότι αποτελεί απάντηση σε αυτό που σας ρώτησα;
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΥΚΟΥΡΕΝΤΖΟΣ (Υφυπουργός Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων): Σε ό,τι αφορά τώρα συγκεκριμένα νούμερα τα οποία έχουν να κάνουν με στοιχεία της έρευνας, ιδιαίτερα για το Νότιο Αιγαίο το οποίο προσφάτως επεσκέφθην, θα πω τα εξής: Έχω εδώ την αναλογία μαθητών και εκπαιδευτικών για την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση στα Δωδεκάνησα και τις Κυκλάδες. Θα σας δώσω ένα στοιχείο. Στη Σχοινούσα έντεκα μαθητές, έντεκα καθηγητές. Στη Δονούσα πέντε μαθητές, οκτώ καθηγητές. Έχω και πολλά άλλα τέτοια στοιχεία που δείχνουν ότι το Υπουργείο Παιδείας εξαντλεί τις δυνατότητές του να είναι κοντά. Παρά το γεγονός ότι γνωρίζουμε τις αντίξοες συνθήκες οι οποίες υπάρχουν, ενισχύουμε την προσπάθεια η οποία εκπληρώνει την εκπαιδευτική διαδικασία, στηρίζουμε τους μαθητές, στηρίζουμε κάθε ακριτική γωνιά της χώρας, για να μπορέσουν να συμμετάσχουν ισότιμα στην εκπαιδευτική μας διαδικασία και σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Σε αυτό που είπατε, το ιδεολογικό ή μη ιδεολογικό στοιχείο, σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης, έχω κάνει έναν πίνακα ο οποίος έχει στοιχεία της EUROSTAT του 2007 με το δημόσιο χρέος χωρών, προηγμένων στο εκπαιδευτικό τους σύστημα και τις δημόσιες δαπάνες για την υγεία.
(Στο σημείο αυτό κτυπάει το κουδούνι λήξεως του χρόνου ομιλίας του κυρίου Υφυπουργού)
Επειδή ο χρόνος δεν επαρκεί θα σας δώσω τρία στοιχεία: Δανία, 30,3% δημόσιο χρέος, 8,4% δαπάνες για την παιδεία. Φιλανδία 39,2% δημόσιο χρέος, 6,4% δαπάνες για την παιδεία. Ελλάδα 95,3% δημόσιο χρέος, 3,5% δαπάνες για την παιδεία. Δεν είναι στοιχεία δικά μου. Η EUROSTAT και ο ΟΟΣΑ μας δίνει αυτά τα στοιχεία. Συνεπώς, αντιλαμβάνεστε ότι αν δεν είχαμε το βάρος της καταβολής 36 δις ευρώ φέτος από τον Προϋπολογισμό για δάνεια και τόκους, θα ήμασταν περισσότερο γενναιόδωροι για την αντιμετώπιση των αναγκών της εκπαίδευσης.
Αλλά η Ελλάδα της περιφέρειας έχει και τη δική της υπερηφάνεια. Πρωταγωνιστεί η περιφέρεια σε επιτυχίες εισαγωγής των μαθητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Η πατρίδα μου διακρίνεται γιʼ αυτό και πολλές άλλες περιοχές. Διακεκριμένοι επιστήμονες διαπρέπουν στο εξωτερικό που προέρχονται από την ελληνική περιφέρεια και από οικογένειες κοινωνικών κατηγοριών με χαμηλά εισοδήματα.
Εν πάση περιπτώσει, δέχομαι αυτό το οποίο είπατε. Είναι ανάγκη να συναντηθούμε για τα σημαντικά της εκπαίδευσης, για να κάνουμε πολλά σημαντικά, κρίσιμα βήματα εμπρός για την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματος και τη διεύρυνση των δυνατοτήτων συμμετοχής στην εκπαιδευτική διαδικασία κάθε νέας και κάθε νέου από οποιοδήποτε σημείο της πατρίδας μας.
Σας ευχαριστώ.