Κύριε Πρόεδρε, παίρνω το λόγο αναφορικά με αυτά που ακούστηκαν λίγο πριν. Ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς κατέθεσε την πρόταση για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος με την πολιτική πεποίθηση ότι πρέπει η ίδια η κοινωνία να μιλήσει για ένα σημαντικό ζήτημα όπως είναι το κοινωνικοασφαλιστικό. Και δεν πρόκειται για επιλογή παιχνιδιού. Πρόκειται για μια βαθιά μας πίστη, βαθιά πίστη του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς στη θεσμική αξιοποίηση της συνταγματικής πρόβλεψης για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος.
Τελούμε σε απόλυτη γνώση των κοινωνικών συσχετισμών, αλλά γνωρίζουμε ταυτόχρονα ότι η ελληνική κοινωνία ενεργοποιείται, δραστηριοποιείται, αντιτίθεται στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα και παρακολουθεί όσο και στηρίζει με όλη τη δύναμή της αυτή την πρόταση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α για την διεξαγωγή δημοψηφίσματος.
Θα έλεγα, κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ότι ακριβώς η πρόταση για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος είναι εκείνη που κρατά ανοιχτό το θέμα, ενώ εάν δεν υπήρχε αυτή η πρόταση του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς το κοινωνικοασφαλιστικό με την οριακή πλειοψηφία όσο και εύθραυστη της Νέας Δημοκρατίας θα είχε κλείσει ως θέμα την περασμένη Πέμπτη. Και ακολούθησε η καλοδεχούμενη και ευπρόσδεκτη πρόταση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., πρόταση δυσπιστίας προς την Κυβέρνηση.
Το δεύτερο ζήτημα, κύριε Πρόεδρε, είναι ότι εμείς δεν επιλέγουμε να φέρουμε τον κύριο Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε δύσκολη θέση. Αξιοποιώντας και πάλι τη θεσμική δυνατότητα που έχουμε, ζητήσαμε να συνομιλήσουμε με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, να εκθέσουμε τις απόψεις μας, να αναφερθούμε στις προφανείς κατά την εκτίμησή μας και άποψή μας αντισυνταγματικότητες ρυθμίσεων που υπάρχουν μέσα στο νομοθέτημα της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και να ζητήσουμε -αυτό πράξαμε κατά την επίσκεψή μας πριν δύο ώρες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας- αυτός να αξιολογήσει τα πράγματα, να ασκήσει τις αρμοδιότητές του κατά το πώς αυτός κρίνει με τον καλύτερο τρόπο, σύμφωνα με το άρθρο 42 του Συντάγματος.
Οτιδήποτε άλλο λέγεται, αποτελεί κομματική μικροψυχία που δεν εξυπηρετεί την ενότητα του κινήματος, την ενότητα της πολιτικής δράσης για την απόκρουση της συντηρητικής πολιτικής.
ΦΩΤΗΣ ΚΟΥΒΕΛΗΣ: Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, βρίσκεται σε προφανή αναντιστοιχία η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με τις επιλογές, τις διεκδικήσεις και τις αγωνίες του ελληνικού λαού. Αυτό καταγράφεται σε σχέση με το κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα κάθε μέρα και με μεγαλύτερη ένταση. Είναι εκατοντάδες χιλιάδες οι υπογραφές των εργαζομένων με τις οποίες ζητούν τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Και θέλουν και διεκδικούν μαζί με το ΣΥΡΙΖΑ και τις άλλες δυνάμεις της Αντιπολίτευσης το δημοψήφισμα, γιατί είναι αναγκαίο, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, γιʼ αυτό το μεγάλο, το σημαντικό ζήτημα να μπορέσουν οι πολίτες να αποφανθούν με έναν πρωτογενή όσο και κυρίαρχο τρόπο. Και όσοι αρνούνται με ποικιλία δήθεν επιχειρημάτων το δημοψήφισμα δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να περιφρονούν ακριβώς τον ελληνικό λαό και την κυριαρχία του, η οποία πρέπει να υπάρχει τουλάχιστον για τα μεγάλα ζητήματα αυτού του τόπου. Και το δημοψήφισμα που ο Συνασπισμός κατέθεσε ως πρόταση δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια μορφή ουσιαστικής συμμετοχής του ελληνικού λαού στην ασκούμενη πολιτική, η οποία χρόνια τώρα, θα έλεγα διαχρονικά από τη μεταπολίτευση, ασκείται με έναν εξαιρετικά συγκεντρωτικό τρόπο, με έναν τρόπο που κρατάει μακριά από κάθε κοινωνικό έλεγχο αυτήν την πολιτική, η οποία εν τέλει και αποβαίνει σε βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού.
Και να επαναλάβω ότι ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς κατέθεσε την πρόταση για διεξαγωγή δημοψηφίσματος ακριβώς με την πολιτική πεποίθηση και παραδοχή ότι πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στον ίδιο τον ελληνικό λαό να μιλήσει για ένα νόμο ο οποίος χειροτερεύει τη θέση των ασφαλισμένων, βάρβαρα προσβάλλει τα ασφαλιστικά δικαιώματα των νέων γυναικών, αδικεί τις νέες γενεές και κατάφορα αδικεί όλους εκείνους που βρίσκονται στο κοινωνικό περιθώριο, όσο και το οικονομικό, με το δεδομένο –ακούστε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι- ότι πρέπει να εξασφαλίζουν τον αριθμό των εκατό ημερομισθίων για να μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους στην ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη. Ακριβώς αυτά τα στοιχεία είναι εκείνα που κινητοποιούν τους Έλληνες εργαζόμενους οι οποίοι συλλέγουν υπογραφές υπέρ του δημοψηφίσματος αυτήν την ώρα και εμείς βαθιά τους ευχαριστούμε και συγχαίρουμε γιʼ αυτήν τη λαϊκή πρωτοβουλία να στηρίξει μια πρόταση η οποία αποτελεί κορυφαία εκδήλωση της λαϊκής κυριαρχίας.
Ακούστηκαν και άλλα, εξαιρετικά πρωτότυπα, για να αποκρούσουν την πρόταση του δημοψηφίσματος. Ακούστηκε, για παράδειγμα, ότι είναι εξαιρετικά νωπή η λαϊκή εντολή μετά τις πρόσφατες εκλογές και κατά συνέπεια δεν χρειάζεται δημοψήφισμα. Ποιος είπε ότι οι οποιεσδήποτε εκλογές και οι συσχετισμοί που καταγράφουν περιθωριοποιούν την ανάγκη ενός δημοψηφίσματος; Είναι άλλο πράγμα η εκλογή της Βουλής και είναι τελείως διαφορετικό ζήτημα, με συγκεκριμένη υπάρχουσα Βουλή με τους δικούς της συσχετισμούς, η δυνατότητα των Ελλήνων πολιτών να εκφράζονται μέσα από ένα δημοψήφισμα. Ακούστηκε ακόμη ο βλάσφημος λόγος, ο υβριστικός για τον ελληνικό λαό λόγος: Μα, γνωρίζουν οι πολίτες; Γνωρίζουν τι ακριβώς θα ψηφίσουν στο ενδεχόμενο ενός δημοψηφίσματος; Προφανέστατα και γνωρίζουν. Γνωρίζουν τη χειροτέρευση της ασφαλιστικής τους κατάστασης. Γνωρίζουν την αφυδάτωση των ασφαλιστικών τους δικαιωμάτων. Γνωρίζουν οι νέοι και οι νέες ότι θα περιθωριοποιηθούν ασφαλιστικά, γιʼ αυτό και κινητοποιούνται.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, και τρίτο επιχείρημα κατατίθεται για να αποκρουστεί η πρόταση για το δημοψήφισμα: Μα, δεν είχαμε ποτέ στην Ελλάδα δημοψήφισμα. Δεν υπάρχει –ακούστε- πολιτική κουλτούρα στην Ελλάδα για τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων, δεν έγινε ποτέ, με μία μόνο εξαίρεση, τότε για το χαρακτήρα του πολιτεύματος, βασιλευομένη ή αβασίλευτη. Και ευθύνεται ο ελληνικός λαός γιʼ αυτήν τη συγκεντρωτική, όσο και αυταρχική αντίληψη, η οποία δεν επέτρεψε να διεξαχθεί δημοψήφισμα μέσα σʼ αυτήν τη μεγάλη διαδρομή του χρόνου; Προφανώς όχι. Ευθύνονται όλοι εκείνοι, ευθύνεται σήμερα η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας που μέσα από την αλαζονεία των συσχετισμών και των αριθμών δεν θέλουν να εκφραστεί ο ελληνικός λαός.
Και η αλαζονεία αυτή μάλιστα εκφράζεται στο επίπεδο της οριακής όσο και εξαιρετικά εύθραυστης πλειοψηφίας των 152 Βουλευτών. Κατά συνέπεια, θετικά αθροίζεται στην πρόταση του Συνασπισμού γι δημοψήφισμα και η πρόταση δυσπιστίας με δεδομένη την αναντιστοιχία της κυβερνητικής πολιτικής προς την ελληνική κοινωνία, την κατάστασή της και τις διεκδικήσεις της.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πρέπει να γίνει δεκτή η πρόταση δυσπιστίας. Είναι ανύπαρκτο το κοινωνικό κράτος. Το 23% και πλέον του ελληνικού λαού βρίσκεται κάτω από το όριο της βιωσιμότητας και ζει στο ασφυκτικό πλαίσιο της φτώχειας. Το 10% και πλέον των παιδιών αυτής της χώρας έχει παρωθηθεί έξω από το εκπαιδευτικό πλαίσιο. Μια εισοδηματική πολιτική καθηλωμένη που κάθε μέρα σημαίνει παραπέρα απώλεια εισοδήματος των εργαζομένων.
Έρχεται και η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας. Η Κυβέρνηση ετοιμάζεται να ξεπουλήσει τον Ο.Τ.Ε. Και ποιος ξέρει ποια είναι η άκρη αυτού του επικίνδυνου μονόδρομου στον οποίο κινείται. Εκποιεί δημόσια περιουσία και εντείνει τις ιδιωτικοποιήσεις παραδίδοντας το δημόσιο αγαθό και το δημόσιο χώρο στον ιδιωτικό τομέα, στην κερδοσκοπία του και στις δικές του μονοσήμαντες διαθέσεις για την εξυπηρέτηση των δικών του συμφερόντων και όχι για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων αυτής της κοινωνίας που δοκιμάζεται. Το βλέπετε κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, της Νέας Δημοκρατίας. Αυτή η κοινωνία δοκιμάζεται από τις μεγάλες ανισότητας που την χαρακτηρίζουν. Προσθέστε και αξιολογήστε μαζί με όλα τα άλλα για να δεχθείτε ότι είναι βάσιμη η πρόταση δυσπιστίας, την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών, την αποσάρθρωση των εργασιακών σχέσεων οι οποίες αποσαρθρωμένες αρνητικά καθορίζουν την εξέλιξη του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος. Προσθέστε για να δείτε τη βασιμότητα της πρότασης δυσπιστίας προς την Κυβέρνηση το γεγονός ότι περιορίζονται οι ατομικές ελευθερίες και τα ατομικά δικαιώματα.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ας μην επαίρεται η Κυβέρνηση ότι κάποιες δημοσκοπήσεις καταγράφουν τη διαφορά της από το δεύτερο κόμμα, το κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Εκείνο που δεν μπορεί να δει η Κυβέρνηση και η κυβερνητική πλειοψηφία είναι ο ανακαθορισμός των κοινωνικών συσχετισμών που εμείς στο Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς έχουμε την πολιτική εκτίμηση όσο και τη βεβαιότητα ότι αυτή η ανακαθοριζόμενη κοινωνία, αυτός ο ανακαθορισμός των συσχετισμών αυτής της κοινωνίας θα σημάνει και δεν θα είναι πολύ αργά, και τον ανακαθορισμό στο επίπεδο της κεντρικής πολιτικής σκηνής, δηλαδή, τον ανακαθορισμό των πολιτικών συσχετισμών μέσα στους οποίους ο Συνασπισμός Ριζοσπαστικής Αριστεράς φιλοδοξεί όσο και διεκδικεί με ολόκληρη την κοινωνία να καταγράφει την πρωταγωνιστική όσο και καταλυτική του παρουσία στην εξέλιξη των πολιτικών πραγμάτων αυτού του τόπου.