- Σχετικά με την «εμπλοκή» του Προέδρου της Δημοκρατίας στο Ασφαλιστικό από τον ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟ.
Το πρώτο που θέλω να πω είναι επειδή με βάση την πρωτοβουλία που ανέπτυξε ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν ακουστεί αρκετά πράγματα, η απάντηση είναι: όλα αυτά προβλέπονται από το Σύνταγμα και επομένως και το δημοψήφισμα και η δυνατότητα από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να αναπέμπει ένα νομοσχέδιο εξηγώντας τους λόγους προβλέπεται από το Σύνταγμα. Επομένως αν κάποιος επί της αρχής θεωρεί ότι η επίκληση για την εφαρμογή άρθρων του Συντάγματος θεωρεί ότι δημιουργεί πρόβλημα, δημιουργεί πολιτική κρίση, αν είναι ειλικρινής, πρέπει να πει ότι αυτά πρέπει να καταργηθούν.
Το δεύτερο που θέλω να πω είναι ότι, στην προκειμένη περίπτωση, έχουμε την περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ επικαλέστηκε για την διενέργεια δημοψηφίσματος για κοινωνικό ζήτημα. Μια προσθήκη ίσως, και προς ενημέρωση των ακροατών, είναι ότι στο Σύνταγμα του 1975 δεν υπήρχε τέτοια πρόβλεψη. Το Σύνταγμα του ʼ75 προέβλεπε δημοψήφισμα για εθνικούς λόγους και - προσέξτε τη διαφορά - το οποίο προκαλούσε ο ίδιος ο Πρόεδρος χωρίς τη διαμεσολάβηση της κυβέρνησης. Μετά την αναθεώρηση του 1985, προστέθηκε και το κοινωνικό δημοψήφισμα, δηλαδή για ψηφισμένο νομοσχέδιο για το παρόν κοινωνικό θέμα. Εδώ, πράγματι, υπάρχει ένα κενό, διότι με αυτόν τον τρόπο ακυρώνεται επί της ουσίας το θέμα του δημοψηφίσματος και επομένως στην μελλοντική συνταγματική αναθεώρηση, εμείς ως ΣΥΝ παλιότερα το είχαμε κάνει πρόταση, πρέπει να υπάρχει δυνατότητα να διενεργείται δημοψήφισμα με πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης ή, εν πάσει περιπτώσει, αυτό που γίνεται αυτές τις μέρες και έχει μαζική αποδοχή, να προκαλείται δημοψήφισμα με έναν αριθμό υπογραφών πολιτών.
Λένε ότι δεν έχει γίνει ποτέ δημοψήφισμα, δεν έχει ανατρέψει ποτέ ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας νομοσχέδιο. Μʼ αυτή τη λογική πάλι, κάποτε θα γίνει για πρώτη φορά, εφόσον το προβλέπει το Σύνταγμα. Δεν είναι απάντηση επί της ουσίας στο ζήτημα αυτό.
Η τρίτη μου παρατήρηση: H διαδικασία δημοψηφίσματος, από την μία πλευρά, και αναπομπής από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας έχουν το εξής ενοποιητικό στοιχείο: Ότι σε μια τέτοια περίπτωση, είτε ο λαός μέσω δημοψηφίσματος είτε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μέσω της αναπομπής αναλαμβάνουν νομοθετικό έργο. Όσον αφορά στο λαό δεν νομίζω ότι υπάρχει αμφιβολία, έρχεται και λέει «δεν θέλω αυτό το νομοθέτημα». Επομένως, είναι ένα μέτρο ελέγχου ή διεύρυνσης της νομοθετικής διαδικασίας που δεν γίνεται μόνο στη Βουλή. Ζητώ, λοιπόν, να νομοθετήσει ο λαός. Αυτό είναι το νόημα του δημοψηφίσματος. Στη δεύτερη περίπτωση, ο Πρόεδρος, παρά τις περιορισμένες δυνατότητες που έχει - και έχει περιορισμένες δυνατότητες μετά τη συνταγματική αναθεώρηση - ως προς την αναπομπή, έχει τη δυνατότητα για ευρύτερους λόγους, και πολιτικούς λόγους, όχι μόνο λόγους συνταγματικότητας, να θεωρήσει ότι το νομοσχέδιο που έχει κατατεθεί το παραπέμπει, το απορρίπτει. Άλλο αν μετά το ξαναφέρνει η κυβέρνηση και το ξαναψηφίζει. Άρα θεμιτή είναι και η επίκληση δημοψηφίσματος και η τοποθέτηση σε ένα θέμα που έχει τη δικαιοδοσία ο Πρόεδρος να ασκήσει - είναι η μοναδική δικαιοδοσία - να ασκήσει εντέλει και νομοθετικό έργο, δια της αναπομπής ενός νομοθετήματος που ψήφισε η πλειοψηφία.
- Έχω μπροστά μου μερικές δηλώσεις κορυφαίων στελεχών του ΠΑΣΟΚ, κε. Χουντή, όπως της κας. Διαμαντοπούλου, η οποία εγκαλεί το κόμμα σας ότι κάνει υποδείξεις στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ενώ ο συνταγματολόγος - και είναι απορίας άξιον το πώς έγινε αυτή η δήλωση - ο κ. Λοβέρδος είπε πως η πρωτοβουλία του Αλ. Αλαβάνου να συναντηθεί με τον κ. Παπούλια ανήκει στον χώρο του πολιτικού σάλτου.
Κοιτάξτε, αυτές είναι υπερβολές. Λυπάμαι που λέγονται γιατί, αν είναι έτσι τα πράγματα, τότε πρέπει να πούμε ότι το Σύνταγμα κακώς έχει αυτές τις δυνατότητες. Δεύτερον, είναι υποχρέωση κάθε κόμματος αλλά και κάθε φορέα, όταν θεωρεί ότι υπάρχει ένα σοβαρό θέμα, να εκφράζει τις ανησυχίες του και να επισκέπτεται τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Και είναι υποχρέωση του Προέδρου της Δημοκρατίας να τους ακούει όλους. Εμείς δεν υποδεικνύουμε τίποτα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το Σύνταγμα προβλέπει και τέτοια παρέμβαση του Προέδρου. Αν δεν την ήθελαν, αν δεν την ενέκριναν, θα έπρεπε να την αλλάξουν.
- Δεν ξέρω αν το ξεχνούν ή σκοπίμως τους διαφεύγει, αλλά πριν από δύο μήνες, αν θυμάμαι καλά, ο κ. Παπανδρέου είχε επισκεφτεί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να τον ενημερώσει για τις θέσεις του ΠΑΣΟΚ για το πολιτικό σύστημα. Τότε είχε καταθέσει μια σειρά προτάσεων για την ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών και είχε ζητήσει από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να συγκληθεί γιʼ αυτό το θέμα το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών.
Εδώ είναι μια άλλη πονεμένη ιστορία.
- Με δύο μέτρα και δύο σταθμά…
Όχι μόνο αυτό. Από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ, αυτό το πράγμα δεν μπορεί να τίθεται καθώς ενώ σε προηγούμενα Συντάγματα προβλεπόταν μια θέση αρμοδιότητας του Προέδρου της Δημοκρατίας να συγκαλεί τους αρχηγούς των κομμάτων χωρίς υποχρεωτικά την έγκριση της κυβέρνησης, τώρα έχει επαλειφθεί μια τέτοια δυνατότητα. Αρκεί να σας πω ενημερωτικά ότι σήμερα το Σύνταγμα μας εμφανίζεται να έχει 120 άρθρα, ενώ δεν έχει 120 αλλά 119. Διότι το άρθρο που προέβλεπε παλιότερα το Συμβούλιο του Στέμματος - απευκταίο - νεότερα τέτοια πρωτοβουλία του Προέδρου να συγκαλεί τους αρχηγούς των κομμάτων έχει εξαλειφθεί. Δεν υπάρχει το άρθρο 39 και αυτό έγινε με την συνταγματική συναίνεση και αναθεώρηση στην οποία πρωταγωνίστησε το ΠΑΣΟΚ.
- Δεν ήταν υπόδειξη αυτή προς τον ελληνικό λαό;
Υπόδειξη ήταν και σωστή θα έλεγα, κατά μία έννοια. Πολλές φορές και εμείς μπορούμε να ζητήσουμε, αλλά εκεί η υπόδειξη δεν ερίζεται, δεν στηρίζεται σε κάποια συνταγματική διάταξη, καθώς για να το κάνει αυτό ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, πρέπει να έχει την έγκριση της κυβέρνησης. Παρόλα αυτά, ως πολιτικό θέμα, σωστά τέθηκε. Και εμείς μπορούμε να πούμε αύριο στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να πάρει πρωτοβουλία να μαζέψει τους αρχηγούς των κομμάτων. Το μεν ένα είναι μια πολιτική υπενθύμιση και υπογράμμιση, το άλλο είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο. Μπορεί να το κάνει ανεξάρτητα αν συμφωνεί η κυβέρνηση ή όχι, και μιλώ για την περίπτωση της αναπομπής. Και είναι ίσως η τελευταία αυτοτελής αρμοδιότητα του Προέδρου, καθώς όλες οι άλλες δραστηριότητές του στο μέγιστο βαθμό εξαρτώνται από την κυβέρνηση, από την πλειοψηφία.
- Για να έρθουμε τώρα στο δημοψήφισμα, το οποίο ζητήσατε και συμφώνησαν τα υπόλοιπα κόμματα. Η συζήτηση αυτή θα γίνει μετά την πρόταση δυσπιστίας, από Δευτέρα. Λένε ορισμένοι πώς μπορεί για ένα τόσο μεγάλο θέμα, όπως είναι το ασφαλιστικό, να κληθεί ο λαός, να κληθούν οι πολίτες να απαντήσουν με ένα «ναι» ή ένα «όχι».
Εδώ, βεβαίως, πρέπει να δούμε τι λέει το Σύνταγμα και τι επικαλούμαστε και ποιο είναι το πολιτικό ζήτημα. Στην περίπτωση του Συντάγματος, το οποίο επικαλούμαστε εμείς, ζητάμε, μέσω του δημοψηφίσματος, με ένα «ναι» ή ένα «όχι» στο συγκεκριμένο ψηφισμένο νομοσχέδιο, να πει ο λαός «όχι», να του δοθεί το δικαίωμα να πει «όχι» σε ένα νομοσχέδιο που καταργεί, υπονομεύει το δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα. Τώρα τι θέλει ο λαός σε σχέση με το ασφαλιστικό είναι η πολιτική διαπάλη. Εμείς καταθέσαμε τις προτάσεις μας και θα γίνει συζήτηση, και θα γίνει υπόθεση του κινήματος και ούτω καθεξής.
Εφόσον το δημοψήφισμα πραγματοποιηθεί, τότε, κατά την άποψή μου, είναι δεσμευτικό. Η κυβέρνηση υποχρεούται να αποσύρει το νομοσχέδιο. Γιατί λέγεται πολλές φορές ότι δεν είναι δεσμευτικό. Δεν προκύπτει από πουθενά ότι δεν είναι δεσμευτικό όταν παραπέμπεις ένα θέμα στη λαϊκή κυριαρχία.
- Είναι η πρώτη φορά - και θα ήθελα το σχόλιό σας - που γίνεται σε τέτοια έκταση συζήτηση για το δημοψήφισμα για κάποιο θέμα που ζητάει ένα κόμμα, ζητάνε οι πολίτες να γίνει δημοψήφισμα. Ίσως και αυτό δείχνει και πώς συμπεριφέρονταν τα κόμματα εξουσίας, οι εκάστοτε κυβερνήσεις σε τέτοια ζητήματα τα τελευταία 30 χρόνια μετά τη μεταπολίτευση. Δεν υπάρχει αυτή η κουλτούρα, δεν έχει καλλιεργηθεί, δεν έχει γίνει συζήτηση.
Εδώ πραγματικά θα πω ότι για τα κόμματα εξουσίας είναι υποκριτική η στάση τους.
Κοιτάξτε, αυτό είναι ένα διαφορετικό θέμα. Για τις ταυτότητες δεν έχουμε κανένα ψηφισμένο νομοσχέδιο κατʼ αρχήν, έχουμε να κάνουμε με τα δικαιώματα. Το δικαίωμα να δηλώνεις ή να μην δηλώνεις το θρήσκευμά σου. Εδώ είναι άλλης τάξεως θέμα. Πράγματι τέτοια ζητήματα δεν λύνονται με δημοψηφίσματα καθώς έτσι κι αλλιώς από θεμελιώδη άρθρα του Συντάγματος απορρέει η δυνατότητα να επιλέγεις την όποια θρησκεία ή να μην έχεις θρησκεία εκ του άρθρου 13 της ανεξιθρησκίας. Επομένως, θεμελιώδη δικαιώματα δεν τα βάζεις σε δημοψήφισμα. Είναι άλλη η περίπτωση που έχουμε τώρα. Έχουμε ένα ψηφισμένο νομοσχέδιο, αυτό λέει το άρθρο 44, και επί αυτού του νομοσχεδίου, που δεν είναι θεμελιώδες, κατά μία έννοια, δικαίωμα, αλλά είναι το συγκεκριμένο νομοσχέδιο με τις συγκεκριμένες του ρυθμίσεις, αυτό μπορείς να τον βάλεις σε δημοψήφισμα. Άλλωστε, μιλώ πάντα σύμφωνα με το τι προβλέπει το Σύνταγμα. Οι υποκρισίες των κομμάτων εξουσίας είναι ότι εν τέλει δεν έχουν δεχθεί κανένα δημοψήφισμα μέσα από μια γενική μη-κουλτούρα. Έτσι δημιουργείται μια αχλή και μια θολούρα και εξομοιώνονται όλα τα εν γένει αιτήματα για δημοψήφισμα. Εμείς είχαμε ζητήσει δημοψήφισμα για την Ευρωπαϊκή Συνθήκη. Είχε απορριφθεί. Απορρίφθηκε και για το ζήτημα των ταυτοτήτων. Απορρίπτεται για το Μακεδονικό. Απορρίπτεται για το Ασφαλιστικό. Και έτσι, μέσα σε αυτήν την αχλή, όλα εξομοιώνονται. Ισχυρίζομαι για άλλη μια φορά ότι δεν εξομοιώνονται όλες αυτές οι περιπτώσεις. Η περίπτωση για το Ασφαλιστικό είναι ότι έχεις ένα ψηφισμένο νομοσχέδιο και ζητάς να παρέμβει ο λαός με νομοθετική διάθεση και να πει «όχι» σε ένα νομοθέτημα που τον πλήττει, δημιουργεί κοινωνικά προβλήματα, κ.λ.π.
- Πώς βλέπετε να εξελίσσεται η υπόθεση του Ασφαλιστικού μετά την διαφαινόμενη ψήφισή του από την κυβερνητική πλειοψηφία; Πώς βλέπετε την επόμενη μέρα;
Αποδείχθηκε ότι το Ασφαλιστικό είναι μείζον κοινωνικό θέμα που ήδη έχει δρομολογήσει διάφορες εξελίξεις ακόμα και στο πολιτικό επίπεδο, έστω και με τον τρόπο που είτε εμείς είτε η σημερινή πρόταση του ΠΑΣΟΚ ανέδειξε, αν και η πρόταση μομφής είναι συνολικότερη. Το Ασφαλιστικό είναι ένα μείζον θέμα που δεν τελειώνει. Και ο αγώνας για να μην προχωρήσουν οι αντιασφαλιστικές αυτές ρυθμίσεις και το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται μόνο με το ότι είναι 152 η πλειοψηφία της βουλής. Πολλές από αυτές είναι αντισυνταγματικές ρυθμίσεις και μπορούν να γίνουν και προσφυγές επί της αρχής ή και επί συγκεκριμένων θεμάτων. Ο αγώνας συνεχίζεται. Προφανώς, επί της πολιτικής εφαρμογής του μπορούμε να το ανατρέψουμε στην πράξη. Ο αγώνας θα συνεχιστεί. Είναι αντικοινωνικό. Δεν λύνει το πρόβλημα. Επομένως, θα είναι μείζον θέμα. Ίσως η κυβέρνηση δεν πήρε το μήνυμα και θεωρώντας ότι μπορεί να οχυρωθεί πίσω από το 152, πιστεύει ότι θα το κλείσει το θέμα. Δεν κλείνει το θέμα! Ήδη είναι στο κέντρο της προσοχής, ήδη έχει τροφοδοτήσει γενικότερες και ευρύτερες πολιτικές συζητήσεις, κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις, και ο αγώνας θα συνεχιστεί. Στην πράξη δε θα περάσουν οι ρυθμίσεις που θέλει η κυβέρνηση!
To Γραφείο Τύπου