Τελικά η κεντροαριστερή Ιταλική κυβέρνηση του Ρ. Πρόντι με τις εκλογές της 13 Απριλίου φθάνει στο τέρμα της διαδρομής της. Ο ίδιος ο Πρόντι ανεξάρτητα από το εκλογικό αποτέλεσμα θα εγκαταλείψει την πολιτική σκηνή της χώρας και η κεντροαριστερή συμμαχία δεν υπάρχει πια. Η μετριοπαθής «αριστερά» μαζί με ένα σημαντικό κομμάτι της παλιάς χριστιανοδημοκρατίας ενώθηκαν δημιουργώντας το Δημοκρατικό Κόμμα (P.D). Πρόκειται για ένα νέο πολιτικό μόρφωμα με ηγέτη τον Βάλτερ Βελτρόνι που όπως δηλώνει ο ίδιος θέλει πολύ το κόμμα του να μοιάσει...με το αμερικάνικο δημοκρατικό κόμμα.
Ότι απόμεινε από την ριζοσπαστική αριστερά, Κομμουνιστική Επανίδρυση, το Κόμμα των Ιταλών Κομουνιστών, η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατών της Αριστεράς με τους Μούσι, Σάλβι και οι Πράσινοι του Πεκοράρο Σκάνιο, κατάφεραν τελικά να συμμαχήσουν δημιουργώντας και αυτοί με την σειρά τους ένα νέο συμμαχικό πολιτικό σχήμα με την ονομασία «Ουράνιο Τόξο».
Στην πραγματικότητα όλες οι δυνάμεις τις απερχόμενης κεντροαριστερής συμμαχίας θα κατεβούν στις εκλογές ξέχωρα και σε έντονη αντιπαλότητα μεταξύ τους. Το παράξενο δε είναι ότι σε αυτή την προεκλογική περίοδο κανείς στην ουσία δεν βγήκε με θέρμη να υπερασπισθεί την κεντροαριστερή κυβέρνηση του Προντι. Οι πάντες από τους χθεσινούς κεντροαριστερούς συμμάχους προσπαθούν να γυρίσουν τώρα σελίδα γιατί η μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου που πίστεψε και αγωνίσθηκε μαζί τους για μια άλλη πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα στην Ιταλία είναι απογοητευμένος από τον τρόπο που διαχυρίσθεικαν την κυβερνητική εξουσία. Η πικρή αλήθεια είναι ότι οι αντιθέσεις και οι αντιφάσεις της πολιτικής Πρόντι δεν μπόρεσε να στηρίξει μια κυβέρνηση που από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας της κάθε άλλο παρά απαντήσεις έδινε στα μεγάλα προβλήματα που ταλανίζουν την Ιταλική κοινωνία. Δεν είναι τυχαίο ότι σε μικρό σχετικά διάστημα η κυβέρνηση αυτή έχασε όχι μόνο την ισχνή, ειδικά στην γερουσία, κοινοβουλευτική της πλειοψηφία αλλά και το σημαντικότερο έχασε την λαϊκή συγκατάθεση που της έδωσε ένα μεγάλο τμήμα του ιταλικού λαού στις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές. Όλες οι δημοσκοπήσεις σήμερα καταγράφουν ότι η κεντροδεξιά έχει σημαντικό προβάδισμα και αυτό όχι γιατί απέκτησε μεγαλύτερη εκλογική συγκατάθεση από τους Ιταλούς πολίτες στο σύνολο των ψηφοφόρων αλλά γιατί πολλοί δημοκράτες και προπαντός αριστεροί ψηφοφόροι είναι δυσαρεστημένοι και απογοητευμένοι και πολύ πιθανόν να απέχουν από τις εκλογές.
Η σύγχυση δυστυχώς είναι πλήρης στις γραμμές όλων των δυνάμεων της Ιταλικής κεντροαριστεράς . Φυσικά οι κεντρώοι πολιτικοί παράγοντες Ρουτέλι, Μαστέλα, Ντίνι, Αμάτο και όλες οι παλιές χριστιανοδημοκρατικές και σοσιαλδημοκρατικές Κραξικές καραβάνες διατηρώντας την παραδοσιακή τους προσαρμοστικότητα ως γνήσιοι διαχειριστές του από πολλές δεκαετίες ίδιου στην ουσίας πολιτικού συστήματος πολύ πιθανόν να επιβιώσουν δημιουργώντας νέα κυβερνητικά σχήματα με τους άλλους κεντρώους και πρώην χριστιανοδημοκράτες της κεντροδεξιάς. Οι χριστιανοδημοκράτες παλιάς και νέας κοπής στην πραγματικότητα πάντα κυβέρνησαν αυτή την χώρα. Οι ίδιοι αυτοί παράγοντες μαζί με τους Ντα Λέμα , Βελτρονι και όλα τα «μεταλλαγμένα» πολιτικά στελέχη του παλιού κομμουνιστικού κόμματος (PCI) σήμερα ευαγγελίζονται την ανάγκη διαμόρφωσης ενός δικομματικού, ούτε καν διπολικού συστήματος με στόχο την πλήρη περιθωριοποίηση της ριζοσπαστικής αριστεράς. Το σχέδιο αυτό δεν είναι καινούργιο, δύσκολα βέβαια μπορεί να περπατήσει στην ιταλική πολιτική πραγματικότητα, αλλά δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα παρουσιάζετε ποιο έντονα λόγου και των δυσκολιών που περνά η ιταλική ριζοσπαστική αριστερά.
Η θεωρία της χαμένης ψήφου δεν ακούγεται μόνο από στόματα κεντροδεξιά αλλά κύρια απ΄ αυτούς που μέχρι χθες θεωρούσαν αναγκαία την παρουσία της ριζοσπαστικής αριστεράς στην κυβέρνηση.
Στο προγραμματικό επίπεδο εκτός από την ατέλειωτη παροχολογία δύσκολα μπορεί κανείς να διακρίνει ουσιαστικές διαφορές μεταξύ της κεντροδεξιάς του Μπερλουσκόνι και του Δημοκρατικού κόμματος του Β. Βελτρόνι. Η πολιτική σάτιρα στην Ιταλία πολύ χαρακτηριστικά καταγράφει ότι το πρώτο κόμμα μετά τις εκλογές σίγουρα θα είναι το κόμμα του Κου Βελτρουσκόνι.
Στην πραγματικότητα όμως εκείνοι δυστυχώς που θα πληρώσουν σε μεγαλύτερο βαθμό το μάρμαρο της κεντροαριστερής αποτυχίας της κυβέρνησης Πρόντι και αυτό θα καταγραφεί και από τις επερχόμενες εκλογές της 13ης του Απρίλη, θα είναι η ριζοσπαστική Αριστερά στο συνολό της από την Κομμουνιστική Επανίδρυση και τους Ιταλούς Κομμουνιστές μέχρι τους Πράσινους και ότι απόμεινε από τους Δημοκράτες της Αριστεράς.
Η Ιταλική ριζοσπαστική αριστερά δεν τα κατάφερε να μετατοπίσει όπως σχεδίαζε και υποσχόταν τον πολιτικό άξονα της κυβέρνησης προς τα αριστερά. Δεν έδωσε ένα αριστερό προφίλ στην κυβέρνηση. Οι συνεχείς αμφιταλαντεύσεις, η αποδοχή νεοφιλελεύθερων επιλογών στις εργασιακές σχέσεις, η μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών των εργαζομένων,
η διατήρηση των συντάξεων πείνας σε εκατομμύρια Ιταλούς συνταξιούχους,
η ανικανότητα του περιορισμού της ανεργίας, τα αντιξενικά μέτρα που θύμισαν κυβερνήσεις άλλων εποχών, η ακολουθητική στις Η.Π.Α εξωτερική πολιτική και η διατήρηση των Ιταλικών στρατευμάτων κατοχής σε διάφορα σημεία του πλανήτη μαζί με τους Αμερικάνους έκανε την κυβέρνηση αυτή απωθητική πρώτα και κύρια στους αριστερούς πολίτες.
Η Ιταλική κεντροαριστερά δεν κατάφερε να προωθήσει ούτε και τις ποιο αναγκαίες θεσμικές δημοκρατικές αλλαγές που είχε ανάγκη αυτή η χώρα, όπως ένας δίκαιος αναλογικός εκλογικός νόμος ή το ασυμβίβαστο της κοινοβουλευτικής ιδιότητας με την ιδιοκτησία ΜΜΕ ώστε να μπει φραγμός στα αντιδημοκρατικά σχεδία της δεξιάς.
Η ζωή έδηξε και στην Ιταλία ότι η συμμετοχή της αριστεράς σε μια κυβέρνηση δεν μπορεί να βασίζεται μόνο σε ένα άγονο αντί δεξειισμό ή αντι Μπερλουσκονισμό ή πολύ περισσότερο η συμμετοχή της αριστεράς να εξαρτάται από μια περίεργη πολιτική φοβία μήπως και μείνει εκτός των κυβερνητικών παιχνιδιών.
Η συμμετοχή της αριστεράς που δεν έχει φοβικά σύνδρομα ως προς την συμμετοχή της η όχι στην διακυβέρνηση μιας χώρας, στις αναπτυγμένες χώρες του καπιταλισμού, είναι αποτέλεσμα κατά κύριο λόγο της κοινωνικής δυναμικής που ωθεί τα πράγματα προς ριζικές αλλαγές μακριά και έξω από διαχειριστικές λογικές με στόχο την υπέρβαση του συστήματος και όχι την καλύτερη διαχείριση του.
Το ταξικό κοινωνικό ερώτημα - κυβέρνηση για ποιόν και προς ποια κατεύθυνση - φαίνεται ότι πάντα είναι επίκαιρο, αυτό τουλάχιστον καταγράφουν και οι τελευταίες πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία.
ΠΡΙΜΙΚΗΡΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ
Ε.Γ ΚΠΕ ΣΥΝ