Στο πλαίσιο της περιοδείας του στην Πάτρα, ο Πρόεδρος του ΣΥΝ, Αλ. Τσίπρας επισκέφθηκε το Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πάτρας στο Ρίο, όπου συναντήθηκε με τον σύλλογο των εργαζομένων.
Στην ομιλία του προς τους εργαζόμενους, ο Πρόεδρος του ΣΥΝ, είπε:
Πριν από ένα μήνα ήμουν στην Θεσσαλονίκη όπου επισκέφθηκα το Γενικό Νοσοκομείο Γ. Γεννηματάς και ομολογώ ότι εξεπλάγην διότι συνειδητοποίησα ότι η κοινωνία δεν γνωρίζει ότι οι νοσοκομειακοί γιατροί είστε σε πολυήμερες κινητοποιήσεις και διεκδικείτε κάτι το οποίο θεωρείται αυτονόητο. Διεκδικείτε τα δεδουλευμένα σας που δε σας έχουν κατατεθεί από τον μήνα Δεκέμβριο. Και σχεδόν τα περισσότερα νοσοκομεία της χώρας βρίσκονται σε επίσχεση εργασίας, πράγμα που σημαίνει ότι λειτουργούν σα να είναι σε διαρκή εφημερία. Πράγμα που σημαίνει επίσης ότι βρισκόμαστε σε ένα οριακό σημείο, καθυστερούν χειρουργεία, μόνο τα επείγοντα χειρουργεία πραγματοποιούνται και κανείς δεν ασχολείται. Εγώ, τουλάχιστον, ως τηλεθεατής, δεν έχω δει τα κεντρικά Δελτία Ειδήσεων να ασχολούνται με τις κινητοποιήσεις των γιατρών. Και αναρωτιέμαι γιατί συμβαίνει αυτό; Η άποψη η δική μας είναι ότι έχει απαξιωθεί σε τέτοιο βαθμό στην συνείδηση της κοινής γνώμης το Ε.Σ.Υ. που κανείς πια δεν δίνει σημασία και έμφαση στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει το Σύστημα Υγείας της χώρας μας.
Όμως δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχει και μία μεθόδευση από την πλευρά της κυβέρνησης που προσπαθεί να παρουσιάσει μια πλασματική εικόνα, που προσπαθεί να παρουσιάσει μια βιτρίνα για το Ε.Σ.Υ., τη στιγμή που γνωρίζουμε ότι σε όλα τα νοσοκομεία της χώρας υπάρχουν τεράστια οργανικά κενά, τεράστια έλλειψη προσωπικού και βεβαίως αυτό καθιστά δύσκολη έως στα όρια της υπεράνθρωπης την προσπάθεια που καταβάλλεται από το προσωπικό των νοσοκομειακών γιατρών, αλλά και εν γένει του νοσοκομειακού προσωπικού, που καλείται να ανταπεξέλθει στις συγκεκριμένες συνθήκες εργασίας.
Εμείς λέμε ότι το να διεκδικεί κανείς να εργάζεται υπό ανθρώπινες συνθήκες είναι κάτι το οποίο θα έπρεπε να θεωρείται αυτονόητο. Και μου φάνηκε εξαιρετικά ανησυχητικό όταν άκουσα από γιατρούς να μου λένε ότι καλούνται να χειρουργήσουν ασθενείς έχοντας ήδη συμπληρώσει 32 ή και 35 ώρες εργασίας. Και όμως υπάρχουν συγκεκριμένες ευρωπαϊκές οδηγίες που καθορίζουν τον προβλεπόμενο χρόνο εργασίας, οι οποίες, βέβαια, δεν ακολουθούνται διότι στη χώρα μας την Ε.Ε. τη θυμόμαστε όταν έχουμε να επιβάλλουμε μια πολιτική η οποία είναι σε σύγκρουση με τις ανάγκες της κοινωνίας. Αντίθετα, όταν έχουμε μια κοινοτική οδηγία όπως αυτοί για τους συμβασιούχους, που έλεγε ότι όσοι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες πρέπει να νομιμοποιηθούν, ή όπως αυτή για σας τους γιατρούς, που λέει ότι πρέπει να υπάρχει ένα μίνιμουμ ωρών εργασίας γιατί από κει και πέρα ο γιατρός δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο λειτούργημά του, δεν μπορεί να δεχθεί και να χειρουργήσει ασθενή όταν έχει συμπληρώσει κάποιες ώρες εργασίες, τότε δεν τη θυμόμαστε την Ε.Ε. και τις κοινοτικές οδηγίες. Και θεωρώ και είναι απαράδεκτη η στάση της κυβέρνησης που εκβιάζει τους γιατρούς, δεν τους δίνει τα δεδουλευμένα των υπερωριών από τον Δεκέμβριο, ακριβώς γιατί θέλει να προχωρήσει σε μια κλαδική σύμβαση όπως αυτή την οραματίζεται. Και βεβαίως, την οραματίζεται στην κατεύθυνση της μετατροπής των εφημεριών από υπερωρίες σε επίδομα.
Εμείς βλέπουμε ότι σε όλον τον κόσμο οι εργαζόμενοι αγωνίζονται προκειμένου να έχουν λιγότερες ώρες εργασίας τον μήνα, λιγότερες ώρες εργασίας την εβδομάδα. Σε όλον τον κόσμο γίνονται αγώνες για το 40ωρο ή το 35ωρο. Εδώ βρισκόμαστε ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση. Στη χώρα μας οι γιατροί, επιστήμονες με πάρα πολλά έτη σπουδών, αγωνίζονται για να κατοχυρώσουν το 48ωρο εβδομαδιαίας εργασίας. Είναι ένα πολύ λογικό αίτημα και ο κ. υπουργός πρέπει να σταματήσει και κρύβεται και να σταματήσει να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της υγείας με τον ίδιο τρόπο που έχει συνηθίσει να αντιμετωπίζει όλα τα υπόλοιπα πολιτικά προβλήματα στην πολιτική του καριέρα: κάνοντας επικοινωνιακή πολιτική. Στον τομέα της υγείας δεν χωράει επικοινωνιακή πολιτική. Μπορεί στο υπουργείο Τουρισμού, που ήταν πριν, να χώραγε επικοινωνιακή πολιτική, μπορεί στον Δήμο της Αθήνας να χώραγε επικοινωνιακή πολιτική και να του βγήκαν σε καλό τα σιντριβάνια και τα κάγκελα ευπρεπισμού της πόλης, όμως στα νοσοκομεία της χώρας, όσο κι αν προσπαθήσει κανείς να τα φτιασιδώσει, τα προβλήματα δεν μπορούν να κρυφτούν πίσω από τη βιτρίνα. Η έλλειψη προσωπικού κραυγάζει. Οι απάνθρωπες συνθήκες εργασίας κραυγάζουν. Οι ελλείψεις υλικοτεχνικής υποδομής είναι ελλείψεις που δεν μπορούν να κρυφτούν κάτω από το χαλί. Η κυβέρνηση προχωράει σε μια πολιτική απαξίωσης του Εθνικού Συστήματος Υγείας, όχι μονάχα επειδή δεν μπορεί να διαχειριστεί πολιτικά τα προβλήματα που συσσωρεύονται στον χώρο της Υγείας, αλλά γιατί έχει μια άλλη αντίληψη, η οποία είναι φανερή σε κάθε πτυχή της πολιτικής της. Έχει την αντίληψη ότι ό,τι ανήκει στη δημόσια σφαίρα, ό,τι είναι μέρος του δημόσιου πλούτου είναι άχρηστο, γιʼ αυτό και ξεπουλάει ό,τι βρει μπροστά της. Ξεπουλάει τη ΔΕΗ, τον ΟΤΕ, τις δημόσιες υπηρεσίες, την Ολυμπιακή, όλον τον δημόσιο πλούτο και απαξιώνει το Εθνικό Σύστημα Υγείας και την Παιδεία. Είναι μια κεντρική αντίληψη.
Για εμάς, ορισμένα ζητήματα έχουν και ένα βάθος. Είναι το πώς κανείς αντιλαμβάνεται τις κοινωνικές ανάγκες. Είναι το πώς κανείς αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να λειτουργεί η κοινωνία. Δεν μπορεί όλα να τα πουλάμε και να τα αγοράζουμε, υπάρχουν κάποιοι τομείς της κοινωνικής ζωής που πρέπει να είναι υπό τον δημόσιο έλεγχο. Η Υγεία, η Παιδεία δεν μπορεί να είναι εμπορεύματα τα οποία θα αγοράζουμε και θα πουλάμε. Δεν μπορούμε να οδηγηθούμε σε μια κοινωνία σαν αυτή που βλέπουμε σε μακρινές χώρες ή, για παράδειγμα, στη μητρόπολη του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ, όπου και αυτή η φοβερή οικονομία βρίσκεται σε κρίση και υπό την απειλή της κατάρρευσης, όπου όποιος αρρωσταίνει και δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να πάει σε κάποιο ιδιωτικό νοσοκομείο και δεν έχει τη δυνατότητα να έχει κάνει ιδιωτική ασφάλιση από πριν, γιατί δεν υπάρχει κοινωνικό σύστημα ασφάλισης - τα ίδια θέλουν να κάνουν και εδώ - είναι αναγκασμένος να αφεθεί στην τύχη και στη μοίρα του. Αυτήν την κοινωνία οραματιζόμαστε; Αυτό το μέλλον θέλουμε να σχεδιάσουμε; Και όλα αυτά σχετίζονται με τις τελευταίες εξελίξεις. Είναι άμεσα συνδεδεμένα με το γεγονός ότι η κυβέρνηση κατάφερε και πέρασε, ψήφισε τελικά, έναν ασφαλιστικό νόμο που αίρει ασφαλιστικά δικαιώματα και κεκτημένα από τις πιο ευάλωτες κοινωνικές κατηγορίες, από τις πιο ευάλωτες εργασιακές ομάδες. Και ήξερε ότι είναι σε ευθεία σύγκρουση με τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, κι όμως προχώρησε. Δεν είναι ρετιρέ οι εργαζόμενες μητέρες, δεν είναι ρετιρέ - όπως θέλει να το παρουσιάσει - όσοι εργάζονται στα βαρέα και ανθυγιεινά και, προφανώς, δεν μπορεί να πείσει κανέναν ο κ. Αβραμόπουλος παρουσιάζοντας το νοσηλευτικό προσωπικό και τους νοσοκομειακούς γιατρούς ως ρετιρέ με πάρα πολλά δικαιώματα.
Είπα, όταν βρισκόμουν στη Θεσσαλονίκη - και με παρεξηγήσανε, που είπαν «πώς μιλάς έτσι; Δεν είναι ταξικός ο λόγος σου» - είπα ότι αν ισχύουν όλα αυτά που μου παρουσιάσανε οι γιατροί και το σωματείο των νοσηλευτών στο νοσοκομείο «Γεννηματάς» της Θεσσαλονίκης, πρόκειται για ανθρακωρύχους με λευκή στολή, που μπορεί να μην εργάζονται μέσα σε στοές, που μπορεί να μην σπάνε πέτρες, όμως το να έχει κανείς εξαντλητικά ωράρια και πάνω από 10-15 εφημερίες το μήνα και να είναι 48 ώρες στο πόδι, ε, αυτό τι είναι. Είναι συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα.
Και επιτρέψτε μου να σας πω ότι, δυστυχώς, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα για τους νέους. Για τους νέους γιατρούς ή για τους νέους που έρχονται ως νοσηλευτικό προσωπικό. Πρώτον, διότι είναι δεδομένο πια ότι δεν υπάρχουν εργασιακά δικαιώματα - φαντάζομαι ότι και σε αυτό το νοσοκομείο θα υπάρχουν πολλοί στο νοσηλευτικό προσωπικό και στις διοικητικές υπηρεσίες που δουλεύουν με προγράμματα Stage, δηλαδή με προγράμματα που παρέχουν 400 ευρώ τον μήνα για κανονικό ωράριο ανασφάλιστης εργασίας. Τη στιγμή που θέλουμε να αντιμετωπίσουμε το τεράστιο πρόβλημα του ασφαλιστικού συστήματος, που έχει 30 χρόνια ζωής, αντί να προσπαθούμε να ενισχύσουμε τις θέσεις εργασίας και να πατάξουμε την εισφοροδιαφυγή, ως πολιτεία οργανώνουμε μαζικά την ανασφάλιστη εργασία των νέων ανθρώπων, και μάλιστα σε συνθήκες δουλείας. Διότι το να παίρνει κανείς 400 ευρώ και να εργάζεται κανονικά για ένα- δύο χρόνια και μετά να ξαναπέφτει στην ανεργία και μετά να ξαναψάχνει πρόγραμμα Stage είναι συνθήκες δουλείας. Είναι μισή δουλειά, είναι μισή ζωή. Σε τι διαφέρει; Καλύτερα να είναι κανείς άνεργος παρά να εργάζεται κατά αυτόν τον τρόπο. Αλλά, βεβαίως, υπάρχει η ελπίδα. Υπάρχει η ελπίδα ότι κάποιος μπορεί με τον τρόπο αυτό να βρει μια μόνιμη θέση εργασίας. Παρουσιάζουν ότι η ανεργία έχει πέσει στο 8%, ότι έχει μειωθεί και χαίρονται γιʼ αυτό. Αλλά, βεβαία, ο δείκτης αυτός είναι ένας πλασματικός δείκτης. Διότι η πραγματικότητα έχει να κάνει με την επισφάλεια, με τα ελαστικά ωράρια, με τα προγράμματα Stage, κ.λ.π. Θα μπορούσα να λέω πολλά, ο κύκλος δεν κλείνει.
Θα μπορούσα να λέω πολλά, ακόμα περισσότερα για τους φοιτητές, για τους νέους γιατρούς που αποφοιτούν με μεγάλα όνειρα, που μπαίνουν στο πανεπιστήμιο εκπληρώνοντας ένα μεγάλο όνειρο ζωής και προσδοκώντας ότι η επιστημονική τους κατάρτιση θα τους δώσει και μια δυνατότητα κοινωνικής καταξίωσης - τουλάχιστον την πνευματική και επιστημονική καταξίωση δεν μας την έχουν στερήσει, δεν μπορούν να μας τη στερήσουν. Οι νέοι γιατροί, μετά το αγροτικό τους, πρέπει να περιμένουν ακόμη και 5 χρόνια για να πάρουν την ειδικότητα. Και ενώ μέχρι πριν 10-20 χρόνια πιστεύαμε, η ελληνική κοινωνία είχε φτιάξει τον δικό της μύθο και πίστευε ότι όποιος γίνεται γιατρός, μηχανικός και δικηγόρος έχει αποκατασταθεί επαγγελματικά και κοινωνικά, σήμερα βλέπουμε ότι, ακόμη και στον χώρο των γιατρών, υπάρχει ανεργία. Και είναι οξύμωρο. Πώς είναι δυνατόν να υπάρχει ανεργία όταν υπάρχουν τόσο τεράστια κενά οργανικών θέσεων σε όλα τα νοσοκομεία της χώρας; Άρα, λοιπόν, είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης. Σήμερα είναι η Ν.Δ., πριν από μερικά χρόνια ήταν η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που κι αυτή, αν και στα πρώτα της χρόνια έκανε πάρα πολύ σημαντικά βήματα ιδρύοντας το ΕΣΥ, περνώντας μια άλλη αντίληψη, απαξιώθηκε, όμως το ΕΣΥ και απαξιώθηκε διότι δεν μπορεί να προχωρήσουν και να συμβαδίσουν ο δημόσιος με τον ιδιωτικό τομέα. Και σήμερα βλέπουμε ότι ακόμα και τα νέα νοσοκομεία σχεδιάζονται με τη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Και σήμερα βλέπουμε ότι οπουδήποτε, σε οποιονδήποτε κλάδο της Υγείας υπάρχει η δυνατότητα να μπει το ιδιωτικό κεφάλαιο, μπαίνει το ιδιωτικό κεφάλαιο. Και σήμερα βλέπουμε ότι αυτή η πολιτική απαξίωσης από την πλευρά του υπουργού, του κ. Αβραμόπουλου και της κυβέρνησης έχει έναν και μοναδικό στόχο: Την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα στον χώρο της Υγείας, την ενίσχυση των μεγάλων ιδιωτικών οικονομικών συμφερόντων στον χώρο της Υγείας, που ολοένα και αναπτύσσονται, ολοένα και αυξάνονται, ολοένα και διευρύνουν τη δραστηριότητά τους, τη στιγμή που απαξιώνεται και ερημώνει το Εθνικό Σύστημα Υγείας, τη στιγμή που τα ελληνικά νοσοκομεία βρίσκονται στην εγκατάλειψη και την απαξίωση.
Τελικά αυτό που διαπιστώνει κανείς, βλέποντας το πολιτικό σκηνικό, είναι μια κοινωνική δυναμική αμφισβήτησης, σχεδόν απαξίωσης αν θέλετε της πολιτικής ζωής. Δεν έχει να κάνει με επικοινωνιακά παιχνίδια ή με συγκυριακά φαινόμενα, έχει να κάνει με τα προβλήματα. Έχει να κάνει με το ότι κάποιοι κυβέρνησαν όλα αυτά τα χρόνια, ότι κάποιοι έδωσαν ελπίδες και προσδοκίες στον λαό. Και κάθε φορά που έρχονται οι εκλογές δίνουν ψεύτικες υποσχέσεις. Κι αυτό δεν το λέω για να παράγω καταγγελτικό λόγο ή να βγάλω μια συγκεκριμένη πολιτική εικόνα. Το λέω για να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα. Δοκιμάστηκαν κάποιες πολιτικές, και απέτυχαν. Δοκιμάστηκε η πολιτική στα νοσοκομεία που έλεγε ότι πάμε με μια προσπάθεια μερικών ιδιωτικοποιήσεων. Δοκιμάστηκε η πολιτική των managers, που μετά τους ονομάσαμε διοικητές, και είδαμε τι αποτελέσματα φέρανε. Δοκιμάστηκε μια πολιτική που λέει ότι, επειδή πρέπει να εναρμονιστούμε με τις νέες τάσεις της οικονομίας, δεν μπορούμε να έχουμε ένα σύστημα υγείας το οποίο να μας απορροφά πολλές δημόσιες δαπάνες και γι αυτό πρέπει να πάμε σε εναλλακτικές μορφές. Δοκιμάστηκε μια πολιτική που λέει ότι τα νοσοκομεία μπορούν να επιβιώσουν με αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο των ελάχιστων προσλήψεων προσωπικού, την στιγμή που οι ανάγκες διευρύνονται. Και βεβαίως δοκιμάστηκαν και οι πολιτικές των ιδιωτικών συνεργείων. Κοντολογίς εφαρμόστηκε η λογική του όποιος τομέας μπορεί να ιδιωτικοποιηθεί, να ιδιωτικοποιηθεί. Άρα, λοιπόν, αυτές οι πολιτικές που δοκιμάστηκαν και απέδειξαν ότι έχουν οδηγήσει τα Δημόσια Νοσοκομεία στα όρια της κατάρρευσης, πρέπει να αντικατασταθούν. Και λένε τώρα ότι έρχεται η Αριστερά και καταγγέλλει, και δεν έχει προτάσεις. Τι εννοούν; Εννοούν ότι οι δικές μας προτάσεις δεν συμβαδίζουν με την κυρίαρχη αντίληψη, δεν συμβαδίζουν με την κυρίαρχη λογική. Διότι εμείς δεν μπορούμε να συμβιβαστούμε με ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας το οποίο να μαραζώνει και οι ισολογισμοί όλων των ιδιωτικών κλινικών να εμφανίζουν υπερκέρδη. Διότι δεν είναι γενικά και αόριστα όλοι οι γιατροί στο ίδιο τσουβάλι. Υπάρχουν γιατροί οι οποίοι στενάζουν και δίνουν από το απόθεμά του μόχθου και του χρόνου τους προκειμένου να στηρίξουν ένα σάπιο σύστημα. Ένα σύστημα που είναι στηριγμένο πάνω στην απάτη και τους οδηγούνε και στο φακελάκι, κι αυτό το αναγνωρίζουμε δεν κλείνουμε τα μάτια. Υπάρχουν κι άλλοι οι οποίοι έχουν κάνει το φακελάκι επάγγελμα, έχουν τα δικά τους ιατρεία έξω κι υπάρχουν κι άλλοι, Καθηγητές Πανεπιστημίων, οι οποίοι συνεργάζονται με Φαρμακευτικές εταιρίες. Εμείς δεν μπορούμε να συμβιβαστούμε με αυτό το πράγμα. Η πρόταση της Αριστεράς είναι βεβαίως μια πρόταση που δεν συμβαδίζει με τις κυρίαρχες προτάσεις γι αυτό ακριβώς μας λένε «δεν έχετε προτάσεις». Διότι εμείς λέμε Δημόσια Πανεπιστήμια, και μας λένε δεν έχετε προτάσεις. Διότι εμείς λέμε ότι θέλουμε Δημόσια Νοσοκομεία και μας λένε δεν έχετε προτάσεις. Όμως λέμε ότι κάποια στιγμή αυτό το οποίο ονομάζουν πολλοί δημοκοπική έκρηξη, δημοσκοπική φούσκα έχει βαθιά κοινωνικές αιτίες. Και οι αιτίες είναι: ο τρόπος εργασίας εδώ, ο εργασιακός μεσαίωνας. Οι αιτίες είναι ότι για κάποιους αυτά τα οποία φαντάζουν νούμερα είναι ζωή. Είναι ζωή ο μισθός σου να είναι 400 ευρώ και να μην έχεις να βγάλεις τον μήνα. Είναι ζωή να μην έχεις προοπτική αύριο. Είναι μια ανθρώπινη κατάσταση που τη βιώνει ο κόσμος και ψάχνει ελπίδα και διέξοδο.
Θα αλλάξουν όλα αν εσείς έρθετε στα πράγματα; Προφανώς είναι δύσκολος ο δρόμος. Αλλά εμάς δεν μας ενδιαφέρει να μένουμε εδώ για να συντηρούμε το μαγαζάκι μας. Δεν μας ενδιαφέρει να είμαστε στα πράγματα για να χαιρόμαστε και να φουσκώνουμε σαν παγώνια επειδή διπλασιάσαμε ή τριπλασιάσαμε τα ποσοστά μας δημοσκοπικά. Αυτό το οποίο μας ενδιαφέρει είναι να δημιουργηθεί μια προοπτική και μια ελπίδα για τον τόπο. Κι αυτός ο τόπος δεν μπορεί να συνεχίσει έτσι. Και η ελπίδα για μια εναλλακτική πορεία για τον τόπο πιστεύουμε ότι μπορεί να έρθει μέσα από την αλλαγή των πολιτικών και κοινωνικών συσχετισμών. Πιστεύουμε ότι χρειάζεται επανίδρυση του ΕΣΥ. Ότι χρειάζεται μια τελείως ξεχωριστή πολιτική ενίσχυσης των δημοσίων επενδύσεων και των δημοσίων δαπανών.
Βιώνουμε στις μέρες μας την πιο ακραία επιθετική μορφή του καπιταλισμού. Και την δεκαετία του 70 και του 80 καπιταλισμό είχαμε. Αυτές τις όμως τις αντιθέσεις και αυτό το χάλι δεν το είχαμε συναντήσει ποτέ μας. Ιστορικά αν το δούμε είναι η πρώτη φορά μετά τον πόλεμο που έχουμε θεωρήσει ότι οι επόμενες γενιές θα ζήσουν χειρότερα από ότι οι προηγούμενες. Η ανθρωπότητα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο προόδευε και όλοι νομίζανε ότι τα παιδιά τους θα έχουν ένα καλύτερο μέλλον. Σήμερα φτάσαμε σε αυτό το σημείο επειδή κυριάρχησαν οι αντιλήψεις μιας επιθετικής νεοφιλελεύθερης πολιτικής και κυριάρχησε στην κοινωνία μια αντίληψη ότι δεν αλλάζουν τα πράγματα, κάποιοι έχουν ορίσει τις μοίρες μας κι εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα διαφορετικό. Εμείς πιστεύουμε το αντίθετο. Πιστεύουμε ότι την μοίρα του την ορίζει μόνος του ο λαός. Πιστεύουμε ότι οι συσχετισμοί είναι για να αλλάζουν κι οι πολιτικοί συσχετισμοί είναι για να αλλάζουν. Και πιστεύουμε ότι η Αριστερά δεν είναι μια περαστική δύναμη, η οποία βρίσκεται στο περιθώριο των πολιτικών εξελίξεων αλλά μια δύναμη που μπορεί να ξανάρθει στο επίκεντρο, να γίνει πρωταγωνίστρια του πολιτικών εξελίξεων και κυρίως να στηριχθεί σʼ ένα ευρύ, μαζικό, λαϊκό κίνημα που διεκδικεί αλλαγές που αφορούν στην ζωή μας και την καθημερινότητά μας. Δεν θα αλλάξουμε εμείς τα πάντα αλλά ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι, αν υπάρχει μια ελπίδα να αλλάξουν τα πράγματα, αυτή η ελπίδα έρχεται μέσα από τους αγώνες και μέσα από τις διεκδικήσεις. Και ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι αυτοί οι αγώνες κι αυτές οι διεκδικήσεις, όταν είναι μαζικές, φέρνουν αποτελέσματα. Όπως πέρυσι έφερε αποτέλεσμα ο αγώνας της νεολαίας, ο αγώνας των φοιτητών, έτσι πιστεύουμε ότι κι αγώνας τόσο των γιατρών όσο και του νοσηλευτικού προσωπικού θα φέρει αποτελέσματα. Η κατάσταση λοιπόν έχει φτάσει στο όριό της. Το αν θα ξεπεράσουμε αυτό το οριακό σημείο και θα πάμε σε πολύ μεγάλες αλλαγές, θα κριθεί από την στάση του καθενός και της καθεμιάς μας. Ο δικομματισμός, ένα σύστημα εναλλαγής στην εξουσία χωρίς ελπίδα και χωρίς προοπτική, βρίσκεται στο χείλος της κατάρρευσης περίπου όπως και το ΕΣΥ. Κι εμείς λέμε να σώσουμε το ΕΣΥ να βάλουμε, όμως, και ένα χεράκι να καταρρεύσει ο δικομματισμός που έχει οδηγήσει την ζωή μας σε αυτά τα αδιέξοδα.
To Γραφείο Τύπου