ΓΕΝΙΚΑ:
Η δεκαετία του 1960 έχει καθοριστική σημασία στη διαμόρφωση του πολιτικού, κομματικού και κοινωνικού πεδίου, στη μετεμφυλιακή Ελλάδα. Ο εμφύλιος έχει τελειώσει πριν από δέκα χρόνια και μεταξύ 1950-1960, παρά το καθεστώς διώξεων, κρατήσεων και αποκλεισμών (φυλακές, εξορίες, εκτελέσεις κ.α.), ο ελληνικός λαός σε όλες τις εκλογές (1951-52, 1956, 1958), εκδηλώνει τη διεκδίκηση της λήθης και του εκδημοκρατισμού.
Το εκλογικό αποτέλεσμα του 1958, με την ΕΔΑ αξιωματική αντιπολίτευση, οδηγεί σε πολλαπλές διεργασίες.
Εντός της ΕΡΕ, με απόφαση Κ. Καραμανλή, συγκροτείται η γνωστή επιτροπή για την αντιμετώπιση του κομμουνιστικού κινδύνου, με γραμματέα το στρατοδίκη του Μπελογιάννη, σύνδεσμο με τη C.I.A. και εμπνευστή του σχεδίου «ΠΕΡΙΚΛΗΣ», που εφαρμόστηκε στις εκλογές βίας και νοθείας του 1961, μετέπειτα δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο. Από την επιτροπή αυτή, προέκυψε η ενίσχυση του δικτύου παρακρατικών οργανώσεων, που οδήγησαν στην επίδειξη ωμής βίας στο χώρο της νεολαίας και τη δολοφονία του Γρ. Λαμπράκη (ΕΚΟΦ, Εθνικόφρονες, Γιοσμάς κ.α)
Εντός του χώρου του Κέντρου, τελείωσε το κόμμα των Φιλελευθέρων με τις πολιτικές και κομματικές αναφορές του κι ενισχύθηκαν οι τάσεις για τη δημιουργία ενιαίου σχήματος στο χώρο του κέντρου, της Ένωσης Κέντρου.
Εντός της Αριστεράς, η δημιουργία της ΕΔΑ αποτελούσε διορατική και πρωτοποριακή επιλογή για μια δημοκρατική αριστερά με ευρύτερη εκλογική απήχηση και παραλλήλως αναδείκνυε τα εσωτερικά προβλήματα διεύθυνσης και πολιτικής του κόμματος, σε σχέση με την ηγεμονία του εξόριστου και παράνομου Π.Γ. του ΚΚΕ, έναντι των στελεχών που δρούσαν στο εσωτερικό, εντός κι εκτός Βουλής.
Δεν είμαι ιστορικός μελετητής. Η ενασχόλησή μου με τα δημόσια πράγματα, γίνεται με αφετηρία και σταθερή πορεία την άποψη ότι η πολιτική είναι ζώσα συμμετοχή και δρώσα ανησυχία, για την εξέλιξη και την προκοπή του λαού, για την ιστορική αυτογνωσία και τον ιστορικό σχεδιασμό της χώρας.
Βιώματα καταθέτω, μέσα από τα οποία εκφράστηκε η πολιτική μου συνείδηση και τα οποία διαμορφώνουν την ιδεολογικοπολιτική κουλτούρα της περιόδου. Βιώματα από το 1960 και μετά, για μια δεκαετία που έκοψε για μια φορά ακόμα στα δύο τη ζωή της χώρας. Αυτή η βιωματική σχέση τεκμηριώνεται απολύτως με την αναφορά αυτού που λέει ο μεγαλύτερος ζων ιστορικός, ο Έρικ Χομπσμπάουμ, τονίζοντας ότι: «Τα δημόσια γεγονότα αποτελούν μέρος του ιστού της ζωής μας. Δεν αποτελούν απλώς ορόσημα, αλλά διαμορφώνουν την ίδια μας τη ζωή, ιδιωτική και δημόσια».
Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ʼ60:
Οι πολιτικές εξελίξεις αρχίζουν με τις εκλογές της βίας και νοθείας του 1961 και οδηγούνται μέσω της αποστασίας του 1965, στη στρατιωτική δικτατορία του 1967.
Προσδιορίζεται η περίοδος της δεκαετίας του 1960 από την αλληλουχία τριών πολιτικών ανωμαλιών, θεσμικών εκτροπών και πραξικοπημάτων:
Το εκλογικό πραξικόπημα του 1961, της βίας και νοθείας, που αποτέλεσε αφορμή για τον πρώτο ανένδοτο αγώνα και σημαδεύτηκε από τη δολοφονία του Λαμπράκη.
Το συνταγματικό – ανακτορικό πραξικόπημα της αποστασίας του 1965, που αποτέλεσε στόχο του δεύτερου ανένδοτου αγώνα, όπου δεσπόζει ο θάνατος του Σωτήρη Πέτρουλα.
Το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967, που επέβαλε την 21η Απριλίου την εφτάχρονη δικτατορία, που αμέσως οδηγήθηκε στις δολοφονίες Ελή, Χαλκίδη, Τσαρουχά και τις βαρβαρότητες των βασανισμών, εξοριών και φυλακίσεων.
Στη διαδρομή αυτών των γεγονότων, είναι εμφανείς ορισμένοι καθοριστικοί συντελεστές:
1.Η δράση της βασιλείας, των μηχανισμών των ανακτόρων, των στρατιωτικών – παρακρατικών κέντρων και του ξένου παράγοντα είναι κυρίαρχη. Πρόκειται για τη διαβόητη «Αγία Τριάδα» και τις «σκοτεινές δυνάμεις», που χάλκευαν κι απεργάζονταν αντιδημοκρατικές εκτροπές
2.Κεντρικό θέμα των πολιτικών αναλύσεων είναι η εκτροπή, είτε ως μερική, είτε ως πλήρης αναστολή του Συντάγματος, με προσχηματική επίκληση της πολιτικής κρίσης και της αντιμετώπισης του κινδύνου από την άνοδο της ΕΚ και την ΕΔΑ. Οι εκλογές του 1964, με τον εκλογικό ελιγμό της ΕΔΑ και η στάση της κυβέρνησης του Γ. Παπανδρέου στο Κυπριακό, έναντι της κυβέρνησης των ΗΠΑ, ενίσχυσαν την υπονομευτική κινδυνολογία.
3.Τα κόμματα και οι πολιτικές δυνάμεις, παρά το ότι το θέμα της «εκτροπής» κυριαρχούσε, με ανοιχτές προπαγανδιστικές εκδηλώσεις, όπως οι διαλέξεις του ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΚΟΣΜΟΥ του Σάββα Κωνσταντόπουλου, δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν το στρατιωτικό πραξικόπημα κι αιφνιδιάστηκαν, μολονότι η ανατροπή της νόμιμης κοινοβουλευτικής κυβέρνησης, με την απόσχιση των βουλευτών της ΕΚ και την όρκιση της κυβέρνησης Νόβα, αποτελούσε ακραίο, οριακό κι επικίνδυνο σύμπτωμα αντισυνταγματικής ανωμαλίας. Επίσης, το «μνημόνιο», ως συμβιβαστικός ελιγμός Ανακτόρων – Κανελλόπουλου – Παπανδρέου, οδηγεί στην ανατροπή της υπηρεσιακής Κυβέρνησης Παρασκευόπουλου, που κάνει ανέφικτες τις συμφωνημένες εκλογές.
4.Στην περίοδο εκείνη, απέναντι σε όσα κυριαρχούν στους εσωτερικούς κύκλους εξουσίας, στο δημόσιο πεδίο κυριαρχεί αυτό που εύστοχα αποκλήθηκε «συνταγματικός πατριωτισμός». Οι δύο ανένδοτοι αγώνες και η άνοδος των μαζικών διεκδικήσεων του εκδημοκρατισμού, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της εθνικής αξιοπρέπειας, εκφράζουν αυτό που ο Νίκος Σβορώνος αποδίδει στους Έλληνες, το αντιστασιακό, δηλαδή, πνεύμα. Η διορατική και καίρια επίκληση του ακροτελεύτιου άρθρου 114 του Συντάγματος του 1952, ως συμβόλου των ανένδοτων αγώνων, απελευθερώνει κοινωνική και πολιτική δυναμική, νομιμοποιεί αγωνιστικά το δικαίωμα αντίστασης στις παράνομες, αντιδημοκρατικές κι αντισυνταγματικές μεθοδεύσεις κι αποφάσεις. Επίσης, ενεργοποιεί ένα ευρύτερο «κίνημα αμφισβήτησης του κατεστημένου» και έκφρασης κοινωνικών και πνευματικών αναζητήσεων. Τέλος, αναβαπτίζει την πολιτική παρουσία του κέντρου και του Γ. Παπανδρέου.
5.Πρωτοπορία αυτού του «συνταγματικού πατριωτισμού», για αντίσταση στις εκτροπές από τη δημοκρατικής τάξη, αναδεικνύεται το φοιτητικό κίνημα και το κίνημα των πολιτικών νεολαιών, Ν. ΕΔΑ – Λαμπράκηδων, ΟΝΕΚ – ΕΔΗΝ, Προοδευτικών κ.α., με τους αγώνες για το 15% στην Παιδεία, κατά του αναλφαβητισμού, υπέρ της ειρήνης, για το Κυπριακό, για την πολιτισμική και πνευματική αναγέννηση, αλλά κι εναντίον της αποστασίας του 1965 και τις διαδηλώσεις των εβδομήντα ημερών στο κέντρο της Αθήνας, με έμπρακτη αποδοκιμασία τόσο των εξελίξεων, όσο και των εμφανών ή αθέατων υποστηρικτικών μηχανισμών.
6.Αυτή η περίοδος, που χαρακτηρίζεται ως «η άνοδος του λαού», «η αντίσταση στο θρόνο και την ξένη εξάρτηση», εκφράζει την ευρύτερη πολιτική παράταξη, που περιλαμβάνει το κέντρο, την αριστερά, τους διανοούμενους, το φοιτητικό κίνημα. Επιπροσθέτως διαμορφώνει κουλτούρα αγωνιστικής συμμετοχής, μαζικής διεκδίκησης, αυτονομίας κι αμφισβήτησης, έναντι των κομματικών και πολιτικών στερεοτύπων. Κυρίως, φέρνει στην επιφάνεια το θέμα των αθέμιτων επεμβάσεων για την ακύρωση της λαϊκής θέλησης και του τρόπου διαπλοκής και δράσης μηχανισμών και κέντρων ισχύος.
Αυτή η πολιτική κουλτούρα είναι εκείνη που δημιουργεί, εντός των πολιτικών κομμάτων, κρίσεις και τριβές, με χαρακτηριστικό δείγμα τη σχεδόν ταυτόχρονη διαγραφή ηγετικών στελεχών στις νεολαίες ΕΔΑ – Λαμπράκη, ΟΝΕΚ – ΕΔΗΝ, αλλά και αυτής της ΕΡΕΝ.
Η ίδια κουλτούρα ήταν εκείνη που είχε, στη διάρκεια της δικτατορίας, τρεις εμφανείς εκδηλώσεις:
- την άμεση έκφραση αντιστασιακών εκδηλώσεων, χωρίς κομματική καθοδήγηση (ΠΑΜ – ΔΑ –ΔΕΚΑ κ.α.) από στελέχη του χώρου της αριστεράς, του Κέντρου, αλά και της ΕΡΕ.
- την αδυναμία των αντιδικτατορικών δυνάμεων να συνεργαστούν σʼ ένα ελάχιστο πλαίσιο κοινής δημοκρατικής δράσης (ΠΑΜ - ΔΑ συνεργάστηκαν χωρίς ΠΑΚ κι άλλες ομάδες)
- την αδυναμία όλων των πολιτικών δυνάμεων του ευρύτερου αντιδικτατορικού πλαισίου, να προετοιμαστούν για την επόμενη, μετά τη Δικτατορία, μέρα. Χαρακτηριστικές είναι οι παλινωδίες πολιτικών παραγόντων στις προβαλλόμενες από τη Χούντα εξαγγελίες για «φιλελευθεροποίηση και σταδιακή πολιτικοποίηση», όπως το ομοίωμα της λύσης Μαρκεζίνη. Επίσης, η εκδήλωση κρίσης σε όλα τα προδικτατορικά σχήματα (ΕΚ με δημιουργία ΠΑΚ, ΚΚΕ με διάσπαση ΚΚΕ εσωτ., αλλά και της ΕΡΕ) και η αμηχανία κι αρνητική στάση Κομμάτων και ηγετικών στελεχών τους, που κατήγγειλαν τα εν εξελίξει γεγονότα του Πολυτεχνείου ως … «προβοκάτσια»!
Σε όλες αυτές τις διεργασίες κι εντάσεις της δεκαετίας του 1960, ενεργό ρόλο έχουν οι γενιές του εμφυλίου και της μετεμφυλιακής Ελλάδας. Κι οι δύο αυτές γενιές χαρακτηρίζονται καίρια από δύο ποιητικές αποστροφές: του Κλείτου Κύρου, που ορίζει τη δύσκολη γενιά του «…μιαν αστραπή που πνίχτηκε η βροντή της» και του Τάσου Λειβαδίτη, που μιλάει για «…τα μεγάλα λόγια που φωνάζαμε στους δρόμους - τις μικρές αλήθειες που αποσιωπήσαμε στον εαυτό μας…».
Από την καχεκτική δημοκρατία οδηγηθήκαμε στη Δικτατορία και μετά την εφτάχρονη δικτατορία στη Μεταπολίτευση της πολιτικής σταθερότητας και της θεσμικής δημοκρατικής ολοκλήρωσης.
Αποκρυσταλλώθηκε με καθεστωτικά χαρακτηριστικά το δικομματικό μοντέλο διακυβέρνησης, το πολωτικό μοντέλο κομματικής δημοκρατίας, με ενιαίο χαρακτηριστικό τον κυβερνητικό κομματισμό, τον πρωθυπουργοκεντρισμό, τον κομματικό πολυσυλλεκτισμό, τις πελατειακές σχέσεις και την παραταξιοποίηση των χώρων και θεσμών του φοιτητικού, συνδικαλιστικού, υπαλληλικού, συνεταιριστικού και αυτοδιοικητικού κινήματος, με αποτέλεσμα οι παρατάξεις να ηγεμονεύουν τους θεσμούς, οδηγώντας τα αντίστοιχα κινήματα από τη μαζικότητα και την αντιπροσώπευση, στην κρίση αξιοπιστίας κι εκπροσώπησης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η κατάσταση της ΕΦΕΕ, που δημιουργήθηκε το 1963, ως συλλογική έκφραση του φοιτητικού κινήματος και ηγήθηκε όλων των αγώνων της εποχής. Από τη διακήρυξη του «Χάρτη του Σπουδαστή» που στο άρθρ. 1 όριζε ότι, «οι φοιτητές είναι νέοι, εργαζόμενοι, διανοούμενοι», σήμερα φτάσαμε στην ανυπαρξία της ΕΦΕΕ και στην κυριαρχία των παρατάξεων, που η κάθε μία μιλάει με τον εαυτό της κι αναμετριέται με τις άλλες, χωρίς θεσμική συνύπαρξη και δημοκρατική σύνθεση στον αντιπροσωπευτικό θεσμό του φοιτητικού κινήματος. Επίσης, η κρίση στη ΓΣΕΕ, η μη ανάπτυξη του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ, παρά την ευοίωνη προοπτική κι όσα συμβαίνουν στην υπόλοιπη Ευρώπη κ.α.
Τι θα έπρεπε να μείνει ως απόσταγμα εμπειρίας στην πολιτική ζωή του τόπου από εκείνη την ταραγμένη εποχή; Κεντρικό πρόβλημα είναι:
-Η ποιότητα της δημοκρατίας
-Η κουλτούρα του πολιτικού προσωπικού της χώρας
-Η αντοχή των θεσμών να αφομοιώνουν κρίσεις
-Η αυτονομία της πολιτικής από εξωθεσμικά κέντρα
Η έντονη κι απροσχημάτιστη παρέμβαση του Αμερικανικού παράγοντα, ο ανεξέλεγκτος ρόλος του παλατιού, ο αποκλεισμός της Αριστεράς από την πολιτική ζωή του τόπου, η υπονόμευση του κομματικού πλαισίου και η εύκολη καταφυγή στην ωμή βία, αλλά και η μαζική αγωνιστική κινητοποίηση της κοινωνίας που αντιστεκότανε, ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά της περιόδου που εξετάζουμε.
Η εξάρτηση από τις ξένες δυνάμεις, προφανώς και έχει εκλείψει με τη μορφή που είχε τότε. Όμως, οι διεθνείς συσχετισμοί και οι γεωστρατηγικές επιδιώξεις των εκάστοτε ισχυρών δυνάμεων, θα εξακολουθήσουν να συναντώνται και να συγκρούονται στην ευαίσθητη περιοχή που ζούμε. Και εάν θέλουμε να διδασκόμαστε από την ιστορία, ποτέ δεν πρέπει να υποτιμάμε αυτόν τον παράγοντα, όταν σχεδιάζουμε την πολιτική της χώρας.
Η Αριστερά έχει νομιμοποιηθεί στην πολιτική ζωή και η παρουσία της έχει γίνει συστατικό των εξελίξεων. Ως προς αυτό, η Δημοκρατία μας έχει κάνει μεγάλη και ουσιαστική πρόοδο. Και όχι μόνο αυτό, αλλά κατά κάποιο τρόπο σήμερα, από την ίδια την Αριστερά εξαρτάται το εάν θα γίνει δύναμη καθοριστική στη διαμόρφωση των συσχετισμών και δημιουργική στη διεκδίκηση της διαφορετικής πολιτικής διακυβέρνησης..
Το παλάτι δεν υπάρχει πια και ο κίνδυνος παλινόρθωσης είναι ανύπαρκτος. Όμως, υπάρχουν εξωθεσμικά κέντρα πολύ ισχυρά, που διεκδικούν ρόλο σε βάρος της πολιτικής αυτονομίας της πολιτικής και των κομμάτων. Αυτό είναι μεγάλο θέμα, που διαμορφώνει διεθνώς συνθήκες μεταδημοκρατίας σε εποχή παγκοσμιοποίησης και διεθνούς μονοπολικής στρατηγικής. Θα μπορούσαμε να πούμε πολλά για καθοριστικές εξελίξεις στη νεώτερη περίοδο, στα πλαίσια αυτού του σκηνικού.
Συχνά μιλάμε για εθνικές περιπέτειες και τραγωδίες. Το κρίσιμο είναι να ξέρουμε και να κατανοούμε πως και γιατί πραγματοποιούνται αυτές οι εθνικές δοκιμασίες και διαψεύσεις. Και στην κρίσιμη δεκαετία του ʼ60, για τις ανωμαλίες του ʼ61 και του ʼ65, αλλά και τους ακρωτηριασμούς του ʼ67 και του Κυπριακού, συνέργησαν υπονομευτικές δράσεις εξωθεσμικών και ξένων μηχανισμών.
Δεν μιλάμε σε ιστορικό και πολιτικό κενό. Στόχος δεν είναι η αναψηλάφηση της ιστορίας, ούτε η νοσταλγική αναδρομή. Σε περιόδους πολιτικής κρίσης, πολιτικής ρευστότητας και τηλεοπτικής ηγεμονίας, το ζητούμενο δεν είναι η επετηρίδα γενεών, ούτε η ταξινόμηση ευθυνών και επαίνων.
Το ερώτημα είναι σαφές:
Ο μεγάλος κοινωνικός και πολιτικός αγώνας εκδημοκρατισμού, η μεγάλη πνευματική και πολιτισμική έξαρση αυτοπροσδιορισμού της μετεμφυλιακής ελληνικής κοινωνίας, γιατί οδηγηθήκαμε στη Δικτατορία; Κι ακόμα: Οι κατακτήσεις των αγώνων του συνταγματικού πατριωτισμού με σύνθημα το 114 του Συντ. 1952, του αντιστασιακού κι αντιδικτατορικού αγώνα, αξιοποιήθηκαν ως ενεργά, μόνιμα, διαμορφωτικά στοιχεία του μεταπολιτευτικού δημοσίου βίου;
Ερωτήματα βασανιστικά αυτά και άλλα πολλά, στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα και πενήντα χρόνια μετά τη διεκδίκηση κι ελπίδα, αλλά και τις δοκιμασίες που κυριάρχησαν στη δεκαετία του ʼ60, καθώς σήμερα όλοι συνειδητοποιούμε ότι είναι προβληματικές, τόσο η κοινωνία και η πολιτική, όσο είναι εξίσου προβληματικοί και οι φορείς (κόμματα, συνδικάτα, μέσα ενημέρωσης, θεσμοί και δομές) που διαμεσολαβούν και συνεργούν στη διαμόρφωση του σημερινού ενοχλητικού και μη αισιόδοξου δημοσίου βίου.