Στα τρωτά σημεία του νομοσχεδίου που σχετίζονται με τον τρόπο λειτουργίας των ερευνητικών κέντρων, εστίασε την ομιλία του ο βουλευτής του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς Τάσος Κουράκης, ειδικός αγορητής του κόμματος, στη σημερινή συζήτηση στη Βουλή για το νομοσχέδιο «έρευνα και τεχνολογία».
Ο Τάσος Κουράκης τόνισε:
«Σύμφωνα με απάντηση του αρμόδιου Επιτρόπου κ. Αλμούνια στον ευρωβουλευτή του ΣΥΝ Δημήτρη Παπαδημούλη η Ελλάδα κατατάσσεται στην τελευταία θέση των 15 για δαπάνες για έρευνα και καινοτομία (το 2006 διέθεσε μόνο το 0,57% του ΑΕΠ, ενώ ο Μ.Ο. της ΕΕ-27 ήταν 1,84% και της ΕΕ-15 1,91%). Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα της έρευνας και όχι οι όποιες ατέλειες του θεσμικού πλαισίου. Και δυστυχώς γιʼ αυτό το ζήτημα η κυβέρνηση της ΝΔ δεν προχωράει σε καμιά δέσμευση. Όπως φαίνεται ο στόχος του 1,5% του ΑΕΠ θα αποτελέσει μια ακόμη προπαγανδιστική απάτη της ΝΔ δίπλα στο περίφημο 5% για την παιδεία που ουδέποτε υλοποιήθηκε».
Για τη λειτουργία των ερευνητικών κέντρων ο βουλευτής επισήμανε ότι:
«Στο ΔΣ των ερευνητικών κέντρων συμμετέχει εκπρόσωπος των επιχειρήσεων και καμιάς άλλης παραγωγικής τάξης (άρθρο 33 παρ 3). Είναι προφανές ότι η διεύρυνση του ΔΣ των ερευνητικών κέντρων του δημοσίου με πρόσωπα που δεν έχουν ακαδημαϊκό προφίλ αλλοιώνει τον επιστημονικό τους χαρακτήρα, μειώνει την αυτονομία τους και τα προσανατολίζει, εκ προοιμίου στην εφαρμοσμένη έρευνα.
Πέραν τούτου, το γεγονός αυτό μπορεί να οδηγήσει σε προνομιακή μεταχείριση της συγκεκριμένης επιχείρησης ή φιλικών της επιχειρήσεων.
Όσον αφορά τα Ινστιτούτα των Ερευνητικών Κέντρων (άρθρο 34), προβλέπεται μια πολύ συγκεντρωτική δομή, με τον διευθυντή και μόνο αυτόν να αποφασίζει. Εμείς θεωρούμε ότι τα Επιστημονικά Γνωμοδοτικά Συμβούλια των Ινστιτούτων θα πρέπει να μετατραπούν σε αποφασιστικά όργανα. Και αυτό γιατί έχει διαπιστωθεί ότι κάποιες φορές Διευθυντές ρυθμίζουν αποφασιστικά την πορεία του Ινστιτούτου αλλάζοντας τα επιστημονικά αντικείμενα (ή και τον τίτλο του Ινστιτούτου), όχι κατʼ ανάγκην προς τη σωστή κατεύθυνση, προκηρύσσουν νέες θέσεις ερευνητών ενισχύοντας τη δική τους αποκλειστικά δραστηριότητα, χειρίζονται προγράμματα του Ινστιτούτου για χρηματοδότηση των δικών τους αποκλειστικά δραστηριοτήτων κλπ., χωρίς κανείς να μπορεί να τους ελέγξει σε αυτές τους τις ενέργειες»
Για την αξιολόγηση των ερευνητικών φορέων ο Τάσος Κουράκης τόνισε:
«Είναι ενδεικτικό της οπτικής της κυβέρνησης ότι τα μόνα κριτήρια που προβλέπει το νομοσχέδιο για την αξιολόγηση των ερευνητικών κέντρων είναι η δημόσια και εξωτερική χρηματοδότησή τους, καθώς και η διεθνής επιστημονική και τεχνολογική προβολή. (άρθρο 38). Είναι προφανές ότι τα προτεινόμενα κριτήρια είναι πολιτικά, απόρροια της πολιτικής της κυβέρνησης για την έρευνα και όχι επιστημονικά. Επιπλέον αποτελούν κριτήρια που ανταποκρίνονται περισσότερο στην αντίληψη ότι τα ερευνητικά κέντρα παράγουν ερευνητικό έργο εφαρμοσμένης έρευνας και βέβαια έρευνας χρηματοδοτούμενης από εξωτερικές πηγές. Και βέβαια δεν φαίνεται να υπάρχει καθόλου ενδιαφέρον για το αν η έρευνα έχει στόχο τη μελέτη υπαρκτών κοινωνικών προβλημάτων, ούτε αν προωθείται η ανεξάρτητη έρευνα. Θα πρέπει να αναρωτηθούμε όμως κατά πόσο μια εταιρεία κινητής τηλεφωνίας θα ενδιαφερόταν να συμπράξει σε μια έρευνα που πιθανόν να οδηγούσε σε μεγαλύτερες επενδύσεις από την πλευρά της για λόγους υγείας; Κατά πόσο μια εταιρεία βιοτεχνολογίας θα συνέδραμε μια έρευνα που πιθανόν να έδειχνε ότι τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα δημιουργούν προβλήματα στην υγεία και το περιβάλλον;»
Για το ζήτημα της στελέχωσης των ερευνητικών φορέων εκτός ΑΣΕΠ, ο βουλευτής είπε:
«Απαράδεκτο είναι κατά τη γνώμη μας το ζήτημα της στελέχωσης των ερευνητικών και τεχνολογικών φορέων. Όπως προβλέπεται (άρθρα 40 και 47) αυτή θα γίνεται εκτός ΑΣΕΠ. Και μάλιστα η κυβέρνηση υπεραμύνθηκε αυτής της διάταξης στην επιτροπή, λέγοντας ότι ο νόμος δεν την υποχρεώνει να προχωράει μέσω ΑΣΕΠ για φορείς ιδιωτικού δικαίου. Μα αυτό είναι το ζήτημα; Τη διαφάνεια και την αξιοκρατία την έχουμε μόνο όταν μας υποχρεώνει ο νόμος; Εμείς επιμένουμε ότι όλες οι προσλήψεις θα πρέπει να γίνονται μέσω ΑΣΕΠ και δεν καταλαβαίνουμε γιατί το αποφεύγετε ρίχνοντας σκιά αδιαφάνειας στο θεσμό της έρευνας».