Θα ξεκινήσω την τοποθέτηση μου με μια αναδρομή στον παρελθόν.
Η γυναίκα αγρότισσα ήταν αυτή που για πολλά χρόνια κρατούσε την παραδοσιακή ελληνική οικογένεια, χωρίς να φαίνεται και να λαμβάνει αυτά, ή μέρος αυτών, που προσέφερε.
Επειδή πρέπει να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, η αγρότισσα ήταν ο στυλοβάτης του σπιτιού.
Αυτή που θα ζύμωνε, θα φούρνιζε και θα μαγείρευε.
Αυτή που θα έβαζε το καζάνι να βράσει για τις ανάγκες του σπιτιού.
Αυτή που θα άρμεγε και θα καθάριζε από τις κοπριές τα ζώα.
Αυτή που θα πήγαινε στο χωράφι και με την κοιλιά στο στόμα (σε αρκετές περιπτώσεις γεννούσε και εκεί σε άθλιες συνθήκες με όλα τα επακόλουθα για την υγεία τη δική της ή του παιδιού της και με αυξημένο τον κίνδυνο θνησιμότητας), ή κουβαλώντας και το νεογέννητο μαζί, το χειμώνα με το κρύο, το καλοκαίρι με τη ζέστη.
Αυτή που έπεφτε αρκετές φορές και θύμα ενδοοικογενειακής βίας λόγω του αυταρχικού περιβάλλοντος που ζούσε, της πατριαρχικής οικογένειας και της χαμηλής ή της μη αυτοπεποίθησης.
Αυτή που όταν θα γυρνούσε στο σπίτι έπρεπε να φροντίσει και τους ηλικιωμένους ή τους ανάπηρους της οικογένειας.
Αυτή που όταν ξεκίνησαν τα μεταναστευτικά κύματα, έδωσε τον άντρα της στις φάμπρικες της Γερμανίας, κράτησε σαν ʽʼάντραςʼʼ το σπίτι και πάλευε μόνη της τα χωράφια για μια καλύτερη τύχη των παιδιών της.
Αυτή ήταν η αγρότισσα της ελληνικής υπαίθρου, τις περισσότερες φορές αναλφάβητη. Η αφανής αγωνίστρια της ζωής και τότε, που όλα γινόταν χειρονακτικά, αλλά και τώρα στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν.
Όλοι και όλες κατανοούμε σήμερα τα κρίσιμα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική ύπαιθρος και ο αγροτικός κόσμος την τελευταία δεκαετία.
Πρόκειται για μία βαθειά κρίση που συνοδεύεται από μείωση των αγροτικών εισοδημάτων, αφανισμό πολλών μικρομεσαίων νοικοκυριών, αυξανόμενη ανεργία και υποαπασχόληση.
Οι νέοι και οι νέες σε μεγάλο βαθμό, δεν μένουν στην ύπαιθρο για να ασχοληθούν, ιδιαίτερα με την γεωργία τη στιγμή που γνωρίζουν ότι δεν θα υπάρξει εξασφαλισμένο εισόδημα, άρα και μέλλον.
Η πρόσθετη απασχόληση των γυναικών- αγροτισσών στην χώρα μας, είναι μικρής έκτασης, χαμηλής εξειδίκευσης και χαμηλού οικονομικού αποτελέσματος.
Οι απασχολήσεις σε νέους ρόλους δεν αποτελούν ακόμη αισθητή παρουσία, αν και οι επαγγελματικές ανησυχίες κυρίως των πιο νέων αγροτισσών που θέλουν να εκπαιδευτούν στις σύγχρονες τεχνολογίες, είναι αυξημένες.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες η πρόσθετη απασχόληση των γυναικών, δεν επιτρέπει την συναγωγή συμπερασμάτων για ουσιαστικές αλλαγές στις σχέσεις δύναμης μέσα στα αγροτικά νοικοκυριά και την κοινωνία γενικότερα.
Παρά την ύπαρξη γυναικείων αγροτικών συνεταιρισμών με προϊόντα της πολιτιστικής κληρονομιάς κάθε περιοχής και της δυναμικής που απέκτησαν στα πρώτα χρόνια της δημιουργίας τους, παρατηρείται μία αποδυνάμωση κάτω από την πίεση της εξασφάλισης μεγαλύτερου οικονομικού οφέλους για τα νοικοκυριά, αφού συμβάλλουν στην επιβίωσή τους σε μία εποχή όπου τα αγροτικά εισοδήματα συμπιέζονται διαρκώς.
Οι αγρότισσες παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην επιβίωση αυτών των συνεταιρισμών, επιθυμούν την συνέχισή τους, διότι τις θεωρούν εναλλακτικές απασχολήσεις και πρόσθετο οικονομικό όφελος στο οικογενειακό νοικοκυριό.
Ωστόσο, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν έχουν να κάνουν αφενός, με την εμπορία των προϊόντων τους και την γνωριμία αυτών με το αγοραστικό κοινό(διαφήμιση), αφετέρου, όπως τονίζουν οι αγρότισσες με την εκπαίδευση σε ζητήματα εμπορίας-συσκευασίας, μεταποίησης, διασύνδεσης μεταξύ των συνεταιρισμών, εμψύχωσης όμως και με οικονομικά ζητήματα όπως, τεχνολογίας, φορολόγησης, λογιστικής κλπ.
Η συμμετοχή των γυναικών στις αγροτικές εργασίες, είναι εξίσου σημαντική για την αναγνώρισή τους ως «γεωργού¨» στο πλαίσιο της αγροτικής κοινότητας.
Οι γυναίκες γίνονται μέλη των αγροτικών συνεταιρισμών, αλλά οι σύζυγοι είναι αυτοί που παρακολουθούν τις συνελεύσεις, ωφελούνται από τα προγράμματα γεωργικής εκπαίδευσης και τελικά αυτοί που συμμετέχουν ενεργά στην διαδικασία της λήψης αποφάσεων, γιατί οι γυναίκες αγρότισσες είναι επιφορτισμένες ,με τον πολλαπλό ρόλο τους όπως τον ανέφερα στην αρχή.
Στον αγροτικό τομέα, η ανισότητα των ευκαιριών μεταξύ των δύο φύλων συνδέεται άμεσα με την μηχανοποίηση της γεωργικής παραγωγικής εργασίας όπως επίσης και με την κατανομή των ρόλων στο αγροτικό νοικοκυριό.
Οι κοινωνιολόγοι του αγροτικού χώρου διαπιστώνουν από τις έρευνες τους: ότι οι αντιλήψεις και συμπεριφορές στην ελληνική ύπαιθρο, εξουδετερώνουν τις γυναίκες ως ενεργά συμμετέχοντα υποκείμενα στην αγροτική κοινωνία και οικονομία και θέτουν σε λειτουργία οι αγροτικές κοινωνίες τα έμφυλα στερεότυπα. Οι γυναίκες που απασχολούνται στον αγροτικό τομέα παραγωγής δεν έχουν αναγνωρισμένη επαγγελματική ταυτότητα ως «αγρότισσες».Αυτό αποκαλύπτει την κρίση της επαγγελματικής ταυτότητας που αντιμετωπίζει η εργαζόμενη γυναίκα στον αγροτικό τομέα καθώς βρίσκεται στην σκιά του άνδρα αρχηγού της εκμετάλλευσης της γης.
Έτσι η γυναίκα- αγρότισσα καταλήγει να έχει μία «ονομαστική» γεωργική ταυτότητα
Τις δυο τελευταίες δεκαετίες, ωστόσο, έρευνες αποκάλυψαν σχετικά με τα ζητήματα των γυναικών του αγροτικού χώρου, την συμβολή των γυναικών στην επιβίωση του αγροτικού νοικοκυριού. Έκανε την γυναίκα-αγρότισσα πιο «ορατή» ως εργατική δύναμη και έθεσε ταυτόχρονα τον επαναπροσδιορισμό της ως εργαζόμενου ατόμου.
Στον αγροτικό χώρο όσες γυναίκες ασχολούνται με την ανάπτυξη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών αφορούν συνεταιρισμούς, αγροτουρισμό, τη βιοτεχνική-οικοτεχνική παραγωγή και εμπορία προϊόντων π.χ. είδη λαϊκής τέχνης καθώς και παραγωγή και εμπορία προϊόντων εναλλακτικών μορφών γεωργίας όπως είναι η βιολογική γεωργία.
Υπό τις σημερινές συνθήκες η βιωσιμότητα των απασχολήσεων αυτών είναι αμφίβολη και οι ίδιες δεν είναι γερά θεμελιωμένες και η διαπίστωση αυτή γεννά το ερώτημα, πόσο οι ρόλοι αυτοί θα αποτελέσουν ένα ικανό πλαίσιο εργασίας για τις νέες γυναίκες να συνεχίσουν την εκμετάλλευση αυτών των δραστηριοτήτων.
Και κατά πόσον είναι ελκτικές για να παραμείνουν στην ύπαιθρο και να δημιουργήσουν οικογένειες ή να ζήσουν με συντρόφους που ασχολούνται επίσης με την γεωργία.
Δυστυχώς σήμερα συμβαίνει το αντίθετο.
Ωστόσο, ακόμη και μέσα από τους αγροτουριστικούς συνεταιρισμούς, οι γυναίκες έδειξαν ότι αποτελούν εργατικό δυναμικό σε εφεδρεία το οποίο μπορεί να κινητοποιήσει ενδογενείς πηγές πλούτου.
Μην ξεχνάμε και τις γυναίκες της νησιωτικής Ελλάδας που αντιμετωπίζουν επιπρόσθετα προβλήματα με κύριο τον αποκλεισμό τους, λόγω θάλασσας από τις υπηρεσίες, την απομόνωση του χειμώνα κ.α.
Και βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε και τις οικονομικές μετανάστριες που απασχολούνται στη χώρα μας σαν εργάτριες γης, σε όλες σχεδόν τις εργασίες που παραμένουν χειρονακτικές.
Οι έρευνες έδειξαν ότι οι αγρότισσες ανταποκρίνονται στην πρόκληση των νέων ρόλων. Όμως οι γυναίκες χρειάζονται υποστήριξη από την πολιτεία σε μία σειρά προβλημάτων που αντιμετωπίζουν όπως:
• Πρόσβαση σε επαγγελματική εκπαίδευση στις νέες τεχνολογίες, στις βιοκαλλιέργειες με σεβασμό στο περιβάλλον, στην μη χρήση φυτοφαρμάκων, διότι πρέπει και εδώ να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι η γυναίκα είναι πιο ευαισθητοποιημένη στη διατροφή, ειδικά τώρα που περάσαμε στις εισαγόμενες μεταλλαγμένες ή πλαστικές τροφές.
• Οικονομική βοήθεια για την δημιουργία ή επέκταση των δραστηριοτήτών τους από το κράτος, δωρεάν διαφήμιση των προϊόντων τους
• Απλούστευση της γραφειοκρατίας
• Οι αγρότισσες πρέπει να έχουν υποδομές για τα παιδιά, για την φροντίδα των ηλικιωμένων με την συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
• Υπηρεσίες πρωτοβάθμιας υγείας, άμεση πρόσβαση σε νοσοκομεία.
• Αύξηση των συντάξεών τους και όχι των συνταξιοδοτικών ορίων, αλλά μείωσης αυτών.
• Ανάπτυξη του πολιτιστικού στοιχείου, κλπ
Και βέβαια να μπορούν να εκλέγονται στα κέντρα λήψης αποφάσεων.
Σαν ΣΥ.ΡΙΖ.Α. θεωρούμε ότι όλα τα προηγούμενα χρόνια καμία κυβέρνηση δεν στήριξε την γυναίκα-αγρότισσα, τη στιγμή που αυτή στήριζε για δεκαετίες ολόκληρες την οικονομία αλλά και την κοινωνία. Και επειδή η συγκεκριμένη ολομέλεια είναι αφιερωμένη ενόψει της 8ης Μαρτίου ʽʼΠαγκόσμιας ημέρας της γυναίκαςʼʼ στην ελληνίδα αγρότισσα καλό θα είναι να μη μείνουμε μόνο σε μία συζήτηση αλλά να πάρετε επιτέλους απόφαση για την πραγματική στήριξή της σε ένδειξη σεβασμού για όλα που προανέφερα.