ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΡΑΓΑΣΑΚΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, στο θέμα της ημέρας που παρεμπιπτόντως όλοι αναφέρθηκαν -αναφέρομαι στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ- το μόνο σχόλιο που θα ήθελα και εγώ να κάνω, είναι ότι απʼ ό,τι φαίνεται οι ευρωπαίοι ηγέτες αντιμετώπισαν τον κ. Μπους, ως απερχόμενο Πρόεδρο και κράτησαν τα θέματα να τα θέσουν στο νέο Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών. Υπό αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε ότι μας ευνόησε αυτό το κλίμα, αλλά μας ευνόησε, ως προς το να μην παρθεί αρνητική απόφαση. Εμείς θα θεωρήσουμε θετική εξέλιξη το να λυθεί το πρόβλημα της ονομασίας.
Επομένως, αν αυτό είναι σωστό, σημαίνει ότι υπό την ίδια σύνθεση, το ίδιο όργανο το νατοϊκό, οι ίδιοι ηγέτες μπορεί σε λίγο καιρό για άλλους λόγους να διαμορφώσουν ένα κλίμα αρνητικό για τις δικές μας θέσεις. Ακριβώς γιʼ αυτό, το πρακτικό συμπέρασμα που εμείς αντλούμε, είναι ότι πρέπει να εντατικοποιηθούν οι διαπραγματεύσεις και οι συνομιλίες, πρώτον, στο επίπεδο του ΟΗΕ, δεύτερον στο διμερές επίπεδο και τρίτον, πρέπει να δούμε και μια διπλωματία ανάμεσα στους λαούς. Να αρθούν οι φανατισμοί και από τις δυο πλευρές, να σταματήσουν τα εξαπτέρυγα να μιλούν για πολέμους και για κατακτήσεις που πρέπει να κάνουμε εμείς και βεβαίως να αντιμετωπιστούν και οι ανοησίες από την άλλη μεριά.
Έρχομαι, όμως, στο θέμα της επερώτησης, διότι και αυτό είναι πάρα πολύ σοβαρό, για να πω ότι είναι πολύ θετικό που το κόμμα του ΛΑΟΣ έφερε το θέμα αυτό με τη συγκεκριμένη μορφή της επερώτησης. Είναι γεγονός ότι ενδεχομένως και εγώ, αν μιλούσαμε πριν από ένα χρόνο, θα έλεγα ότι έχουμε ένα τραπεζικό σύστημα, για να δούμε πώς μπορούμε να το ελέγξουμε, αλλά φοβάμαι ότι τα γεγονότα μας έχουν ξεπεράσει. Η διεθνής κρίση στην οποία έγιναν ήδη αναφορές, είναι μια κρίση που δεν αφορά μόνο κάποιες τράπεζες και επομένως μπορούμε να πούμε ότι οι δικές μας τράπεζες, επειδή δεν είχαν ανοιχτεί σε αυτά τα ομόλογα, δεν έχουν πρόβλημα. Η κρίση που ζούμε είναι κρίση του τραπεζικού συστήματος, της αρχιτεκτονικής του, της απορύθμισής του, της όλης δομής που έχει αποκτήσει. Επομένως, η κρίση αυτή μας αφορά και εμάς και θα πρέπει να την αντιμετωπίσουμε.
Το ερώτημα που τίθεται, δηλαδή, είναι ότι το τραπεζικό σύστημα, ως έχει, δεν είναι ελέγξιμο, δεν είναι εποπτεύσιμο, διότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να καταρρεύσει.
Διαβάζουμε στον Τύπο σήμερα ότι ακόμα και η CITΥ GROUP, δεν είναι βέβαιο εάν θα επιβιώσει, διαβάζουμε για προτάσεις που γίνονται για τρομερών διαστάσεων αιμοδοσία δημόσιου χρήματος προς το τραπεζικό σύστημα.
Το G-7, η ομάδα των επτά χωρών, ανέθεσε σε ένα συμβούλιο, το λεγόμενο Stability Group –αν θυμάμαι καλά τον τίτλο του- να υποβάλει προτάσεις. Αρχηγός αυτού του γκρουπ είναι ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης της Ιταλίας, δηλαδή άνθρωποι του συστήματος. Οι προτάσεις είναι πάρα πολύ ρηξικέλευθες, με βάση τα όσα έλεγαν μέχρι σήμερα. Στην ουσία, μιλούν για την ανάγκη έμμεσης κρατικοποίησης των τραπεζών, διότι, όπως λένε, πρέπει το δημόσιο με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να απορροφήσει όλες τις ζημιές και όλα αυτά τα δομημένα προϊόντα, τα οποία δεν μπορούν πλέον να διατεθούν στην αγορά και με όρους της αγοράς. Επομένως, τι ακριβώς συζητούμε και τι ακριβώς λέμε;
Εμείς, λοιπόν, νομίζουμε ότι υπό τις συνθήκες που διαμορφώνονται, επαναλαμβάνω, παγκοσμίως και στην προοπτική που διαγράφεται, γίνονται επίκαιρες οι ιδέες και οι προτάσεις που, ομολογώ, και εγώ θα έκανα και θα τις κάναμε και ως Κόμμα, στον ορίζοντα μίας άλλης κοινωνίας, πέρα από τον καπιταλισμό. Φαίνεται, όμως, ότι ήδη και σήμερα η πραγματική, ριζική λύση του προβλήματος απαιτεί την κοινωνικοποίηση των τραπεζών και την επαναδημιουργία, την επανίδρυση –να χρησιμοποιήσω αυτόν τον όρο- την επαναδόμηση του τραπεζικού συστήματος.
Δεύτερον, χρειάζεται να επαναπροσδιοριστούν οι εργασίες που πρέπει να ασκούνται από μία τράπεζα. Γνωρίζετε ότι παλιότερα υπήρχε ο νόμος του Γκλας Στίγκαλ στην Αμερική και διεθνώς, που απαιτούσε το διαχωρισμό ανάμεσα στις συνήθεις τραπεζικές εργασίες και τις επενδυτικές τραπεζικές εργασίες, όλα αυτά τα δομημένα ομόλογα, που λέμε τώρα, τιτλοποιήσεις και τα λοιπά. Ο νόμος εκείνος καταργήθηκε πρόσφατα, το 1999, και ολοκλήρωσε έτσι την απορρύθμιση του συστήματος. Σήμερα ζούμε τις συνέπειες αυτών των απορρυθμίσεων. Αυτά τα λένε, επαναλαμβάνω, αρμόδιοι τραπεζίτες κ.λπ. Πρέπει να επανακαθοριστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες λειτουργούν οι τράπεζες.
Επιτρέψτε μου να πω κάτι που έχω πει σʼ αυτήν την Αίθουσα επανειλημμένα. Οι τράπεζες ασκούν κοινωνικές λειτουργίες κατά παραχώρηση. Δεν είναι συνήθεις επιχειρήσεις. Δεν διαχειρίζονται το χρήμα των μετόχων τους. Δημόσιο χρήμα εν πολλοίς, τις καταθέσεις, χρησιμοποιούν.
Επομένως, το κατάντημά μας είναι το εξής: Αντί να καθορίζει η κοινωνία τους όρους με τους οποίους πρέπει να λειτουργούν οι τράπεζες, φθάσαμε οι τράπεζες να καθορίζουν τους όρους με τους οποίους πρέπει να λειτουργούν οι κοινωνίες. Και ακούμε εδώ για τα δικαστήρια, τις αποφάσεις που πρέπει να είναι τελεσίδικες, κ.λπ.
Κύριε Υπουργέ, -το ξαναλέμε με έμφαση και δεν αφορά εσάς μόνο, αφορά συνολικότερα όλους μας, το πολιτικό σύστημα- πρέπει να υπάρξει ένας νέος νόμος που να διέπει την ίδρυση και τη λειτουργία των τραπεζών. Πρέπει να υπάρξει η λογική της ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης. Κατά παραχώρηση μία τράπεζα ασκεί κάποιες λειτουργίες και είναι δικαίωμα της πολιτείας, εκφράζοντας την κοινωνία, να ορίσει αυτή, η κοινωνία δηλαδή, το πώς πρέπει να ασκούνται αυτές οι αρμοδιότητες και εκεί μέσα πρέπει να αντιμετωπιστούν όλα αυτά τα θέματα.
Τρίτον, χρειάζεται μία νέα αρχιτεκτονική του συστήματος και άμεσα. Εμείς λέμε και σήμερα, να υπάρχουν και ιδιωτικές τράπεζες αλλά πρέπει να υπάρχουν και οι δημόσιες τράπεζες με σημαντικό ρόλο, να υπάρχουν συνεταιριστικές τράπεζες και, γιατί όχι, τράπεζες των ασφαλιστικών ταμείων.
Τέταρτον, πρέπει να επανακαθοριστούν οι λειτουργίες, οι δραστηριότητες και να μην έχουμε το φαινόμενο μία τράπεζα να δίνει δάνεια, να τιτλοποιεί η ίδια τα δάνεια, να αποτιμά η ίδια τα τιτλοποιημένα δάνεια, να τα πουλάει η ίδια και να τα αγοράζουν θυγατρικές της εταιρείες. Αυτό είναι ένας τραγέλαφος, ένα τέρας του οποίου μία συνέπειά του είναι η κρίση που ζούμε. Και βεβαίως, να τεθούν εξ αρχής τα θέματα εποπτείας.
Σταματήστε, λοιπόν –για να έλθω στα συγκεκριμένα- τις ιδιωτικοποιήσεις γενικά και ειδικά στο χώρο των τραπεζών.
Δεν είναι δυνατόν ο κ. Λάτσης να αγοράζει τη Eurobank, να αγοράζει μετοχές του Ταμιευτηρίου και να μην πηγαίνει το δημόσιο να επαναγοράσει τις μετοχές και να εξασφαλίσει τουλάχιστον τον έλεγχο στο 51%. Και να εφαρμοστούν και προγράμματα ανάπτυξης του δημόσιου ελέγχου σε επιλεγμένες τράπεζες.
Πέμπτον, τράπεζες και δημόσια αγαθά. Για να βοηθήσουμε τον κόσμο πρέπει να κάνουμε τις τράπεζες αχρείαστες –να το πω έτσι- όπου μπορεί να γίνει αυτό. Παραδείγματος χάριν, γιατί να μην υπάρξει μια δημόσια κοινωνική πολιτική κατοικίας για τα φτωχά στρώματα; Δόξα τω Θεώ και χρήματα υπάρχουν και φορείς υπάρχουν. Εάν συντονίσετε τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας, το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, μπορούμε να λύσουμε το πρόβλημα της στέγης γιʼ αυτούς που το έχουν ως πρόβλημα ζωτικής ανάγκης.
Επίσης, να έλθω σε πιο συγκεκριμένα και ειδικά θέματα. Πρέπει να αλλάξει το καθεστώς με τον «ΤΕΙΡΕΣΙΑ». Δεν μπορεί κάποιος άνθρωπος, επειδή συνέβη κάτι, ένα ατύχημα, ένα λάθος πολλές φορές, να σέρνεται σε όλη του τη ζωή στιγματισμένος από τον «ΤΕΙΡΕΣΙΑ». Πρέπει με πολιτικούς όρους να ξαναδούμε αυτό το θέμα ως Κοινοβούλιο, να εξασφαλιστεί η διαφάνεια. Δεν καταλαβαίνουμε. Γιατί να μην δημοσιοποιείται το όνομα εκείνης της τράπεζας που συλλαμβάνεται να παρανομεί είτε στο ξέπλυμα βρώμικου χρήματος είτε γιατί δεν τηρεί τους κανόνες είτε γιατί δεν τηρεί τις αποφάσεις; Γιατί να μην υπάρχει δημοσιότητα σε ό,τι αφορά τις τράπεζες που ενέχονται σε τέτοιες καταστάσεις και κρύβουν τα ονόματά τους;
Αναφέρθηκε από τον κ. Πάγκαλο και άλλους. Δεν είναι δυνατόν να συζητάμε τώρα αυτό το θέμα με τις διαφημίσεις, να διαβάζει και να ακούει ο κόσμος ψέματα και να μην παίρνονται μέτρα.
Ακόμα να καταργηθούν οι εταιρείες είσπραξης που χρησιμοποιούν οι τράπεζες. Εδώ υποφέρει ένας κόσμος και πολλές φορές με διαδικασίες που είναι στα όρια της νομιμότητας.
Επίσης, πρέπει να ενισχυθεί ο έλεγχος της Τράπεζας της Ελλάδας από τη Βουλή. Ξέρω το θέμα της ανεξαρτησίας που είναι πανευρωπαϊκό. Έστω όμως αυτό μπορούμε να το κάνουμε. Μπορεί ο έλεγχος της Βουλής να αυξηθεί.
Μπορεί για την εκλογή του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας, που γίνεται μέσω της Βουλής γνωμοδοτικά έστω, να απαιτείται πλειοψηφία 2/3, ούτως ώστε να νοιώθει και ο εκάστοτε Διοικητής ότι πρέπει να λαμβάνει υπόψη του και κάποια πράγματα που λέγονται εδώ μέσα.
Τέλος, σε όλα αυτά τα θέματα εννοείται ότι θα ήταν χρήσιμο να είχαμε ένα ισχυρό κίνημα καταναλωτικό –πείτε το όπως θέλετε- κίνημα των πολιτών. Δεν έχουμε τέτοιο κίνημα. Εμείς ενθαρρύνουμε και πρωτοβουλίες στο χώρο αυτού που λέμε καταναλωτικό κίνημα, αλλά και τα ίδια τα συνδικάτα και γενικά τους κοινωνικούς φορείς να ασχολούνται με το θέμα των τραπεζών, γιατί αφορά όλους τους πολίτες, εργαζόμενους, ανέργους, νέους, ηλικιωμένους κ.λπ.